Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Τα λογια ειναι περιττα

απο εδω
Πλήθος μπάτσων παρακολούθησε & τίμησε την σημερινή μαθητική παρέλαση στη γιορτή της ανεξαρτησίας & της ελευθερίας!!!

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Τα προβλήματα δε λύνονται με αγανάκτηση, λύνονται με επανάσταση

απο το 6 και μετα

Έτσι μου είπαν να σας τα πω


Της αγάπης αίματα



Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο

Στ' ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν

Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
αμαρτία μου να 'χα κι εγώ μιαν αγάπη
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο

Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε

τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο


                                                 

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ - Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΔΟΣ-ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΗΛΙΕ ΝΟΗΤΕ

Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες ἔκαναν σύναξη μυστική τά παιδιά καί λάβανε τήν ἀπόφαση, ἐπειδή τά κακά μαντάτα πλήθαιναν στήν πρωτεύουσα, νά βγοῦν ἔξω σέ δρόμους καί σέ πλατεῖες μέ τό μόνο πρᾶγμα πού τούς εἶχε ἀπομείνει: μιά παλάμη τόπο κάτω ἀπό τ’ ἀνοιχτό πουκάμισο, μέ τίς μαῦρες τρίχες καί τό σταυρουδάκι τοῦ ἥλιου. Ὅπου είχε κράτος ἡ Ἄνοιξη.
Καί ἐπειδή σίμωνε ἡ μέρα πού τό Γένος εἶχε συνήθειο νά γιορτάζει τόν ἄλλο Σηκωμό, τή μέρα πάλι ἐκείνη ὁρίσανε γιά τήν Ἔξοδο. Καί νωρίς ἐβγήκανε καταμπροστά στόν ἥλιο, μέ πάνου ὡς κάτου ἁπλωμένη τήν ἀφοβιά σά σημαία, οἱ νέοι μέ τά πρησμένα πόδια πού τούς έλεγαν ἀλῆτες. Καί ἀκολουθούσανε ἄντρες πολλοί, καί γυναῖκες, καί λαβωμένοι μέ τόν ἐπίδεσμο καί τά δεκανίκια. Ὅπου έβλεπες ἄξαφνα στήν ὄψη τους τόσες χαρακιές, πού ‘λεγες είχανε περάσει μέρες πολλές μέσα σέ λίγην ὥρα.
Τέτοιας λογῆς ἀποκοτιές, ὡστόσο, μαθαίνοντες οἱ Ἄλλοι, σφοδρά ταράχτηκαν. Καί φορές τρεῖς μέ τό μάτι ἀναμετρῶντας τό ἔχει τους, λάβανε τήν ἀπόφαση νά βγοῦν ἔξω σέ δρόμους καί σέ πλατεῖες, μέ τό μόνο πρᾶγμα πού τούς εἶχε ἀπομείνει: μιά πήχη φωτιά κάτω ἀπ’ τά σίδερα, μέ τίς μαῦρες κάνες καί τά δόντια τοῦ ἥλιου. Ὅπου μήτε κλῶνος μήτε ἀνθός, δάκρυο ποτέ δέν ἔβγαλαν. Καί χτυπούσανε ὅπου νά ‘ναι, σφαλῶντας τά βλέφαρα μέ ἀπόγνωση. Καί ἡ Ἄνοιξη ὁλοένα τούς κυρίευε. Σάν νά μήν ἤτανε ἄλλος δρόμος πάνω σ’ ὁλακέρη τή γῆ, γιά νά περάσει ἡ Ἄνοιξη παρά μονάχα αὐτός, καί νά τόν εἶχαν πάρει ἀμίλητοι, κοιτάζοντας πολύ μακριά, περ’ ἀπ’ τήν ἄκρη τῆς ἀπελπισιᾶς, τή Γαλήνη πού έμελλαν νά γίνουν, οἱ νέοι μέ τά πρησμένα πόδια πού τούς έλεγαν ἀλῆτες, καί οἱ ἄντρες, καί οἱ γυναῖκες, καί οἱ λαβωμένοι μέ τόν ἐπίδεσμο καί τά δεκανίκια.
Καί περάσανε μέρες πολλές μέσα σέ λίγην ὥρα. Καί θερίσανε πλῆθος τά θηρία, καί άλλους ἐμάζωξαν. Καί τήν άλλη μέρα ἐστήσανε στόν τοῖχο τριάντα.

Για μια χεσμένη υπουργική καρέκλα…




μεσω σιβυλλα
ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΡΕΚΛΑ…
Λοβέρδος: «Εγώ είμαι καμμένος...τα ψωμιά μου τα έφαγα»
Τα δικά μας ψωμιά έφαγες Αντρέα, τα ψωμιά των παιδιών και των εγγονιών μας… Τα ψωμιά των άνεργων, των απελπισμένων νέων, των πεινασμένων των συσσιτίων, των καταστραμμένων μαγαζάτορων… Τα ψωμιά των ανήμπορων, των... συνταξιούχων… Των… των… των… Και όλα αυτά για μια χεσμένη υπουργική καρέκλα… ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΕΣΜΕΝΗ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΡΕΚΛΑ, Αντρέα…