Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

7 Ιούνη 1942 : Η επίσημη κήρυξη του ένοπλου αγώνα από τον Άρη !

Δομνίστα Ευρυτανίας: Η Αγία Λαύρα της Αντίστασης!




7 Ιούνη 1942 : Η επίσημη κήρυξη του ένοπλου αγώνα από τον Άρη   !   




Δομνίστα…
Η Δομνίστα είναι ένα μικρό όμορφο χωριό της νοτιοανατολικής Ευρυτανίας που απέχει 35 χλμ από το Καρπενήσι και βρίσκεται φωλιασμένο σε υψόμετρο 1000 μέτρων μέσα στα πυκνά ελατοδάση της ραχοκοκαλιάς της νότιας Πίνδου. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε κατά τα βυζαντινά χρόνια. Ένας θρύλος λέει ότι κάποτε, στους παλιούς καιρούς των Φράγκων Ιπποτών, η αρχόντισσα Δόμνα συντετριμμένη από το χαμό της νεαρής κόρης της που λέγονταν Δομνίστα, έδωσε προς τιμήν της το όνομά της σε τούτο το χωριό. Γίνεται λόγος και για μια ανεξερεύνητη αρχαιολογική τοποθεσία, ανάμεσα στα χωριά Δομνίστα και Στάβλοι, με την ονομασία Φάντος ή Φαντίνος που πιστεύεται ότι προήλθε από τη Φαντίνα, σύζυγο του μυθικού βασιλιά Εύρυτου..........

Συνεχεια στο  



Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

Το Κάστρο του Πλαταμώνα...Καταπληκτικές φωτογραφίες


Το Κάστρο του Πλαταμώνα, είναι κάστρο της Φραγκοκρατίας, χτισμένο στη θέση
 οχυρωμένης πόλης της Μεσοβυζαντινής περιόδου νοτιανατολικά του Ολύμπου, σε μικρή απόσταση από τη σημερινή κωμόπολη του Πλαταμώνα, σε θέση στρατηγική που ελέγχει τον δρόμο Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Νότιας Ελλάδας. 

Είναι το καλύτερα διατηρημένο κάστρο της βόρειας-κεντρικής Ελλάδας, με τον επιβλητικό κεντρικό πύργο του, που δεσπόζει πάνω στην Εθνική Οδό....

Ιστορία
Αρχαία και μεσαιωνική περίοδος


Το κάστρο είναι χτισμένο στη θέση του αρχαίου Ηρακλείου (ή Ηράκλειας). Στον Περίπλου του Ψευδο-Σκύλακα (4ος αι. π.Χ.), αναφέρεται ως «πρώτη πόλις Μακεδονίας, Ηράκλειον». 

Πρόσφατες ανασκαφές έχουν φέρει στο φως κεραμική ευβοϊκής, πρωτοκορινθιακής προέλευσης, καθώς και γεωμετρικής εποχής από την Ανατολική Ελλάδα, τα οποία δείχνουν παρουσία Ελλήνων ίσως και από τον 8ο αι. π.Χ. 























Το τοπωνύμιο Πλαταμώνας αναφέρεται για πρώτη φορά το 1198 σε χρυσόβουλο του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού Α΄.
Μετά τη Δ' Σταυροφορία (1204), με την είσοδο των Φράγκων στην Ελλάδα, η Πιερία παραχωρήθηκε (ως τμήμα του Βασιλείου της Θεσσαλονίκης) στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό, το 1204. 


Τα κάστρα του Κίτρους και του Πλαταμώνα παραχωρήθηκαν σε ιππότες του. Το κάστρο του Κίτρους πήρε ο Βίριχ φον Ντάουν και ο Λομβαρδός Ρολάντο Πίκε ή Πίσκια πήρε τον Πλαταμώνα. 



Ο τελευταίος έκτισε εκεί το κάστρο, κάπου μεταξύ των ετών 1204 και 1222, μετά από εντολή του Βονιφάτιου[1], στη θέση της μεσοβυζαντινής οχύρωσης, με σκοπό τον έλεγχο του περάσματος από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία. 

Επίσης, ιδρύθηκαν λατινικές εκκλησίες στον Πλαταμώνα και στο Κίτρος, με καθολικό επίσκοπο (στο Κίτρος η καθολική επισκοπή θα διαρκέσει μέχρι την κατάληψη της Μακεδονίας από τους Τούρκους, στα τέλη του 14ου αιώνα). Σχετική αναφορά υπάρχει στοΧρονικό του Μορέως

Περί το 1224 το Κάστρο του Πλαταμώνα κυριεύτηκε από τον Θεόδωρο Α΄ Κομνηνό το Δούκα, όταν αυτός κατέλυσε το Φραγκικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης. Το κάστρο στη συνέχεια υπό τον έλεγχο του αδερφού του,Μανουήλ Κομνηνού Δούκα. Στη συνέχεια προσαρτήθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου από τον Μιχαήλ Δούκα. Μετά τη μάχη της Πελαγονίας (1259), καταλήφθηκε από τον αυτοκράτορα της Νικαίας Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο και χρησίμευσε ως φυλακή των Φράγκων οι οποίοι είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι στη μάχη αυτή. Ο Πλαταμώνας θα ξαναχρησιμοποιηθεί ως φυλακή για τους επαναστάτες Ζηλωτές, το 1345, όταν αυτοί ηττήθηκαν από τον Απόκαυκο.





Τουρκοκρατία και νεότεροι χρόνοι

Το κάστρο κατέλαβαν οι Τούρκοι για πρώτη φορά γύρω στο 1385, σύντομα όμως περιήλθε στην κατοχή των Ενετών. Κατά την επιχείρηση για την ανακατάληψη του κάστρου από τους Τούρκους, το 1425, οι Ενετοί υπερίσχυσαν και πάνω από 100 Τούρκοι κάηκαν ζωντανοί μέσα στο κάστρο. Μετά το 1427 οι Ενετοί έχασαν και πάλι τον έλεγχο του Κάστρου του Πλαταμώνα, όταν οι Τούρκοι εδραίωσαν την κυριαρχία τους. Το ότι το κάστρο δεν καταστράφηκε από τους Τούρκους φαίνεται να οφείλεται στη στρατηγική σημασία του, δεδομένου ότι χρησίμευε ως βάση των επιχειρήσεών τους εναντίον των ανταρτών του γειτονικού Ολύμπου.




Το κάστρο περιγράφεται σε ημερολόγιο του Ενετού λοχαγού Ατζολιέλο, ο οποίος είχε πιαστεί αιχμάλωτος από τους Τούρκους έπειτα από ναυμαχία μεταξύ Ενετών και Τούρκων, το 1470. Ο Ατζολιέλο γράφει ότι στις 9 Αυγούστου (1470) ο Σουλτάνος διανυκτέρευσε κοντά σε ένα κάστρο, καλούμενο Platimonia, από το οποίο αντικρίζει κανείς τον κόλπο και την πόλη της Θεσσαλονίκης.


Στα τέλη 18ου αιώνα ο Πλαταμώνας ήταν αρματολίκι, με επικεφαλής τον Τσακνάκη, ενώ διοικητής διετέλεσε και ο Γεωργάκης Ολύμπιος.


Το 1770 καταλήφθηκε για μικρό χρονικό διάστημα από τους Έλληνες, όπως και το 1825 και 1878. Βομβαρδίστηκε από τον πλοίαρχο Σαχτούρη το 1897 και από τότε εγκαταλείφθηκε από τους Τούρκους.


Στις 15-16 Απριλίου 1941 στην περιοχή του Πλαταμώνα συγκρούστηκε ένα νεοζηλανδικό τάγμα με γερμανικά τμήματα και η μάχη έληξε με υποχώρηση των Νεοζηλανδών.
Σήμερα ανήκει στην αρμοδιότητα της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και είναι επισκέψιμο από το κοινό.




Σήμερα το κάστρο του Πλαταμώνα είναι εύκολα ορατό από την Εθνική οδό Λάρισας-Κατερίνης.

Περιγραφή


Στο κάστρο αυτό συναντάμε τα 3 βασικά χαρακτηριστικά των μεσαιωνικών φρουρίων: τον πρώτο περίβολο, τον δεύτερο περίβολο που αποτελεί και την ακρόπολη και τον κεντρικό πύργο. Ο ευρύχωρος εξωτερικός τοίχος του κάστρου έχει σχήμα πολυγωνικό, ενισχύεται από πύργουςν τοποθετημένους σε ακανόνιστα διαστήματα και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Η είσοδός του βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά ενώ στην ίδια πλευρά διακρίνεται και ερειπωμένο προτείχισμα ή ίσως πρόπυλο (barbikan). Τό ύψος των τειχών φτάνει δεξιά από την είσοδο τα 9,5μ. και αριστερά τα 7,5μ., ενώ το πάχος κυμαίνεται μεταξύ 1,2 και 2μ. Μεταξύ των δύο πυλών της κεντρικής εισόδου υπήρχε επιπλέον πύργος, σήμερα κατεστραμένος. Ο 2ος περίβολος έχει ύψος 6-7μ. και στη βορειοανατολική του γωνία υπάρχει ασυνήθιστος πύργο με τετράγωνη εξωτερική περίμετρο και κυκλική εσωτερική. Ο πύργος αυτός έχει βυζαντινού τύπου κεραμοσκέπαστο θόλο.




Στην βορειανατολική πλευρά υψώνεται ο μεγαλοπρεπής κεντρικό πύργος του αμυντικού συγκροτήματος με σχήμα οκταγωνικό, ύψους 16μ. και πάχους 2μ., του οποίου η είσοδος βρισκόταν, για λόγους ασφαλείας, σε ύψος 3,45μ. από την επιφάνεια του εδάφους, με πρόσβαση από ξύλινη σκάλα. Διαθέτει ημικυκλικά παράθυρα, σε ένα από τα οποία υπάρχουν δύο ανοίγματα με κεντρικό κιονίσκο με διακόσμηση από σταυρό πράγμα που πιθανόν να υποδεικνύει χρονολόγηση στην περίοδο που το κάστρο επισκευάστηκε από το βυζαντινό Δεσποτάτο της Ηπείρου. 




Στον χώρο του κάστρου διατηρείται η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (η μόνη από τις 5 που υπήρχαν εκεί παλαιότερα) η οποία κατά την Τουρκοκρατία είχε μετατραπεί σε τζαμί.
Διοικητικές Πληροφορίες
Υπηρεσιακή Μονάδα:
9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
Τ.Κ. 60065, Πλαταμώνας (Νομός Πιερίας)
Τηλέφωνο: +30 23520 44470
Φαξ: +30 23520 44470
Email: 9eba@culture.gr
Ώρες Λειτουργίας
Χειμερινό:
Καθημερινά: 08:00-15:00
Θερινό:
Καθημερινά: 08:00-20:00

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Η μάχη της Κοκκινιάς (4 – 8 Μάρτη 1944)...



kentrikh-dekembriana_0

Στον αγώνα που διεξάγει ο λαός κατά των Γερμανών κατακτητών, η πάλη της Αθήνας, του Πειραιά και των συνοικιών παίζει κυρίαρχο κι αποφασιστικό ρόλο. Ως το Σεπτέμβρη του 1943 ο αγώνας των πόλεων εκδηλώνεται με σαμποτάζ, απεργίες και μαζικές διαδηλώσεις. Μετά το Σεπτέμβρη του 1943 ή ένταση, το βάθος κι ο συνειδητός χαρακτήρας του αγώνα τρομάζουν τον κατακτητή και προκαλούν την...
έντονη αντίδραση των Γερμανών και των συνεργατών τους. Το 1944 βρίσκει την Αθήνα, τον Πειραιά και τις συνοικίες σε μια – διαρκώς εντεινόμενη – εμπόλεμη κατάσταση.
Από τις 4 έως τις 8 Μάρτη 1944, η Κοκκινιά έζησε από τις πιο τραγικές μέρες της πολύχρονης ιστορίας της. Έγινε στόχος μεγάλων εχθρικών δυνάμεων. Δυνάμεων που αποτελούνταν από Ναζί, χωροφύλακες, ταγματασφαλίτες που είχαν συγκροτηθεί από τη δοσίλογη κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη και εξοπλιστεί από τους Γερμανούς καθώς και από τους τσολιάδες του Ι.Πλυντζανόπουλου, του Γ.Σγούρου, του Γκίνου, και του επικεφαλής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Ν. Μπουραντά.
Οι εργατικές κινητοποιήσεις της Κοκκινιάς επιδεικνύουν ένα ιδιαιτέρως αγωνιστικό πνεύμα, εξαιτίας της εργατικής σύνθεσης της πόλης, της οποίας ο αγώνας έχει ως κύρια χαρακτηριστικά τη μαζικότητα και την οργανωμένη αντίσταση. Οι Γερμανοί γνώριζαν πως χτυπώντας την Κοκκινιά θα έπλητταν ολόκληρο το αγωνιστικό κίνημα. Για το λόγο αυτό η Μάχη της Κοκκινιάς είναι η πρώτη μεγάλη μάχη που δόθηκε σε πόλη.
Γερμανικές δυνάμεις σε συνεργασία με χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες θέτουν στο στόχαστρό τους την πόλη, η οποία αντιστέκεται πεισματικά με πρωτεργάτες το 6ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, τα μέλη του ΕΑΜ, τους αγωνιστές της ΕΠΟΝ και -κυρίως- τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού της Κοκκινιάς. Στο πρόσωπο της πόλης που ανάθρεψε πλήθος ανταρτών και διέθετε ένα οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα επιχειρήθηκε από τους Ναζί και τους συνεργάτες τους να καμφθεί το αντιστασιακό φρόνημα του Ελληνικού λαού, που πάλευε για εθνική απελευθέρωση, διεκδικώντας ταυτοχρόνως να στρέψει προς όφελός του τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ

Σάββατο 4 Μάρτη 1944

Η πόλη δέχεται πρωινή επιδρομή από δύο κατευθύνσεις. Οι επιδρομείς είναι χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες, Η πρώτη επίθεση γίνεται από τη Λεύκα με ένα καμιόνι γεμάτο χωροφύλακες που βρίσκει αμέσως αντίσταση από τις δυνάμεις του 1ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πειραιά, οι οποίες βρίσκονται στην περιοχή και περιπολούν. Οι επιδρομείς υποχωρούν και σκορπίζονται προς τον Πειραιά.
Η δεύτερη επίθεση γίνεται από την οδό Κυδωνιών (Πέτρου Ράλλη) στο ύψος του Γ΄ Νεκροταφείου. Στην πόλη προσπαθούν να εισβάλλουν δύο καμιόνια με χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες. Αυτή η είσοδος είναι η σημαντικότερη για να εισβάλλουν οι επιδρομείς στην Κοκκινιά. Είναι η είσοδος από την Αθήνα, γεγονός που σημαίνει αυτόματα την άμεση πρόσβαση ενισχύσεων και πυρομαχικών. Επίσης, η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη πράγμα που καθιστά ευκολότερο τον έλεγχό της από τους επιδρομείς. Αυτή η είσοδος της πόλης όμως ευνοεί και τους αμυνόμενους ΕΛΑΣίτες γιατί οι ελιγμοί τους γίνονται ευκολότεροι λόγω της αραιής κατοίκησης. Στην επιδρομή αυτή απαντά το 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ Κοκκινιάς, με διοικητή και καπετάνιο τον Γιάννη Πισσάνο. Οι μάχες εξαπλώνονται από το Γ΄ Νεκροταφείο μέχρι τις εργατικές πολυκατοικίες, στο σημερινό Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας. Οι επιδρομείς σκορπίζουν, κάποιοι οπισθοχωρούν προς την Αθήνα, ενώ ο κύριος όγκος τους κατευθύνεται άτακτα προς το Κουτσουκάρι, σημερινή περιοχή του Δήμου Κορυδαλλού στα όρια του Δήμου Νίκαιας κάτω από την οδό Τζουμαγιάς, την πλατεία Ελευθερίας και την οδό Ταξιαρχών.
Κατά την άτακτη φυγή τους, με 12 τραυματίες, οι ταγματασφαλίτες πυροβολούν αδιακρίτως, τρομοκρατούν, βρίζουν, λεηλατούν. Από τις αδέσποτες σφαίρες των Ταγμάτων Ασφαλείας πέφτει νεκρός ένας λούστρος και ο παλιατζής που βρίσκονταν πάντα έξω από το μπακάλικο του Λαφαζάνη στην Κυδωνιών (συμβολή Πέτρου Ράλλη και Τερψιθέας).
Το ίδιο βράδυ συγκαλείται κοινή σύσκεψη στην Κοκκινιά από στελέχη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και αποφασίζουν γενική επιφυλακή και ενημέρωση του λαού της πόλης. Η Κομματική Οργάνωση της Κοκκινιάς του ΚΚΕ , γραμματέας της οποίας ήταν ο Θανάσης Τάσιος, γνωστός με το ψευδώνυμο «Παράσχος», αποφασίζει να γίνει την επόμενη ημέρα συλλαλητήριο του λαού της Κοκκινιάς ενάντια στην τρομοκρατία των Ταγμάτων Ασφαλείας προς το λαό της πόλης. Στόχος ήταν να απαιτηθεί και η παροχή συσσιτίου για τα παιδιά.
Κυριακή 5 Μάρτη 1944
Οι Κοκκινιώτες απαντούν με μεγαλειώδες συλλαλητήριο κατά της τρομοκρατίας στην πλατεία Αγίου Νικολάου και παράλληλα απαιτούν συσσίτιο για τα παιδιά.
Στο τέλος του συλλαλητηρίου η πόλη δέχεται πάλι επιδρομή από δύο κατευθύνσεις. Από τη Λεύκα, στη Θηβών, με δύο φορτηγά γεμάτα χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες. Η επιδρομή δεν βρίσκει ουσιαστική αντίσταση και καταφέρνει να φτάσει μέχρι την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Εκεί τρομοκρατούν τους κατοίκους, κάνουν πλιάτσικο και συλλαμβάνουν το δημοκράτη υπαστυνόμο Νίκο Σαβαΐδη, τη γυναίκα του Άννα, που είναι δασκάλα και μέλος του ΕΑΜ, το Στέφανο Πατεράκη εργάτη από τις παράγκες της παλαιάς Κοκκινιάς και ποδοσφαιριστή της Προοδευτικής, τον δάσκαλο Γιώργο Βενέτα και τον Τσακάρα.
Η δεύτερη επίθεση γίνεται από το Γ. Νεκροταφείο με τρία καμιόνια γεμάτα γερμανοτσολιάδες. Οι μάχες εξαπλώνονται μέχρι την Παιδική Στέγη και εκεί το 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ Κοκκινιάς καταφέρνει να διασπάσει τους επιδρομείς. Το πρώτο φορτηγό διαφεύγει προς την παλαιά Κοκκινιά μέσω της οδού Σμύρνης, το δεύτερο προς το Κουτσουκάρι, όπου εκεί το «υποδέχονται» ΕΛΑΣίτες οπλισμένοι με χειροβομβίδες και το τρίτο φορτηγό οπισθοχωρεί προς την Αθήνα.
Όπως αναφέρει η σχετική έκθεση του 6ου ανεξάρτητου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, την ώρα του συλλαλητηρίου μαχητές του κάνουν έρανο στην περιοχή των Άσπρων Χωμάτων για να συγκεντρώνουν τρόφιμα για τα παιδιά. Προσπαθεί να τους συλλάβει ένας χωροφύλακας ο οποίος σκοτώνεται στη μικρή ένοπλη συμπλοκή που ακολούθησε.
Ο λαός της Κοκκινιάς πανηγυρίζει που οι ΕΛΑΣίτες καταφέρνουν για δεύτερη ημέρα να αναχαιτίσουν την επίθεση των ντόπιων συνεργατών των Γερμανών. Από αυτή την επιτυχία του ΕΛΑΣ αλλά και από το μαζικό συλλαλητήριο που οργάνωσε η Κομματική Οργάνωση Κοκκινιάς του ΚΚΕ, ο διορισμένος από τον Ιωάννη Ράλλη, Δήμαρχος της Πόλης Γρηγόρης Χατζής, παραιτείται.
Η μάχη της Κοκκινιάς της 7ης Μάρτη 1944
Όλοι στην Κοκκινιά περίμεναν ποια θα είναι η απάντηση των Ναζί και των ντόπιων συνεργατών τους μετά από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες να εισβάλουν στην πόλη.
Ο ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά ήταν σε επιφυλακή και από πολύ αργά το βράδυ οι μαχητές του είχαν λάβει θέση μάχης και περιφρούρησης της πόλης. Η διάταξη των διμοιριών του ΕΛΑΣ ήταν σε σχήμα «Λ».
Ξεκινούσαν από το Γ΄ Νεκροταφείο και έφταναν στο Κουτσουκάρι και τα Γερμανικά από τη μία πλευρά, ενώ από την άλλη ξεκινούσαν από το Γ΄ Νεκροταφείο και έφταναν στις εργατικές πολυκατοικίες, την Παιδική Στέγη και τα Άσπρα Χώματα. Η κύρια δύναμη του ΕΛΑΣ έχει οχυρωθεί στη βόρεια πλευρά από το Περιβολάκι (πλατεία Δαβάκη) και είναι το 3ο τάγμα του Γιάννη Πισσάνου. Ακριβώς πίσω από την πλατεία βρίσκεται και η κλινική του Χρυσοχέρη, στην ταράτσα της οποίας είχε στηθεί το οπλοπολυβόλο του ΕΛΑΣ με ευθύνη της διμοιρίας του Κώστα Διαμαντή.
Από τις 5:00 το πρωί υπάρχουν κινήσεις των κατακτητών γύρω από όλη την πόλη. Στις 5:45 περίπου 40 γερμανοτσολιάδες εντοπίζονται στη Θηβών στο ύψος της οδού Καραϊσκάκη. Στις 6:00 το πρωί 4 φορτηγά με Ναζί καταλαμβάνουν τις θέσεις στην πλατεία Κουτσικαρίου και δειλά-δειλά προσπαθούν να μπουν στην Κοκκινιά.
Στις 6:05 ακούγεται η σάλπιγγα του ΕΛΑΣ από το Περιβολάκι, που σημαίνει τη γενική επίθεση του λαϊκού στρατού. Σε κάθε στενό της Κοκκινιάς, γύρω από Περιβολάκι, οι μάχες είναι απερίγραπτες, πολλές φορές σώμα με σώμα. Γίνεται μάχη για την κατάληψη του κάθε δρόμου. Οι θέσεις και οι γωνιές των οικοδομικών τετραγώνων αλλάζουν συνεχώς μεταξύ επιδρομέων και μαχητών του ΕΛΑΣ.
Ο ΕΛΑΣ αρχίζει να υποχωρεί λόγω έλλειψης πυρομαχικών. Από τη μεριά του Δημαρχείου γερμανοτσολιάδες μπαίνουν στην πόλη. Τους αντιμετωπίζουν μαχητές του 3ου Τάγματος με ένα οπλοπολυβόλο και πέντε χειροβομβίδες που ρίχνει ο Στέλιος Καρδάρας και τους απωθούν πάλι πίσω. Στην διάρκεια της ΕΛΑΣίτικης επίθεσης, πίσω από τον κινηματογράφο Ορφέα, σκοτώνεται ο ταγματάρχης των γερμανοτσολιάδων Λαζάρου, 8 γερμανοτσολιάδες 3 χωροφύλακες και υπάρχουν 20 τραυματίες. Λάφυρα για τον ΕΛΑΣ μια μοτοσικλέτα και ένα πολυβόλο Τόμσον. Το 2ο Τάγμα του ΕΛΑΣ φυλάει στην οδό Καραϊσκάκη, φαίνεται όμως ότι δεν έχει πυρομαχικά να κρατήσει πολύ ακόμα. Αντέχει μέχρι τις 10:30.
Μέχρι τις 11:00, η αντίσταση του ΕΛΑΣ έχει καμφθεί. Τα πυρομαχικά είναι ελάχιστα. Οι Γερμανοί έχουν καταλάβει τις θέσεις στο περιβολάκι. Την ίδια ώρα, 15 Γερμανοί προσπαθούν να εισβάλλουν από την οδό Καραϊσκάκη οπλισμένοι με όλμους και πολυβόλα. Τους απωθεί το 2ο τάγμα με ελάχιστα πυρομαχικά. Οι πυροβολισμοί του ΕΛΑΣ είναι σποραδικοί για οικονομία πυρομαχικών αφού αυτά έχουν εξαντληθεί.
Στις 11:00 παίρνεται η απόφαση για γενική αντεπίθεση με όσα πυρομαχικά έχουν απομείνει και αν χρειαστεί ακόμα και με πέτρες ή με τα χέρια. Η αντεπίθεση έχει στόχο την πλατεία στο περιβολάκι που έχει καταληφθεί από Ναζί.
Η διμοιρία του Θοδωρή Μπιζάνη μαζί με το Στέλιο Καρδάρα επιτίθεται από την οδό Καραϊσκάκη, η διμοιρία του Μιχάλη Ραφαηλάκη από την οδό Κονδύλη, η διμοιρία του Θωμά Σεβίλια από την οδό Κυδωνιών, από τη μεριά της Λαοδίκειας, και η διμοιρία του «μπάρμπα Γιώργου» από το γήπεδο που γίνονταν η λαϊκή αγορά (πίσω από την εκκλησία της Παναγίτσας).
Γερμανοί έχουν εγκατασταθεί σε κτίριο της οδού Λαμψάκου, παρακολουθούν τη μάχη και με όλμους βάλουν συνεχώς κατά των αντεπιτιθέμενων Κοκκινιωτών.Η αντεπίθεση του ΕΛΑΣ και του λαού της Κοκκινιάς κρατά περίπου μέχρι τις 13:30. Οι Γερμανοί παρά την υπεροπλία τους και τα αρκετά πυρομαχικά αιφνιδιάζονται και σιγά-σιγά αφήνουν τις θέσεις τους. Οπισθοχωρούν συντεταγμένα προς τον Αη Γιώργη του Κορυδαλλού και τον Αη-Γιώργη της Νίκαιας. Εκεί ταμπουρώνονται μέσα στο σχολείο που υπήρχε πάνω από τον Αη-Γιώργη της Νίκαιας (στη συμβολή των οδών Γρεβενών και Ραιδεστού σήμερα).
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ δεν έχουν καθόλου πυρομαχικά για να αντεπιτεθούν, ενώ ο ανεφοδιασμός από τις γύρω περιοχές είναι αδύνατος αφού η Κοκκινιά έχει κυκλωθεί από περίπου 1800 Ναζί.
Στις μάχες της 7ης Μάρτη σκοτώνεται και ο λοχαγός του ΕΛΑΣ Γιώργος Βογιατζής και το πτώμα του το κρεμάνε οι ταγματασφαλίτες σε ένα δέντρο στη συμβολή των οδών Ιωνία και Κασταμονής.
Η σχετική έκθεση του 6ου συντάγματος του ΕΛΑΣ αναφέρει ότι οι εισβολείς είχαν 34 νεκρούς και περισσότερους από 100 τραυματίες, ενώ ο ΕΛΑΣ έχασε 8 παλικάρια και τραυματίστηκαν 20. Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι ο οπλισμός που διέθετε ο ΕΛΑΣ και με τον οποίο αντιστάθηκε στις μάχες ήταν 42 περίστροφα, 1 οπλοπολυβόλο με 1300 σφαίρες, 1 πολυβόλο Τόμσον με 50 φυσίγγια και 50 χειροβομβίδες.
Τετάρτη 8 Μάρτη 1944
Όλη τη νύχτα οι Ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους είναι ταμπουρωμένοι στο σχολείο (Γρεβενών και Ραιδεστού). Περιμετρικά υπάρχουν φρουρές από Ναζί με οπλοπολυβόλα. Οι γύρω δρόμοι περιφρουρούνται από Ναζί και ταγματασφαλίτες. Όλο το βράδυ κάνουν μικρές επιδρομές στην πόλη, τρομοκρατούν και συλλαμβάνουν Κοκκινιώτες. Ψάχνουν στα σπίτια για μαχητές του ΕΛΑΣ και μέλη του ΕΑΜ.
Οι Ναζί βγάζουν τα δικά τους χωνιά και τρομοκρατούν τον κόσμο με απειλές. Προσπαθούν να στρέψουν το λαό της Κοκκινιάς κατά του ΕΛΑΣ, του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ. Φωνάζουν ότι αν δεν επιτεθεί ο ΕΛΑΣ δεν θα πειράξουν κανέναν. Δείχνουν καθαρά ότι οι ίδιοι είναι τρομοκρατημένοι.
Από νωρίς το πρωί μέσα στο σχολείο, ο Ι.Πλυντζανόπουλος φορώντας στολή έλληνα αξιωματικού διαλέγει ποιοι από τους αιχμαλώτους Κοκκινιώτες θα μεταφερθούν στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Το ίδιο πρωί οι ταγματασφαλίτες εκτελούν στην πλατεία Αγίων Αναργύρων τους συλληφθέντες, από τις 5 Μάρτη 1944, υπαστυνόμο Νίκο Σαββαϊδη, το δάσκαλο Γιώργο Βενέτα, τον Δημήτρη Τσακανίκα και τον Τσακάρα.
Αργά το απόγευμα Ναζί και ταγματασφαλίτες αποχωρούν από την Κοκκινιά, μεταφέροντας 300 αιχμαλώτους Κοκκινιώτες στο Χαϊδάρι.Ο λαός της Κοκκινιάς μετά από λίγο ξεχύνεται στους αιματοβαμμένους δρόμους και τα μπαρουτοκαπνισμένα κτίρια της πόλης για να πανηγυρίσει. Πανηγυρίζει που οι επιδρομείς Ναζί και ταγματασφαλίτες δεν άντεξαν να μείνουν ούτε μια ολόκληρη ημέρα στην Κοκκινιά.
Τα «χωνιά» του ΕΑΜ πιάνουν αμέσως δουλειά, ανεβάζουν το ηθικό του λαού, ζητώντας εκδίκηση για τα 300 παλικάρια της Κοκκινιάς που πήραν οι κατακτητές στο Χαϊδάρι.
Ο Γ. Πισσάνος -διοικητής και καπετάνιος του 3ου Τάγματος του ΕΛΑΣ- χαρακτήρισε την 7η Μάρτη 1944 σημαντική ημέρα δόξας για την Κοκκινιά, γιατί αυτήν την ημέρα η πόλη σφράγισε την αντιστασιακή ιστορία της. Στην έκθεση του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ αναφέρεται, επίσης, πως ήσαν απερίγραπτοι οι ηρωισμοί των μαχητών. Εκείνο, όμως, που δημιούργησε δέος και ξεπέρασε κάθε προσδοκία ήταν η συμμετοχή του λαού (ανδρών, γυναικών, εφήβων ακόμα και των παιδιών). Τρέχανε να συνδράμουν τους τραυματίες, να βρουν φυσίγγια, οπλίζονταν και ζητούσαν να οργανωθούν άμεσα στον ΕΛΑΣ. Στήριξαν την αντίσταση με απαράμιλλο θάρρος, αίσθημα ευθύνης, αυτοθυσία και ψυχική γενναιότητα.
Οι Γερμανοί κι οι ντόπιοι συνεργάτες τους δεν κατόρθωσαν να πατήσουν ξανά -οργανωμένα- το πόδι τους στην Κοκκινιά μέχρι την 17η Αυγούστου, τη μέρα που η πόλη ζει την κορυφαία στιγμή της αιματοχυσίας της, το ιστορικό Μπλόκο της Κοκκινιάς. Το “Μπλόκο” ήταν -μεταξύ άλλων- η εκδικητική κατάληξη του δράματος της 7ης Μάρτη, τ’ αντίποινα των Γερμανών για την ήττα που υπέστησαν στη Μάχη της Κοκκινιάς.
Στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου
Όπως ήταν αναμενόμενο οι αιχμάλωτοι που πιάστηκαν από το τριήμερο πρώτο μπλόκο της Κοκκινιάς, μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης που είχαν στήσει οι γκεσταπίτες στο Χαϊδάρι.
Το κολαστήριο του Χαϊδαρίου ήταν τόπος συγκέντρωσης αγωνιστών όχι μόνο από τον Πειραιά και την Αθήνα, αλλά και από ολόκληρη την περιοχή της Αττικής. Στον χώρο αυτό γίνονταν η επιλογή των αιχμαλώτων που στέλνονταν όμηροι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, μετά από εξαντλητικά βασανιστήρια και εκατοντάδες εκτελέσεις.
Μετά τη Μάχη της Κοκκινιάς στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου στάλθηκαν όπως αναφέρθηκε 300 Κοκκινιώτες. Τους έκλεισαν στα υπόγεια του «μπλοκ 3» και στο πάνω πάτωμα του «μπλοκ 4» (μαζί με κρατουμένους από την Χαλκίδα). Αμέσως άρχισαν στους περισσότερους το βασανιστήριο με το «φιδάκι» για αντίποινα και για να προδώσουν συναγωνιστές από την Κοκκινιά. Οι άνδρες της Γκεστάπο έψαχναν διάφορους τρόπους για ακόμα πιο οδυνηρά βασανιστήρια και μόνο στο άκουσμα ότι οι αιχμάλωτοι είναι από την Κοκκινιά.
Στις 9 Μάρτη 1944, 50 κρατούμενοι μεταφέρονται στα νταμάρια του Χαϊδαρίου όπου και εκτελούνται. Ανάμεσά τους και 37 Κοκκινιώτες (μέσα σ΄ αυτούς και ο «ποιητής» από τον Ορειβατικό Φυσιολατρικό Όμιλο Κοκκινιάς (ΟΦΟΚ), σημερινό ΟΦΟΝ, ο Αλέξανδρος Μουχτούρης).
Από τους 37 εκτελεσμένους Κοκκινιώτες οι 5 ήταν Αρμένιοι. Ήταν οι Καλατερζάν Κιρκόρ, Κασαπιάν Παρσέκ, Τσενεκιάν Αγκόπ, Τσενεκιάν Οσίκ, Χατζησοκιάν Γιόγια. Δεν πρέπει να λησμονούμε το μέγεθος της Αρμενικής κοινότητας στην πόλη μας, κυρίως στην περιοχή των Άσπρων Χωμάτων, όπου η προσφορά της στη μάχη της Κοκκινιάς και στον αντιστασιακό αγώνα της πόλης ήταν ιδιαίτερα σημαντική.
Στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ο ερχομός των Κοκκινιωτών έδωσε διαφορετική πνοή στη ζωή των κρατουμένων. Όπως αναφέρει ο Αντώνης Φλούντζης, γιατρός του στρατοπέδου, οι Κοκκινιώτες άλλαξαν με τη ζωντάνια τους τη ζωή του στρατοπέδου και τόνωσαν το ηθικό όλων των κρατουμένων, ανδρών και γυναικών. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους που ήρθαν από την Κοκκινιά ήταν και 30 νεαροί από τον ΟΦΟΚ ο οποίος διέθετε μουσικό όμιλο. Αμέσως λοιπόν οι ΟΦΟΚίτες άρχισαν το τραγούδι και την πρώτη Κυριακή της κράτησής τους (12 Μάρτη 1944) οργάνωσαν εκδήλωση που συμμετείχε όλο το στρατόπεδο. Μπορεί οι ΟΦΟΚίτες να απολύθηκαν γρήγορα, αλλά οι εκδηλώσεις κάθε Κυριακή μεσημέρι ήταν ήδη θεσμός, και κράτησαν μέχρι την απελευθέρωση.
Aπό το Χρονικό Μνήμης του Δήμου Νίκαιας Τo Μπλόκο της Κοκκινιάς 2004

Πηγές: polisnikaia.gr, alfavita.gr via Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών

μεσω Σιβυλλα

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

«Σας νικήσαμε τέρατα!»



kastro ymittou 4



Την άνοιξη του 1944 η Αθήνα συγκλονίζεται από σφοδρές μάχες μεταξύ Γερμανών, ταγμάτων ασφαλείας και του ΕΛΑΣ, ο οποίος αμφισβητεί πλέον ανοικτά την εξουσία των αρχών κατοχής στις γειτονιές της πρωτεύουσας.
Τα ξημερώματα της...
28ης Απριλίου, δύο λόχοι ταγματασφαλιτών με βαρύ οπλισμό, περικύκλωσαν ένα μικρό σπίτι επί της οδού Αγρέων στον Υμηττό για το οποίο υπήρχαν πληροφορίες πως ήταν «γιάφκα» ΕΛΑΣιτών.
Οι πληροφορίες τους ήταν σωστές. Το σπίτι χρησίμευε ως αποθήκη οπλισμού του ΙΙ Τάγματος Βύρωνα-Γούβας του ΕΛΑΣ.
Το προηγούμενο βράδυ είχαν καταλύσει  εκεί τρεις μαχητές, ο Δημήτρης Αυγέρης, ο Θάνος Κιοκμενίδης και ο Κώστας Φολτόπουλος.
Αποφάσισαν να αντισταθούν χρησιμοποιώντας τα όπλα της αποθήκης.


Οι ΕΛΑΣιτες: Κώστας Φολτόπουλος, Δημήτρης Αυγέρη και Θάνος Κιοκμενίδης
Οι ΕΛΑΣιτες: Κώστας Φολτόπουλος, Δημήτρης Αυγέρης και Θάνος Κιοκμενίδης

Η μάχη άρχισε  λίγο πριν τις 08.00. Οι ταγματασφαλίτες «ράντισαν» το σπίτι με πυρά βαρέων πολυβόλων και βλήματα όλμων.
Στη συνέχεια προσπάθησαν να προωθηθούν. Οι αμυνόμενοι όμως, απάντησαν με ανασχετικά πυρά και ρίψη χειροβομβίδων.
Κάθε προσπάθεια των πολιορκητών να πλησιάσουν πνιγόταν στο αίμα. Η μάχη συνεχιζόταν άγρια όταν ο Φολτόπουλος χτυπήθηκε θανάσιμα.
Οι άλλοι δύο μαχητές συνέχισαν να μάχονται με μεγαλύτερο πείσμα. Οι όλμοι κατέστρεψαν την οροφή του σπιτιού, ενώ το πάτωμα πήρε φωτιά.
Τα πυρομαχικά των ανταρτών έφταναν στο τέλος τους.
Τότε άρχισαν να καταστρέφουν τον οπλισμό για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών.
Ξαφνικά ο Κιοκμενίδης έπεσε νεκρός. Ο Αυγέρης συνέχισε να αμύνεται λυσσασμένα, σύντομα όμως τραυματίστηκε.
Κατά τις 15.30, σύμφωνα με μαρτυρίες γειτόνων, ο μαχητής του ΕΛΑΣ επιχείρησε έξοδο αυτοκτονίας.
Βγήκε έξω πυροβολώντας και φωνάζοντας «σας νικήσαμε τέρατα». Μια ριπή τον έριξε νεκρό.
Οι ταγματασφαλίτες όρμησαν στο σπίτι να συλλάβουν και άλλους αντάρτες.
Θεωρούσαν ότι βρίσκονταν εκεί δεκάδες. Τότε συνειδητοποίησαν ότι είχαν εμπλακεί σε μάχη επτά ωρών με τρείς μόνο αντιπάλους.
Μια μάχη την οποία πλήρωσαν με δεκάδες νεκρούς.


Ο 84χρονος σήμερα ΕΠΟΝιτης, Πέτρος Μπουρδουκούτας έχει δημιουργήσει βιβλιοθήκη στο "Κάστρο του Υμηττού"


Ο 84χρονος σήμερα ΕΠΟΝιτης, Πέτρος Μπουρδουκούτας έχει δημιουργήσει βιβλιοθήκη στο «Κάστρο του Υμηττού»
Η ηρωική θυσία των τριών ΕΛΑΣιτών αποτέλεσε μια από τις πιο λαμπρές σελίδες δόξας της Εθνικής Αντίστασης η οποία δυστυχώς, όπως και πολλές άλλες, παραμένει άγνωστη στην Αθήνα,
την πόλη που «καταπίνει» την ιστορική μνήμη.
Νίκος Γιαννόπουλος
ιστορικός
"mixanitouxronou

μεσω σιβυλλα

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Αυτοί και αυτά που λείπουν σήμερα




34 χρόνια χωρίς τον «Αρχάγγελο» της Κρήτης

Τζένη Καρέζη – Νίκος Ξυλούρης   ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ



Η Μηχανή του χρόνου - Νίκος Ξυλούρης Νίκος Ξυλούρης - Ήτανε μια φορά

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

GO BACK

Χριστούγεννα 1944: ο Λαός της Λέσβου γράφει τη δική του ιστορία, «GO BACK»

 απο λεσβος




Ιστορικό πλαίσιο  Δεκέμβρης του '44. Ένοπλες συγκρούσεις  στην Αθήνα το Δεκέμβριο 1944 - Ιανουάριο 1945, ανάμεσα στις δυνάμεις αριστερών οργανώσεων (ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΚΚΕ) και τις Βρετανικές και Κυβερνητικές δυνάμεις που ανήκαν στο υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, από την σοσιαλδημοκρατία (όπως ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ηγέτης του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος») έως τα τάγματα ασφαλείας. Η έναρξή τους, στις 3 Δεκεμβρίου του 1944, σηματοδοτείται από τους πυροβολισμούς των Κυβερνητικών και Αγγλικών δυνάμεων μπροστά στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη ενάντια στη διαδήλωση του ΕΑΜ που είχε οργανωθεί ως απάντηση στο τελεσίγραφο της κυβερνησης εθνικής ενώσεως (1-12-1944) για τον αφοπλισμό όλων των αντάρτικων ομάδων, με αποτέλεσμα το θάνατο 28 διαδηλωτών και τον τραυματισμό άλλων 148. Παράλληλα ο στρατηγός Σκόμπυ προέβη σε διάγγελμα. Και όλη η Ελλάδα με κομμένη ανάσα παρακολουθεί τις δραματικές εξελίξεις,την ίδια στιγμή, παραμονή Χριστουγέννων, 24-27 Δεκέμβρη του '44, ο Λαός της Λέσβου γράφει τη δική του εποποιία αποκρούοντας μια άλλη επιχείρηση του αγγλικού ιμπεριαλισμού να βάλει πόδι στο ηρωικό νησί στέλνοντας τον αυτοκρατορικό αποικιακό στρατό των «μαύρων» των Ινδών. Το νησί της Λέσβου, όταν άρχισαν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα, από όλα τα νησιά, ήταν το μόνο που βρισκόταν με ΕΑΜική Αυτοδιοίκηση, με ΕΛΑΣ και Εθνική Πολιτοφυλακή. Κι ακόμα με λαϊκά δικαστήρια σε λειτουργία και με το 85% του πληθυσμού της οργανωμένο στις ΕΑΜικές Οργανώσεις. Κι αυτό, δεν μπορούσε να γίνει ανεκτό, προφανώς, από τους Άγγλους και την "σοσιαλδημοκρατία", αλλά και τους αντιδραστικούς που είχαν συσπειρωθεί υπό τον Γ. Παπανδρέου και μεθόδευαν την καθυπόταξη του ελληνικού λαού.
Μέσα λοιπόν σ' αυτές τις συνθήκες οι Αγγλοι μεθόδευσαν να βάλουν πόδι στο νησί, επιχειρώντας την αποβίβαση των μαύρων Ινδών που έφεραν με τον αυτοκρατορικό τους στόλο. Εκεί και τότε, λοιπόν, ο λαός της Λέσβου έγραψε μια μεγάλη εποποιία, μια εποποιία, 24-27 Δεκέμβρη '44. Είναι ακριβώς αυτό το τετραήμερο που σύσσωμος ο λαός της Λέσβου με την καθοδήγηση του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ ξεσηκώθηκε αναγκάζοντας τα αγγλικά στρατεύματα να φύγουν όπως ήρθαν χωρίς να πατήσουν πόδι στο ηρωικό νησί. Σ' αυτό τον ξεσηκωμό είναι που έμεινε γνωστό στην ιστορία το ανάθεμα του λαού με την έκφραση «GO BACK» προς τα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα.


ΠΩΣ ΕΓΙΝΑΝ ΤΑ ΠΡΑΜΑΤΑ
Κυριακή, παραμονή Χριστούγενα του 1944. Στις εφτά το πρωί, μαθεύτηκε σ' ολόκληρη την πόλη, πως απ' την αυγή άραξαν όξω απ' το λιμάνι έξι καράβια, μεταγωγικά γεμάτα μαύρους και τρία πολεμικά Εγγλέζικα. Στα μπλόκια είχαν κιόλας ξεφορτώσει έξι στρατιωτικά αυτοκίνητα. Τα φύλαγαν δυό μαύροι. Στο ίδιο μέρος ήταν κι άλλα φορτηγά που από καιρό είχαν φέρει στο νησί οι Άγγλοι.
Η μέρα ήταν βαριά και κρύα. Φυσούσε δυνατός αγέρας κι ώρες ώρες έριχνε χιονόνερο. Τα χωνιά γυρίζουν στις γειτονιές και ειδοποιούν τον κόσμο. «Οι δολοφόνοι του γενναίου λαού της Αθήνας και του Πειραιά, ο Παπανδρέου κι ο Σκόμπι, θέλουν να ματοκυλίσουν και το ηρωικό νησί μας, θέλουν να φέρουν μια μαύρη τρομοκρατία για να μας υποδουλώσουν. Έξι πλοία με αραπάδες βρίσκονται στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Νιάτα και λαέ! Εμπρός, όλοι άντρες γυναίκες και παιδιά να ζητήσουμε να φύγουν απ' το νησί μας οι μαύροι, θάνατος στο φασισμό - Λευτεριά στο λαό».
Όλοι που βρίσκονταν στην προκυμαία, τριγυρνούσαν ανήσυχοι κι όλοι αναρωτιώνταν για το τι έμελλε να γίνει. Θα βγουν; Είναι περαστικοί; Τί ζητούν από μας; Όσο ψήλωνε η μέρα, πύκνωνε κι ο κόσμος. Όσα μαγαζιά είχαν ανοίξει, έκλεισαν. Η απεργιακή Επιτροπή που από καιρό βρισκόταν σ' επιφυλακή κήρυξε γενική απεργία. Σ' όλο το νησί. Οι Ελασίτες και η Πολιτοφυλακή βρισκόταν στις θέσεις τους. Κι ο κόσμος όλο και κατέβαινε.
Στις εννιά η ώρα απ' ένα μεταγωγικό άρχισαν να κατεβαίνουν αραπάδες σε τορπιλάκατο. Με γυλιό στον ώμο και πάνοπλοι. Ετοιμαζόταν να βγουν. Τα χωνιά μπήκαν πάλι σ' ενέργεια. Έτσι μαζεύτηκε πολύς κόσμος. Τώρα όλοι τραβούσαν κατά το ταχυδρομείο, κατά κει είχε τιμόνι και η τορπιλάκατο. Αξιωματικοί του ναυτικού, και ναύτες πολέμησαν να κρατήσουν τον κόσμο στα σύρματα. Το πλήθος έσπασε τη ζώνη κι όλοι φώναζαν «πίσω, δε σας θέλουμε».
Πολλές γυναίκες έπεσαν απάνω στο αποβατικό σκάφος και φώναζαν «χτυπάτε». Οι μαύροι κοιτούσαν με απορία τον κόσμο που με κανένα τρόπο δεν τους αφήνε να πατήσουν πόδι στη γη. Ο κόσμος κατεβαίνει, όλο κατεβαίνει. Οι μπούκες των πολυβόλων είναι γυρισμένες κατά πάνω του. Δε δείλιασε κανένας. Γυναίκες βγάζουν τα τσόκαρα και τα σηκώνουν καταπάνω στους μαύρους που σαστισμένοι συμαζεύουνται μέσα στην τορπιλάκατο. Το πλήθος την αβαρέρνει με αμέτρητα χέρια.
Η απόβαση δε μπορούσε να γίνει εκεί. Η τορπιλάκατο έκανε πίσω κι έβαλε τιμόνι ολοταχώς κατά τα μπλόκια. Όλοι τρέχουν κατά κει.
Φτάνουν πάνω στην ώρα. Ένας ναύτης προσπαθεί να ρίξει κάβο, τον περνούν και τον πετούν στη θάλασσα. Μια, δυο, τρεις φορές. 'Έβλεπες γυναίκες να ζητούν να τον κόψουν με τα δόντια. Μια στιγμή κατάφεραν να δέσουν. Κάποιος έκοψε το σκοινί με μαχαίρι. Κι' όλο το πλήθος φώναζε «πίσω, πίσω, δε σας θέλουμε». Ένας ναύτης πάτησε τα χέρια ενός παιδιού που 'χε κολήσει στην τορπιλάκατο. Τα χέρια δεν παράτησαν το σφίξιμο. Το παιδί πολεμά ν' ανέβει στην τορπιλάκατο να χτυπήσει τους μαύρους. Το πλήθος ουρλιάζει. Ο αγέρας πάγωνε τους ανθρώπους· η βροχή τους μούσκεβε μα δεν έφευγε κανένας. Έφυγαν οι μαύροι η τορπιλάκατο πλεύρισε το καράβι· ο στρατός μπήκε πάλι στο μεγάλο μεταγωγικό.

Εξακολουθεί να βρέχει· η προκυμαία γεμίζει κόσμο. Κατεβαίνουν από παντού. Τραγουδούν τον αντάρτικο. Στα μπλόκια οι γυναίκες κάθουνται και περιμένουν. Τις δέρνει το χιονόνερο κι η παγωμένη αλισάχνη. Ο αγέρας δυναμώνει. Ο κόσμος μαζεύει ξύλα κι ανάβει φωτιές· στήνουνται πρόχειρες σκηνές με τέντες από αυτοκίνητα.
Η επιτροπή του αγώνα που ανέβηκε στα πλοία, κάθησε τρεις ώρες. Φαίνεται πως η απάντηση του Τόρνμπουλ είναι τούτη: οι μαύροι θα βγουν ό,τι και να γίνει. Τα χωνιά ρίχνουν το σύνθημα να μη φύγει κανένας. Δεν έφυγε κανένας. Τραγουδάν τον αντάρτικο και σφίγγουν τις γροθιές. Βρέχει. Κρυώνει. Μα δεν έφυγε κανένας.
Το απόγιομα παράτησε η βροχή, μα ο αγέρας φυσούσε πιο δυνατός και κρύος. Στις τρισήμιση έφεραν, με κάρα κάστανα και μανταρίνια κι έφαγε ο κόσμος. Λίγα πράματα, ένα δύο κάστανα ο καθένας, μισό μανταρίνι. Για το φαΐ δε νιαζόταν κανείς. «Εμείς θέλουμε να φύγουν». Έτσι φώναζαν.
Λίγο πιο υστέρα, ένα μικρό σάτι έβανε πλώρη κατά το Μακρύ-γιαλό. Πολύς κόσμος έτρεξε κατά κει και δεν άφησε τους αραπάδες να βγούνε. Έμειναν εκεί πολλοί άνθρωποι να φυλάγουν βάρδια.
Τ' απόγεμα καταφτάνουν συνταγμένοι, οπλισμένοι οι Μοριανοί. Ένα σωρό άνθρωποι με σκουριασμένες χατζάρες, κασμάδες, τσεκούρια και ξύλα. Και με ψυχή. Έρχουνται οι Αγιασώτες, η αγροτιά της Γέρας, οι βασανισμένοι του Λεσβιακού κάμπου. Μέσα στη νύχτα που άρχισε να πυκνώνει γιαλίζουν παράξενα οι σπάθες, οι μαχαίρες, τα ντουφέκια. Τους καινούριους τους υποδέχουνται οι παλιοί με ζήτω, χαλασμός κυρίου. Όλη αυτή τη νύχτα την πέρασε τόσος κόσμος που έκανε ώρες ποδαρόδρομο, πάνω στην προκυμαία. Μέσα στη λάσπη και στο κρύο. Δε νοιάστηκε κανένας ούτε για φαΐ, ούτε για κρεβάτι. Άναβαν φωτιές να ζεσταθούν και τραγουδούσαν. Η προκυμαία γέμισε φλόγα και τραγούδι.
Αυτή τη νύχτα σηκώθηκαν οδοφράγματα με πέτρες, βαρέλια, αραμπάδες, κάσες και άλλα. Κάθε δρόμος και οδόφραγμα. Ο λαός αγρυπνούσε. Παντού.
Ξημέρωναν τα Χριστούγεννα κι από παντού καταφθάνουν οι αγρότες του νησιού με κασμάδες, τσεκούρια και ντουφέκια. Όλοι μαζώνονται στην προκυμαία και στα μπλόκια. Ο κόσμος δείχνει μεγάλη αποφασιστικότητα.
Απ' την αυγή άρχισαν πάλι τα χωνιά τη δουλιά τους «Όλοι στα μπλόκια. Όλοι στο πόδι». Άρχισαν να χτυπούν και καμπάνες. Όλοι περιμένουν. Ο καθένας πηγαίνει στη θέση του.
Όλη τη μέρα η πόλη ήταν έρημη. Η μέρα πέρασε με πολύ νευριασμό. Το κρύο τρυπούσε κόκαλο, ο κόσμος δίχως ρούχο, ξυπόλυτος, μισοχορτάτος, νηστικός, είναι αποφασισμένος για όλα.
Αργά το βράδυ, ήταν εφτά η ώρα, το μεγάλο πολεμικό ανέβασε σήμα μάχης. Τα μεταγωγικά ανάβουν τα φώτα τους οι μαύροι ετοιμάζουνται πάλι να μπαρκάρουν· χτυπούν καμπάνες, παίζουνε σάλπιγγες, αντηχούν τα χωνιά. Χαλά ο κόσμος. Το πλήθος τρέχει στα μπλόκια με αλαλαγμούς. Με γυμνομένα σπαθιά κι ορθά πελέκια. Μπροστά στην αποφασιστική στάση που κρατά ο λαός οι μαύροι κάνουν πίσω. Τα φώτα έσβυσαν και το πλήθος καταλάγιασε.
Φυσά, βρέχει, κρύο και λάσπη. Οι κουρασμένοι ζητούν απάνεμο μέρος να ζεσταθούν λίγο, να γύρουν. Πολλοί βολεύονται σε κοντινά σπίτια, σε κέντρα της προκυμαίας. Κείνη τη βραδιά κάπου στην προκυμαία, κεφαλοδεμένες αγρότισες χορεύουν γύρω απ' τη φωτιά το χορό του Ζαλόγγου «Έχετε γειά βρυσούλες...».
Κοντεύουν μεσάνυχτα. Χωνιά, σάλπιγγες και καμπάνες. Οι μαύροι αρχίζουν στα πλοία μανούβρες. Μα δεν είναι τίποτα. Ο λαός αγρυπνά παντού. Την αυγή στις πέντε πάλι τα ίδια.
Την άλλη μέρα και στις 27 οι μαύροι δεν έδειξαν καμιά διάθεση για απόβαση. Στις 28 το φορτηγό που ήταν πλευρισμένο στο εξωτερικό λιμάνι, βγήκε έξω στ' ανοιχτά. Άλλο ένα φορτηγό κι ένα αντιτορπιλικό έφυγαν. Την άλλη μέρα κατά το βράδυ έφυγαν κι άλλα καράβια. Απόμεινε ένα μονάχα φορτηγό κι ένα πολεμικό. Μαθεύτηκε πως ήρθανε στην Αθήνα ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Τσώρτσιλ κι ο Ήντεν. Ο Ταξίαρχος περίμενε κι αυτός το τι θα γινόταν στην Αθήνα. Οι μέρες και οι νύχτες πέρασαν ήσυχες. Απ' την προκυμαία όμως δεν έφυγε κανένας. Όλοι έμειναν στις θέσεις τους. Μέρα και νύχτα.
Στις τέσσερις αυτές μέρες έγιναν πολλές διαδηλώσεις κι ο λαός ενέκρινε διάφορα ψηφίσματα. Στις 27 ο λαός απαίτησε να φύγει ο Νομάρχης. Ο κ. Κόντης όλες αυτές τις μέρες στάθηκε ξένος στον πόνο του λαού. Απ' τις 27 του μήνα, μέρα Τετάρτη πήγε στη Νομαρχία το παλιό νομαρχιακό συμβούλιο.
Στις 28 ανακοινώθηκε επίσημα πως οι μαύροι δε θα πατούσαν πόδι στο νησί. Την είδηση τη δέχτηκε ο κόσμος με χαρά. Όλοι μαζεύτηκαν στο Δημαρχείο. Μίλησαν στο λαό: ο Γώγος, ο Αποστόλου, ο Φριλλίγος, ο Πιταούλης κι ο Χατζηπαυλής.
Την ίδια μέρα το μεσημέρι έγινε παρέλαση. Μπροστά η Ε.Α., υστέρα ο ΕΛΑΣ, η Πολιτοφυλακή, ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ. Απ' τα ζήτω χαλά ο κόσμος! Ραίνουν τους αντάρτες με λουλούδια. Πετούν καπέλα στον αέρα, φωνάζει ο κόσμος ζήτω και πάλι ξαναρχής. Όλη η μέρα πέρασε με χαρά και με τραγούδια. Ο λαός γιόρταζε τη νίκη του.

Ο τύπος
 Η «Ελεύθερη Λέσβος» κυκλοφόρησε σε 2 έκτακτες εκδόσεις με τα συνθήματα «Όλοι στα οδοφράγματα!» «Να φύγουν οι μαύροι!» «Υπερασπίστε τη λεφτεριά σας!» Στις 26/12/44 γιόρταζε κι όλας τη νίκη. Με τα συνθήματα «Go back!» «Ισχυρότερο το δίκιο του λαού!» και «Ο λαός πέρνει νέα δύναμη απ' τη νίκη του» και έδινε την είδηση πως ο Άγγλος πρωθυπουργός και υπουργός των εξωτερικών ήρθαν στην Αθήνα. Η «Αγροτική» στις 27/12/44 εφώναζε «Ζήτω ο αδάμαστος λεσβιακός λαός!» στις 28 ο «Αντιφασίστας» ετόνιζε τη συμβολή της Νέας Γενιάς στον αγώνα του λαού της Λέσβου.


Δείτε βίντεο συνοπτική αφήγηση των γεγονότων

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ
«Μονάχα έτσι θα πάψουν τα σήμερα “θέλουμε” και άβριο “δε θέλουμε”». Μ' αυτά τα λόγια, λένε, πως εξηγούσε στους απλούς ναύτες ένας προϊστάμενός τους ανώτερος, όταν ήρθαν τα καράβια του Turnbull και ο κόσμος δεν ήξερε ακόμα καλά, αν θα γινόταν απόβαση ή όχι.
Αυτή η εξήγηση κλείνει μέσα της ολόκληρη την πολιτική σημασία που είχε η απόβαση. Δεν είχε σκοπό να κάνει στρατιωτική κατοχή το νησί ο Άγγλος Ταξίαρχος. Ερχόταν σα «φίλος» και «σύμμαχος» και γι' αυτό δεν ελεγε «ψέματα», όταν βεβαίωνε πως τα στρατεύματά του «δεν πρόκειται να αναμιχθούν με το καθεστώς της νήσου».
Δεν εκινδύνευε η λευτεριά του λαού της Μυτιλήνης από κείνον. Ο ίδιος δε θα ήθελε να ανακατωθεί και να ρυθμίσει αμέσως τη διοίκηση του τόπου.
Ίσα - ίσα αυτό ήταν το σημαντικό. Η παρουσία μονάχα απ' τ' αποικιακά στρατεύματα θα ήταν αρκετή για να δημιουργήσει την κατάλληλη ατμόσφαιρα και να μπορέσουν να προκύψουν όλες οι ενέργειες οι αντιλαϊκές. Ήταν αρκετός ο αέρας τους για να δημιουργήσουν τις απαραίτητες συνθήκες για να καταργηθούν ουσιαστικά «μόνες τους» οι τοπικές λαϊκές αρχές, να διοριστούν αντιλαϊκά στοιχεία για πρόεδροι και άλλοι άρχοντες και ν' αρχίσει πάλι η δράση της γνωστής κλίκας, που άρχισε κιόλας σε άλλους τόπους, όπου η λαϊκή δύναμη ήταν σχετικά μικρότερη.
Ο Turnbull θέλησε να βοηθήσει τη ντόπια αντίδραση να επιβάλει το «κράτος του νόμου» της. Ήθελε να εφαρμόσει ομοιόμορφο καθεστώς στα νησιά του Αιγαίου. Η Μυτιλήνη μονάχα έμενε έξω· ήταν το μόνο νησί που κρατήθηκε εαμικό ολότελα και μπόρεσε ν' αντιδράσει αποτελεσματικά στα σχέδια που γύρεψαν να εφαρμόσουν οι «αρχές» για να εξουδετερώσουν με τρικλοποδιές την επιρροή του ΕΑΜ.
Στις στραβές και αντιλαϊκές ενέργειες που έκαναν οι αρχές, ο λαός μπορούσε να διαμαρτυρηθεί ελεύθερα και αποτελεσματικά στη Μυτιλήνη. Αυτό ήταν φυσικά εμπόδιο για την εφαρμογή του «κράτους του νόμου» που θα 'φερνε την κλίκα του Γκλύξμπουργκ. Ο λαός κατέβαινε ελεύθερα συλλαλητήριο και φώναζε «δε θέλουμε τον Ιατρίδη», όταν ο κ. Ιατρίδης μπόδιζε τον εφοδιασμό του νησιού με τις απαγορεύσεις του και την άλλη «θέλουμε το Γώγο μας», όταν τα όργανα του Παπανδρέου έπιαναν τον αντιπρόσωπο της Κ.Ε. του ΕΑΜ, Γώγο, και τον κουβαλούσαν ταλαιπωρόντας τον χωρίς λόγο απ' τη μια στην άλλη. Αυτά όλα ήταν σοβαρά εμπόδια και έπρεπε να λείψουν.
Ο Σύμμαχος Ταξίαρχος ήθελε να κάνει αποβίβαση εντελώς κανονικά, γι' αυτό και με διπλωματικότητα ζήτησε να βγάλει τα στραιεύματά του, που «θα σταθμεύσουν επί της νήσου δια να εκπαιδευθούν, ώστε να είναι διαθέσιμα δια επιχειρήσεις εναντίον του κοινού έχθρού, του Γερμανού».
Το επιχείρημα ήταν για πολύ απλόν κόσμο, όταν σκεφτεί ένας τί γινόταν κείνες τις ημέρες στην Αθήνα. Ενόμιζε ο κ. Turnbull πως μ' αυτό τον τρόπο θα κάνει την οργάνωση και το λαό μαζί να δεχτούν, όταν θ' άκουγαν το μεγάλο τάχα σκοπό. Και ήταν εύκολο τότε να πει - όπως το 'πε δα στο έγγραφό του ο Ταξίαρχος - «εδηλώσατε τας προθέσεις σας ν' αντισταθείτε εναντίον της αποβιβάσεως και ετάξατε τους εαυτούς σας προς το μέρος του εχθρού».
Ήταν της μόδας κείνες τις ημέρες αυτό το επιχείρημα. Οι Άγγλοι ανταποκριτές - ήταν οι μόνοι ξένοι ανταποκριτές τότε στην Ελλάδα - λέγανε πως μαζί με τον ΕΛΑΣ πολεμούν και Γερμανοί. Η αντίδραση γύρευε να δημιουργήσει εντύπωση μ' αυτό τον τρόπο, πως τάχα ο ΕΛΑΣ συμπράττει με τους Γερμανούς!
Πολλή αφέλεια σ' όλ' αυτά, θα πει ένας. Καο όμως σε άλλες περιπτώσεις αυτό θα 'πιανε. Μα και σήμερα βρίσκονταν άνθρωποι που δεν είχαν το πολιτικό κριτήριο και συνείδηση της δύναμης της λαϊκής και θα μπορούσε να γελαστούν και να δεχτούν.
Η αντίδραση γύρεψε κι άλλη φορά - στις 24/9/44 - να επηρεάσει την κατάσταση στη Μυτιλήνη, ζητώντας μ' ένα έγγραφο να σταματήσει ή να ματαιώσει τις συλλήψεις των συνεργατών του εχθρού, που έκανε ο ΕΛΑΣ.
Δεύτερη φορά έφερε Ιερολοχίτες σε τέτιον αριθμό χωρίς κανένα λόγο, που η παρουσία τους μπορούσε ν' αποτελέσει κίνδυνο για την ησυχία του τόπου και την ομαλή δημοκρατική του ζωή. Το ξεσήκωμα του λαού τους έκανε να φύγουν.
Τώρα ο Ταξίαρχος αποφάσιζε να ανακατωθεί στα γερά, παίρνοντας παράδειγμα από την Αθήνα. Έρχεται με τη φοβέρα της πολεμικής δύναμης απ' τη μιά και της ευθύνης απ' την άλλη για τα γεγονότα που θα μπορούσε να προκαλέσει η δύναμη αυτή, μιά και η απόβαση έπρεπε να γίνει για να «εκπαιδευτούν» οι Ινδοί.
Δεν μπορούσε να 'χει κανένα άλλο επιχείρημα για να φέρει πάνω στο νησί στρατό. Στον τόπο επικρατούσε ησυχία και καμιά αταξία δεν έγινε ούτε την ημέρα της Λευτεριάς, που θα μπορούσε να 'ναι και δικαιολογημένη. Όλες οι αρχές δούλευαν πολύ καλά και μαζί τους συνεργάζονταν οι βρεττανικές και αμερικανικές αρχές, χωρίς καμιά δυσκολία.
Ο πραγματικός σκοπός της απόβασης φαινόταν από τις μέρες που γινόταν· στην Αθήνα ο πόλεμος ήταν στην ακμή του και η παρουσία στρατού στο νησί ήταν κακό σημάδι για το λαό· γι' αυτό και το ΕΑΜ ζήτησε μονάχα την αναβολή της «αποβίβασης» ως που να ηρεμήσει η κατάσταση, πράμα που δε θ' αργούσε να γίνει.
Και ύστερα ο Ταξίαρχος κατάλαβε πως η διπλωματική μέθοδος δε τον βοηθούσε καθόλου, αφού δεν ήταν με το μέρος του η κατάσταση. Δεν ήθελε να χτυπήσει, γιατί το σκοπό του δεν τον βοηθούσε το να κάνει απόβαση, σα να 'ταν έδαφος εχθρικό το νησί. Αυτό θα 'ταν στο παθητικό του.
Βλέποντας το λαό αποφασισμένο να τον αντιμετωπίσει, εδίστασε ν' αποφασίσει να ξαπλώσει τον πόλεμο και σ' άλλη επαρχία της Ελλάδας. Και το δισταγμό του τον δυνάμωνε και η κίνηση που γινόταν στην ίδια την Αγγλία και σ' ολόκληρο τον κόσμο για το Ελληνικό ζήτημα. Όλοι μιλούσαν με συμπάθεια για τον αγώνα του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου και ζητούσαν να ικανοποιηθούν οι αξιώσεις του οι δίκιες.
Ο Άγγλος Ταξίαρχος αντίκρυσε την επίμονη άρνηση του λαού της Μυτιλήνης και αναγκάστηκε να τραβηχτεί.
Η νίκη του λαού της Μυτιλήνης είχε μεγάλη πολιτική σημασία. Εφύλαξε το λαό από τη φασιστική επιβολή και περιφρούρησε τις δημοκρατικές του ελευθερίες.
πηγές:Εκδόσεις Μνήμη-  Βιβλίο "Χριστούγεννα 1944 Μυτιλήνη" επιμέλεια Ηλία Παρασκεβαΐδη & του Τάκη Ελευθεριάδη/ Οι περισσότερες φωτογραφίες από το αρχείο του Δουκάκη Σίμου Χουτζαίου / vrahokipos.net / εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Γοργοπόταμος: Το στρατηγικό σχέδιο του Άρη



gorgopotamos2 

Γράφει ο kokkiniotis

Τη νύχτα της 25ης προς 26 Νοεμβρίου, πριν από 71 χρόνια, γράφτηκε μια από τις πιο λαμπρές σελίδες στην ιστορία της Εθνικής Αντίστασης. Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου. Η σημασία της αντιστασιακής αυτής ενέργειας στην εξέλιξη του πολέμου αλλά και στο φρόνημα των λαών που δίναν τη μάχη κατά του φασισμού, είναι λίγο πολύ γνωστή.
Στεκόμαστε σήμερα σε κάποιες λιγότερο γνωστές αλλά χαρακτηριστικές λεπτομέρειες που...
αντλούμε από το σημαντικό βιβλίο του Δημήτρη Δημητρίου –καπετάν Νικηφόρου: «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης».
Στο τρίτομο αυτό ντοκουμέντο που γράφτηκε το 1965, μεταξύ των άλλων περιγράφεται λεπτομερώς ο σχεδιασμός και η εκτέλεση της επιχείρησης της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου.
Σε αυτή την εξιστόρηση, αλλά και στον απόηχο της παράτολμης αυτής επιχείρησης, φαίνεται ο ρόλος του Άρη Βελουχιώτη, του Ναπολέοντα Ζέρβα και της πολιτικής του αγγλικού ιμπεριαλισμού.
Πριν προχωρήσουμε στο παράθεμα, να αναφέρουμε ότι η επιχείρηση στο ξεκίνημά της είχε να αντιμετωπίσει κάποιες πρόσθετες δυσκολίες. Οι Εγγλέζοι, παρακάμπτοντας τις εαμικές οργανώσεις, προσέγγισαν τον δάσκαλο Πιστόλη και του ζήτησαν να βρει ανθρώπους από τη Λαμία και τα χωριά του κάμπου για να βοηθήσουν. Αυτός μιλούσε με ενθουσιασμό για την ενέργεια, όμως κάποιοι τον πρόδωσαν και συνελήφθη από τους Ιταλούς μαζί με άλλους που μετά από βασανιστήρια είπαν τι σχεδιάζεται. Οι Ιταλοί, που είχαν πιάσει και πολλούς δυναμίτες από τα εφόδια των Άγγλων, ήξεραν πλέον τι πρόκειται να γίνει και ενίσχυσαν τις φρουρές τους στη σιδηροδρομική γραμμή.
Αναφέρουμε επίσης ότι ο καπετάν Νικηφόρος ήταν αξιωματικός της σχολής Ευελπίδων ενώ ο

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Οι έξι Θεές του Ολύμπου (Ήρα, Αθηνά, Άρτεμις, Δήμητρα, Εστία, Αφροδίτη) ...Η σημασία των ονομάτων τους.

απο αλεπου του Ολυμπου

 

 

Οι έξι Θεές του Ολύμπου


Ήρα: Γιά το όνομα τής σεπτής Βασίλισσας των Θεών δύο είναι οι σοβαρότερες ετυμολογικές εκδοχές. Είτε προέρχεται από την δασυνόμενη λέξη «ώρα», η οποία πρωτίστως υποδηλώνει την «χρονική περίοδο», είτε από την επίσης δασυνόμενη λέξη «ήρως», που σημαίνει «ήρωας», οπότε Ήρα είναι είτε η χρονική περίοδος είτε η ηρωίδα. Το όνομα απαντά και ως Ήρη ή Ηρώ.


Αθηνά: Η ετυμολόγηση τού πανάρχαιου ονόματος τής Παρθένου Αθηνάς έχει γνωρίσει διάφορες απόπειρες. Εδώ παρατίθεται προς κρίση η γνώμη τού υπογράφοντα. Το όνομα προέρχεται από το στερητικό...
«α-» και την λέξη «θήνιον», η οποία, κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, σημαίνει «γάλα», οπότε Αθηνά είναι «εκείνη που δεν έλαβε γάλα», «εκείνη που δεν θήλασε», υπονοώντας σαφώς την γέννηση τής Θεάς από την κεφαλή τού Δία, απ’ όπου η Αθηνά εξήλθε πάνοπλη και ετοιμοπόλεμη.
Άρτεμις: Το όνομα τής Αειπαρθένου Αρτέμιδος προέρχεται από το επίθετο «αρτεμής», δηλαδή «σώος, ακέραιος, υγιής», το οποίο, με την σειρά του, συντίθεται από τις λέξεις «άρτιος» (τέλειος, πλήρης) και «τέμνω» (κόβω, τεμαχίζω). Άρτεμις, λοιπόν, είναι η σώα, η ακέραια, η υγιής. Στην κλασική ελληνική γλώσσα, το όνομα κλίνεται «η Άρτεμις, τής Αρτέμιδος», με κλητική «Άρτεμις», ενώ στην νέα ελληνική υπάρχουν δύο τρόποι: είτε «η Άρτεμη, τής Άρτεμης», με κλιτική «Άρτεμη», είτε «η Άρτεμις, τής Αρτέμιδας», με κλιτική «Άρτεμις».

Δήμητρα: Το όνομα τής καρποφόρου Θεάς τής γονιμότητας προέρχεται από τις λέξεις «δα» ή «δη» και «μήτηρ». Η πρώτη σημαίνει «γη» και η δεύτερη «μητέρα», άρα Δήμητρα είναι η Μητέρα Γη. Το αρσενικό όνομα Δημήτριος σημαίνει «εκείνον που ανήκει στην Δήμητρα», «εκείνον που είναι τής Δήμητρας».

Εστία: Το όνομα τής σεμνής Εστίας προέρχεται είτε από το ρήμα «έζομαι», που σημαίνει «καθίζω τον εαυτό μου, διαμένω», οπότε Εστία είναι η διαμονή, είτε από το ρήμα «ίστημι», δηλαδή «στήνω, ιδρύω, ανεγείρω», οπότε Εστία είναι η κατοικία. Ο σημερινός όρος «εστία» συμπεριλαμβάνει αμφότερες τις έννοιες.

Αφροδίτη: Το όνομα τής ερωτικής Θεάς προέρχεται από την λέξη «αφρός» και το ρήμα «δίω» (φεύγω, απομακρύνομαι ταχέως), άρα Αφροδίτη είναι «εκείνη που φεύγει μέσα από τον αφρό». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ετυμολόγηση τού ονόματος από τον παράλληλο τύπο «Αβροδίτη», ο οποίος σημαίνει «αβροδίαιτη», δηλαδή «εκείνη που διάγει βίο τρυφηλό».

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Ο Βάιος Μαλλιάρας




Ο Βάιος Μαλλιάρας γεννήθηκε στον Πυργετό Λάρισας το 1907.
Σε μια περιοχή με πλούσια φυσική ομορφιά, όπου ο Όλυμπος και ο Κίσσαβος ερίζουν για την κοιλάδα των Τεμπών, ο Βάιος Μαλιάρας έκανε τα πρώτα του μουσικά βήματα εμπνευσμένος από τους ήχους της φύσης. Ο ίδιος, αφού καθιερώθηκε ως μουσικός, συνήθιζε να λέει όποτε τον ρωτούσαν: «Ξέρεις τι αυτί έχω εγώ; Ξέρεις που μεγάλωσα; Στον Πυργετό, στα Τέμπη. Άκουγα τ' αηδόνια και μετά τα 'πιανα στο κλαρίνο».

Τα πρώτα μαθήματα κλαρίνου τα παίρνει από δυο «Τουρκόγυφτους», τον Τζιαμαλή και Χαλιαμπά που είχαν ξεμείνει στον Πυργετό. Πήγαινε λοιπόν κοντά σ αυτούς και παρακολουθούσε τα «πατήματά» τους. Στην αρχή «παρτσακλά», όπως ο ίδιος έλεγε. Ο ένας απ' αυτούς γρήγορα αντιλήφθηκε τις αρετές στο παίξιμό του και του έλεγε «εσύ θα γίνεις μεγάλος μουσικός».

Σε ηλικία 26 χρόνων, το 1933, ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια «Τ' Αρβανιτοβλάχικο» και την «Ιτιά», κάνοντας την αρχή μιας λαμπρής πορείας που θα συνεχιστεί για 45 περίπου χρόνια. Συνεργάζεται με τις πιο μεγάλες δισκογραφικές εταιρίες και αποκτά φήμη και δόξα. Παρόλα αυτά δε θα γίνει ποτέ πλούσιος.
Ηχογράφησε σε δίσκους γκαραγκούνικα, βλάχικα, σαρακατσάνικα, νησιώτικα, μακεδονικά, ρουμελιώτικα τραγούδια εκτελεσμένα με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Υπάρχουν τρεις χιλιάδες δίσκοι περίπου, αριθμός εκπληκτικός. Παράλληλα γράφει και δικά του τραγούδια για την Αννούλα, τη Μαρία, την Όλγα. Με τον Θεοχάρη Παντίδη γράφει το πολυτραγουδισμένο «Ωραία είναι η νύφη μας» και άλλα τραγούδια γάμου. Ο Ηλίας Ερίνης είναι αυτός που έγραψε τα περισσότερα τραγούδια για τον Μαλλιάρα. Συμμετέχει στις γνωστές δισκογραφίες «Τραγούδια του Λόγγου» και «Ελληνική Λεβεντιά».

Στα πρώτα του βήματα συνεργάζεται με οργανοπαίκτες της περιοχής. Στην μεταπολεμική περίοδο ο Μαλλιάρας είναι πλέον καταξιωμένος καλλιτέχνης. Συνεργάζεται με πολύ γνωστά ονόματα μουσικών απ' όλη την Ελλάδα: το Γιώργο Κόρο, τη Ρόζα Εσκενάζυ, τη Νίτσα Τσίτρα κ.α. Ακολουθούν ταξίδια στο εξωτερικό, όπως στον Καναδά και την Αυστραλία όπου παίζει για τους έλληνες της ξενιτιάς.

Η πρωτοχρονιά του 1988 θα είναι διαφορετική για ολόκληρο το μουσικό κόσμο. Ο Βάιος Μαλλιάρας σβήνει στον Πυργετό. Το έργο του θα μείνει παντοτινά για να θυμίζει το μεγάλο λαϊκό καλλιτέχνη. Όλος ο Πυργετός για δυο μέρες σείεται στους ρυθμούς του κλαρίνου, θρηνεί με τις μοναδικές μελωδίες που συνέθεσε ο μπάρμπα Βάιος. Οι φίλοι και σύντροφοί του τον οδηγούν με κλαρίνα και βιολιά στην τελευταία του κατοικία, εκπληρώνοντας με τον τρόπο αυτό την τελευταία επιθυμία του γέροντα. Τον αποχαιρετούν με ένα τραγούδι-μοιρολόι από το στόμα του Κώστα Πέτκου:
Εγώ στον ήλιο ορκίστηκα
Ποτέ μην τραγουδήσω
Μ' απόψε για το φίλο μου
Τον Βάιο το Μαλλιάρα
Θα πω τραγούδι θλιβερό...

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Κρανιά: Το πετράδι του Κάτω Ολύμπου


απο pythari.gr

                                          
Ανέκδοτο Ποίημα
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΤΖΗΣ:Ένας γνήσιος λαϊκός ποιητής που έρχεται από τον
προ-προηγούμενο αιώνα

Το ποιήμα γράφτηκε την εποχή της κατοχής που πολλοί χρωστούσαν την ζωή τους στο ταπεινό καλαμπόκι.
"Σύμπαν Στοπ"

Διαβάτα σταμάτησε να δεις το Μέγα Θαύμα
ο αραβόσιτος περνά, κάνε κανένα τάμα.
Κατέριψες όλα τα ρεκόρ, το πήδημα, την πάλη
Τράπεζας κλωτσοπάτησες, χρυσό, διαμάντια, λάδι.

Σήμα κινδύνου έγινες, σίφουνας που σαρώνεις
και για μια σου και μόνο προσταγή ο κόσμος κακαρώνει.
Της Ευρώπης το σάλο διαβαίνεις
Σου χρειάζετε κορώνα τρανή
μες τα πτώματα περνάς και διαβαίνεις
και θερίζεις τον κόσμο γραμμή.

Το σύμπαν σε φοβήθηκε και ο κόσμος σε τρομάζει
Κι αυτός ακόμα ο Χριστός, λίγο ψωμί φωνάζει.
Στο άκουσμα σου τρέμουνε το σύμπαν σταματά
ακρόασιν δεν δέχεσαι, συζήτηση καμιά.

Κίτρινου είσι αντίχριστου
μα έχεις περίσσιες χάρες
Πλούσιοι φτωχοί μεγάλοι ταλαντούχοι                                                  
όλοι αμάν φωνάζουμε για λίγο καλαμπούκι.                                   

Τα γρούνια δεν σε τρώγανε
διότι δεν αξίζεις
μα τώρα γίγκις άρωμα
και απο μακριά μυρίζεις. 
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΤΖΗΣ 1894-1982  

Το χωριό πήρε το όνομα του απο το γνωστό δέντρο. Βρίσκετε στην ανατολική πλευρά του Κάτω Ολύμπου σε υψόμετρο 700 μέτρων.
Μπροστά του απλώνεται πανοραμικά η μικρή πεδιάδα των εκβολών του Πηνειού, που ορίζεται από τις βόρειες πλαγιές του Κισσάβου, τα Τέμπη, τις ανατολικές πλαγιές του Κάτω Ολύμπου και το Θερμαϊκό κόλπο.
  Χωριό πολύπαθο με κατοίκους αξιοσέβαστους, αξιοπρεπείς και "μαχητές" αφού φροντίζουν μέχρι τις μέρες μας να κρατάνε με νύχια και με δόντια τα ήθη και τα έθιμα τους.
Η ασχολία των κατοίκων ήταν η υφαντουργία μεταξωτών υφασμάτων (αλατζάδων) αλλά και η αμπελοκαλλιέργεια που ευνοείται μέχρι σήμερα λόγω του μικροκλίματος της περιοχής.
Οι κάτοικοι σήμερα ακόμα ασχολούνται με τη γεωργία (αμπελουργία) και την κτηνοτροφία.
Η Κρανιά Κάτω Ολύμπου έχει μεγάλη ιστορία και γίνεται γνωστή από τον 16ο ως τις αρχές του 19ου μ. Χ., όπου αρχίζει να έχει μια καλλιτεχνική ανάπτυξη που φτάνει μέχρι τις μέρες μας.
Κρανιά Θεσσαλικός κάμποςΕικόνες, ξυλόγλυπτα, τέμπλα και τα μανουάλια των εκκλησιών του Ιωάννου Προδρόμου, του Αγίου Δημητρίου, του Προφήτη Ηλία, του Αγίου Ταξιάρχη Μιχαήλ και της Παναγίας, των εισοδίων της Θεοτόκου είναι ένα μόνο μέρος της ανάπτυξης αυτής.
 Το 1765 επισκέφτηκε το χωριό ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και μίλησε στους Κρανιώτες στη θέση Τσιαφούτη, στο σημείο εκείνο υπάρχει μέχρι και σήμερα μνημείο.
 Κατέχει επίσης σημαντικό μέρος στον αγώνα κατά της Τουρκοκρατίας μιας και πολλοί "κλέφτες" και "αρματολοί" προέρχονταν απο την Κρανιά με πιο γνωστό τον Νικοτσάρα.
Άν και κάηκε ολοσχερώς από τους Τούρκους την 1η Απριλίου του έτους 1822, διατηρεί πολλές πλευρές του παραδοσιακού πολιτισμού.
 Στις 13-10-1943 οι Γερμανοί καίνε το χωριό.
"Είχαμε κρυφτεί στα χωράφια για να γλιτώσουμε. Όταν γυρίσαμε στο χωριό δεν είχε μείνει τίποτα απο το βιος μας. Το σπίτι και το μπακάλικο μας καμμένο.
 Ούτε τα ζώα δεν γλίτωσαν απο το μίσος των Γερμανών, ούτε ένα μικρό σκυλάκι που είχαμε. Τίποτα. Μόνο τα ρούχα που φοράγαμε. Και όταν επέστρεψαν και μας κυνήγησαν για να μας σκοτώσουν, πρόλαβα μαζί με τα αδέρφια μου να τρέξουμε και να κουρνιάσουμε κάτω απο μια μεγάλη πέτρα που βρέθηκε απο το πουθενά και περιμέναμε να φύγει ο εχθρός που μας έψαχνε", ήταν τα λόγια της γιαγιάς μου Μαρίας Κυριατζή 17 ετών τότε. Αδιαμφισβήτητης μάρτυρας της φρίκης αυτής.
 Τον Οκτώβριο του 1947 ο κυβερνητικός στρατός εξαναγκάζει τους Κρανιώτες να μετοικήσουν πρώτα στον Πυργετό κι ύστερα στη Λάρισα. 
Κάποιοι επιστρέφουν τρία χρόνια αργότερα.
Οι περισσότεροι Κρανιώτες εγκαθίστανται στη Λάρισα, ασκώντας οι άντρες το επάγγελμα του οικοδόμου για αυτό τον λόγο ίσως αναφέρεται και σαν "το χωριό των μαστόρων". Μπορεί μάλιστα να λεχθεί ότι οι Κρανιώτες έχτισαν την Λάρισα. Από το 1980 το χωριό άρχισε να εξελίσσεται σε θερινό παραθεριστικό κέντρο. Το 1965 υδροδοτήθηκαν όλα τα σπίτια, ενώ το 1968 ηλεκτροφωτίστηκαν.
 Τον προστάτη της Άγιο Ταξιάρχη Μιχαήλ γιορτάζει την Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου η Κρανιά Ολύμπου, σε ανάμνηση του εν Χώναις θαύματός του. Ένα αυτοφυές πεύκο ριζωμένο στις πέτρες, ανάμεσα στο δυτικό τοίχο και στο καμπαναριό, σε ύψος 6 μέτρων από το έδαφος, ζει για πάνω από εκατό χρόνια χωρίς πότισμα και δικαιολογημένα προκαλεί το θαυμασμό κάθε παρατηρητή.
 Το 1886 ο Αντρέας Καρκαβίτσας αναφέρει στο έργο του πως:
Άγιο Ταξιάρχη Μιχαήλ«Στην Κρανιά, όταν επήγε ο Βελή Πασάς, οι κάτοικοι εσυνάχθησαν στην εκκλησία του Αγ. Ταξιάρχη. Εκεί με κλάματα και στηθοκοπήματα, παρακαλούσαν τον Άγιο να βάλει το χέρι του στον άδικο δρόμο του Πασά. Και το έβαλε δίχως χρονοτριβή. Εβγήκε με το σπαθί στο χέρι, άρπαξε από τα χαλινά το άλογο του Βελή και τον εγύρισε πίσω στον Τύρναβο». Ζωντανές ακόμη μαρτυρίες μας εξιστορούν οι ελάχιστοι σήμερα επιζώντες, οι οποίοι προσωπικά αντιμετώπισαν το μαρτύριο, όταν στις 13 Οκτωβρίου του 1943 τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής τους συνέλαβαν και τους έκλεισαν βίαια στο ναό, γιατί κάποια αντιστασιακή ομάδα είχε προκαλέσει σαμποτάζ στη σιδηροδρομική γραμμή που διασχίζει τη γειτονική πεδιάδα.
 Πρόθεση των Γερμανών ήταν, όπως και σε παρόμοιες περιπτώσεις γνωρίζουμε από άλλες περιοχές, να τους εκτελέσουν. Ευτυχώς για τους έγκλειστους, κάποια στιγμή ένας εξ αυτών άνοιξε τη νότια πύλη, την οποία προσωρινά είχε εγκαταλείψει ο Γερμανός φρουρός, ειδοποίησε για την απουσία του και τους υπόλοιπους και όλοι μαζί, διέφυγαν σιωπηλά στο παρακείμενο δασωμένο ρέμα όπου καλυπτόμενοι από την πυκνή βλάστηση απομακρύνθηκαν από το πυρά που η φρουρά άρχισε να ρίχνει. Ακολούθησε το κάψιμο του χωριού αλλά οι ζωές των ανδρών σώθηκαν και τη σωτηρία τους οι κάτοικοι την απέδωσαν στην προστασία του Αγίου.
 Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια ανάπτυξης του χωριού, με έργα υποδομής και πολιτιστικές δραστηριότητες. Έχει δύο συλλόγους τον «Εξωραϊστικό Σύλλογο Κρανιάς», που ιδρύθηκε το 1977 και τον «Σύλλογο για τη συντήρηση και ανάδειξη των Κειμηλίων», το 2006.
Σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι είναι περίπου 40 γέροντες.
Βρυσούλα κέντρο χωριού δροσερό νερό Το καλοκαίρι αποτελεί ένα υπέροχο παραθεριστικό θέρετρο λόγω του καλού κλίματος. Στην πλατεία του χωριού με τα πλατάνια μπορεί ο καθένας να απολαύσει καφέ, τσίπουρο και πεντανόστιμο φαγητό.