Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Άμεση απελευθέρωση του Κώστα Σακκά!!!


«Εύχομαι οι Έλληνες να ξυπνήσουν και να πάρουν την Ελλάδα στα χέρια τους»

Λάρισα: Συγκλονίζει το γράμμα του αυτόχειρα



Ο Νίκος Τζιανής ζούσε στη Λάρισα και εργαζόταν σε εργοστάσιο. Από καιρό όμως το εργοστάσιο λόγω της κρίσης δεν πήγαινε καλά.
Μάλιστα στο youtube υπάρχουν ανεβασμένα ρεπορτάζ ήδη από τον Ιούλιο του 2011 με τους εργαζόμενους να βρίσκονται στον 8ο μήνα που η δουλειά τους ήταν κλειστή. Αγώνες, ξενύχτια, μάχες και δικαστήρια για να πάρουν έστω τα δεδουλευμένα τους. Προφανώς είτε δεν τα κατάφεραν, είτε ο Νίκος δεν μπόρεσε να αντέξει άλλο.
Τα έξοδα δεν περιμένουν πότε ο καθένας μας θα λύσει τα οικονομικά του.
Στα 41 του χρόνια, αρκετά μικρός για να φύγει αλλά πολύ μεγάλος για να ξαναβρεί δουλειά σε αυτή τη χώρα βρέθηκε σε αδιέξοδο. Το γράφει στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του που δημοσιεύει το larissanet.gr :
«Δεν αντέχω άλλο τη ντροπή», γράφει. Δε θέλω να το κάνω μας φωνάζει μέσα από το γράμμα. Δείχνει να ψάχνει ένα λόγο, κάτι για να κρατηθεί.
Αρκετά σκληρός ο Νίκος γράφει κάτι που κανείς δεν θα μπορέσει να διαφωνήσει μαζί του :
«Σας εύχομαι ότι κάνατε σε αυτό το λαό και τη χώρα να το βρείτε στα σπίτια σας»... «Εύχομαι το αίμα μου να γίνει ποτάμι που θα σας πνίξει»... «Εύχομαι να είμαι ο τελευταίος που θα πληρώσω με αίμα, αλλά δεν μπορώ πλέον να κοιτάξω τους ανθρώπους στα μάτια από ντροπή»... «Εύχομαι οι Έλληνες να ξυπνήσουν και να πάρουν την Ελλάδα στα χέρια τους».
Γεμάτο πίκρα, πόνο, δάκρυα και οργή είναι το γράμμα του Νίκου που ήθελε να κάνει πράγματα αλλά δεν του δόθηκε η ευκαιρία.
Στο πρόσωπο του Νίκου νομίζω ότι βλέπω το φίλο μας, το γείτονά μας, τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ο Νίκος τελικά πήρε φόρα και πήδηξε από τον τρίτο. Έτσι απλά. Πίσω του άφησε μια σύζυγο που τον αγαπούσε και αλλιώς φανταζόταν τη ζωή όταν περνούσε τα σκαλιά της εκκλησίας. Επίσης άφησε τους γονείς του που με θυσίες τον μεγάλωσαν καθώς και τα αδέρφια του με τα οποία μεγάλωσε.
Όμως το αίμα του στάζει στα χέρια σας, όπως στάζει και των υπολοίπων 4000 που οδηγήσατε στο θάνατο.

ΑΠΟ  thessalianews

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Άμεση απελευθέρωση του Κώστα Σακκά!

Διατροφή των Ελλήνων στο βάθος των αιώνων




Λίγα πράγματα της καθημερινής ζωής έχουν οι σημερινοί Έλληνες κοινά με τους Αθηναίους των αρχαίων χρόνων. Τα παραδοσιακά ελληνικά ποτά και τρόφιμα ήταν εντελώς άγνωστα στην αρχαιότητα. Για παράδειγμα, δεν υπήρχε τότε το ελληνικότατο ούζο, αφού οι Αθηναίοι φαίνεται να αγνοούσαν τον τρόπο της απόσταξης. Το αρχαιοελληνικό τραπέζι, γενικότερα, δεν έμοιαζε με το σημερινό. Άγνωστα ήταν τότε το ρύζι, η ζάχαρη, το καλαμπόκι, ο καφές, οι ντομάτες, οι μελιτζάνες, οι πιπεριές, οι μπάμιες και, φυσικά, οι πατάτες. Παρ’ όλες, όμως, τις ελλείψεις αυτών των αγαθών, οι αρχαίοι ήταν αληθινά καλοφαγάδες. Η μαγειρική τους έμοιαζε αρκετά με τη σημερινή των Κινέζων ή των Ιαπώνων! «Οι τροφές των αρχαίων», γράφει ο Σαρλ Πικάρ στο βιβλίο του με θέμα τη ζωή στην κλασική Ελλάδα, «σκοπό είχαν να ερεθίσουν και όχι να βαρύνουν το στομάχι, γι’ αυτό άλλωστε ήταν πλούσιες σε καρυκεύματα και αρωματικά βότανα».

Γεγονός είναι ότι στα συμπόσια των αρχαίων τα τραπέζια ήταν βαρυφορτωμένα και το κρασί έρρεε άφθονο, νερωμένο με γλυκό ή θαλασσινό νερό και αρωματισμένο με δενδρολίβανο ή μέλι. Την εποχή του Περικλή (5ος αιώνας π.Χ.), οι καλεσμένοι σ’ ένα πλούσιο δείπνο θα απολάμβαναν ένα ενδιαφέρον και χορταστικό μενού: λαγό μαγειρεμένο με μέντα και θυμάρι, ψητές τσίχλες ή σπίνους διατηρημένους σε ευωδιαστό λάδι, αρνάκι ή γουρουνόπουλο σούβλας ποτισμένο με «θυλήματα» (χοντροαλεσμένο αλεύρι ραντισμένο με κρασί και λάδι, με το οποίο έσβηναν το κρέας καθώς ψηνόταν), γλυκίσματα από ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι πασπαλισμένα με μελωμένο κρασί και σουσάμι, αλμυρά τσουρέκια, ψητά ορτύκια, τυρί της Αχαΐας, σύκα και μέλι της Αττικής, κρασί από τη Χίο και τη Λέσβο, σταφύλια από τη Μένδη της Παλλήνης, χέλια και ψάρια από τη λίμνη Κωπαΐδα, θαλασσινά από την Εύβοια, κριθαρένιο ψωμί από την Πύλο, βραστούς βολβούς, που ευνοούν τη σεξουαλική διάθεση, ραπανάκια για να περνά η μέθη και, βέβαια, τις πίτες της Αθήνας, καύχημα της πόλης, παραγεμισμένες με τυρί, μέλι και διάφορα καρυκεύματα
Μπορεί οι Αθηναίοι να ήταν καλοφαγάδες, ήταν όμως κατά κανόνα λιτοδίαιτοι. Όπως το διατύπωναν τότε, ήταν «μικροτράπεζοι» και «φυλλοτρώγες», γι’ αυτό και υπήρχε η έκφραση «Αττικηρώς ζην».

Μια μέρα στην Αθήνα

Ο Αθηναίος, πριν βγει από το σπίτι του με το πρώτο φως της αυγής, έτρωγε κάτι λιτό, το «ακράτισμα» που ήταν συνήθως λίγο κριθαρένιο ψωμί βουτηγμένο σε ανέρωτο κρασί, το λεγόμενο άκρατο οίνο. Μερικές φορές στο πρώτο αυτό γεύμα πρόσθεταν ελιές και σύκα. Πιο συχνά, όμως, το πρωινό ήταν απλά μια κούπα από «κυκεώνα», δηλαδή ένα ρόφημα από βρασμένο κριθάρι αρωματισμένο με μέντα ή θυμάρι, για το οποίο οι αρχαίοι πίστευαν ότι έχει θεραπευτικές ιδιότητες Κατά τη διάρκεια της μέρας, έπαιρναν ακόμα τρία γεύματα: το άριστον (μεσημεριανό), το δειλινό και το δείπνο. Το κύριο γεύμα, το δείπνο, το έπαιρναν στο τέλος της μέρας ή αφού είχε ήδη νυχτώσει. Ήταν πλούσιο και πολλές φορές τελείωνε με τραγήματα (επιδόρπια), φρούτα φρέσκα ή ξηρά, κυρίως σύκα, καρύδια, σταφύλια ή γλυκά με μέλι.

Τα εδέσματα

Οι αρχαίοι έτρωγαν συχνά κρέας, ιδιαίτερα χοιρινό αλλά και μοσχαρίσιο, μαγειρεμένο με αρκετούς τρόπους και σπανιότερα κατσίκι και αρνί. Μεγάλο γαστρονομικό ενδιαφέρον έδειχναν για το κυνήγι (τσίχλες, ορτύκια, ελάφια). Τέλος, για να είναι μαλακά τα κρέατα, φρόντιζαν να τα μαρινάρουν πριν από το ψήσιμο με χορταρικά. Με το ψάρι ίσχυε ό,τι και στις μέρες μας. Οι Αθηναίοι είχαν μεγάλη αδυναμία στα θαλασσινά και στα όστρακα. Οι τσιπούρες και τα μπαρμπούνια στόλιζαν συχνά τα τραπέζια των πλουσίων, ενώ οι σαρδέλες του Φαλήρου ήταν το συνηθισμένο πιάτο των φτωχότερων. Η τιμή της σαρδέλας, μάλιστα, λειτουργούσε ως βαρόμετρο για την αγορά τροφίμων της Αθήνας. Μεγάλη ζήτηση είχαν και τα παστά ψάρια από τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο, και φυσικά τα φημισμένα χέλια της Κωπαΐδας, που ήταν πανάκριβος μεζές αφού το καθένα απ’ αυτά στοίχιζε όσο ένα γουρουνόπουλο
Οι σαλάτες τους γίνονταν πάντα από υλικά που είχαν θεραπευτικές ιδιότητες και τα οποία ποτέ δεν έβραζαν για να μη χάσουν τις βιταμίνες τους. Οι αρχαίοι συνήθιζαν να παίρνουν λάδι για τις σαλάτες τους από άγουρες ελιές. Φημισμένα ήταν τα λάδια της Σάμου και της Ικαρίας. Τους άρεσαν επίσης τα αλλαντικά και τα όσπρια. Έτρωγαν φασόλια, φακές, ρεβίθια (ψημένα), μπιζέλια και κουκιά σε πουρέ (έτνος). Φυσικά, τα σκόρδα και τα κρεμμύδια περιλαμβάνονταν στο καθημερινό μενού. Εκλεκτό έδεσμα για τους αρχαίους ήταν τα σαλιγκάρια, τα οποία οι Κρητικοί έτρωγαν από την εποχή του Μίνωα. Τα λαχανικά, τέλος, είχαν μεγάλη ζήτηση. Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του επαινεί, διά στόματος Σωκράτη, τη φυτοφαγική και τη φυσική εν γένει δίαιτα. Πολλά σπίτια φρόντιζαν να έχουν κηπάρια, στα οποία καλλιεργούσαν, μαζί με τα όσπρια, βολβούς, μαρούλια, αρακά, αγκινάρες, βλίτα, σέλινο, άνηθο και δυόσμο. Άλλα χορταρικά, όπως τα μανιτάρια, το μάραθο, τα σπαράγγια, ακόμα και τις τρυφερές τσουκνίδες, τα αναζητούσαν στις ακροποταμιές και στα χωράφια. Από τα πιο αγαπημένα προϊόντα των αρχαίων ήταν τα αγγούρια και τα σύκα.

Σκεύη και «δειπνολόγοι»

Οι αρχαίοι Έλληνες σπάνια χρησιμοποιούσαν στα τραπέζια τους μαχαίρια και πιρούνια. Όταν οι τροφές ήταν υδαρείς, χρησιμοποιούσαν κουτάλια που τα ονόμαζαν “μόστρα” ή «γλώσσα». Χρήση κουταλιού μπορούσε να έχει κι ένα κομμάτι από κόρα ψωμιού, που το έλεγαν «μυστίλλη». Συνήθως οι αρχαίοι έπαιρναν τα φαγητά με τα δάχτυλα, τα οποία αργότερα καθάριζαν με μια ειδική ζύμη ή ψίχα ψωμιού, αφού δε χρησιμοποιούσαν πετσέτες. Το νερό, το κρασί, όπως και τον κυκεώνα τα έπιναν σε κύλικες (κύπελλα), που συνήθως ήταν πήλινα. Συχνά χρησιμοποιούσαν ξύλινα ή και μεταλλικά κύπελλα, ενώ στα πλούσια συμπόσια μπορούσε κάποιος να δει ασημένια ή και χρυσά κύπελλα. Τα πιάτα φαγητού τα ονόμαζαν πινάκια και τα μικρότερα πιάτα «βατάνια».
Τα φαγητά τα μαγείρευαν οι γυναίκες με τη βοήθεια των δούλων σε ειδικούς χώρους, αποκλειστικά στις αυλές και στον κήπο. Πουθενά στα κείμενα που σώθηκαν δεν αναφέρεται αντίστοιχος χώρος με τη σημερινή κουζίνα. Οι πρώτοι επαγγελματίες μάγειροι, όπως και οι ζαχαροπλάστες, εμφανίζονται κατά τον 4ο αιώνα π.Χ.. Ο Πλάτωνας αναφέρεται στο ζαχαροπλάστη Θεαρίωνα, όμως ο μάγειρας που απέκτησε τη μεγαλύτερη φήμη και ονομάστηκε «δειπνολόγος» ήταν ο Αρχέστρατος, από τη Γέλα της Κάτω Ιταλίας. Περίφημος μάγειρος ήταν και ο Μίθαικος, τον οποίο μνημονεύει ο Πλάτωνας στον Γοργία, και ήταν εκείνος που έγραψε τη Σικελική Οψοποιία, συνταγές με βάση το σικελικό διαιτολόγιο. Όσοι Αθηναίοι ήθελαν να διοργανώσουν μια γιορτή ή ένα συμπόσιο έβρισκαν τους μαγείρους στην αγορά. Αλλά και οι ίδιοι οι μάγειροι συχνά περνούσαν έξω από τα πλούσια σπίτια διαλαλώντας την τέχνη τους, έτοιμοι να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Ταβέρνες και εστιατόρια δεν αναφέρονται ιδιαίτερα, ιδίως στην κλασική εποχή. Όμως μετά τους χρόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι πόλεις άρχισαν ν’ αποκτούν στέκια και οι πολίτες δε συγκεντρώνονταν πια αποκλειστικά στην αγορά. Η λέξη «εστιατόριο» δεν είχε στην αρχαιότητα τη σημερινή της σημασία. Επρόκειτο για ένα δωμάτιο κοντά στο βωμό, όπου έτρωγαν όσοι είχαν τελέσει τη θυσία.


temple-of-truth.blogspot

μεσω  fainareti

Τι είπε ο Ιπποκράτης...(.)

απο ygeianet

Συγκρίνω τα εγκλήματα....

Απο

Τούτο μόνο θα γράψω ακόμη και θα σας απαλλάξω από την παρουσία μου. Κάθομαι και συγκρίνω το έγκλημα του Ιούδα, με τα εγκλήματα τούτου του εσμού, που αυτοαποκαλείται ''ΠΑΣΟΚ''. Τούτους εδώ, τους βρίσκω κατά πολύ χειρότερους εγκληματίες από τον Ιούδα.
Διότι ο Ιούδας, επρόδωσε τον δάσκαλό του, για τριάντα αργύρια, αλλά όταν συνειδητοποίησε τι είχε κάνει, επέστρεψε τα αργύρια της προδοσίας και πήγε και κρεμάστηκε.
Ετούτοι εδώ, πουλήσανε και τον δάσκαλό τους, τον Ανδρέα Παπανδρέου, που τους κατέστησε γνωστούς ακόμα και στη μάνα τους, που δεν τους γνώριζε, ξεπούλησαν ένα ολόκληρο λαϊκό Κίνημα, έφτυσαν και αφόδευσαν πάνω σε ιδέες, σε ιστορία και σε όνειρα του λαού και όλα αυτά, όχι απλώς για τριάντα αργύρια, αλλά για εξασφάλιση διαρκούς μισθοδοσίας από τον κρατικό κορβανά και για συμμετοχή τους στις κομπίνες της εξουσίας.
Δεν επρόδωσαν απλά τον δάσκαλό τους στους διώκτες του.
Οι ίδιοι τον σταύρωσαν, όπως σταύρωσαν και μυριάδες Έλληνες που πίστεψαν σ
' αυτόν.
Και βέβαια, δεν περιμένω ότι θα φιλοτιμηθούν να κρεμαστούν.
Απλώς, θα συνεχίσουν να κρέμονται από τα αχαμνά του πάπα.
Και πολύ καλά κάνουν, διότι εκεί είναι η αξιακή θέση τους.