Πηγή: "Εφημερίδα των Συντακτών"
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποφασίζει να απαντήσει επιθετικά (μέσω της «Εφ.Συν.») στις επιστολές που από την επομένη της δίκης δημοσιεύονται σε διάφορες εφημερίδες έχοντας ως κύριο ή μόνο στόχο τον ίδιο.
Ο Δ. Κουφοντίνας απαντά με σκληρή γλώσσα, μέσω της «Εφ.Συν.», στην επιστολή Τζωρτζάτου δείχνοντας ως υποβολέα της τον Αλ. Γιωτόπουλο
→«12 χρόνια τώρα η πνευματική παραγωγή του Υποβολέα εξαντλείται στο πώς θα πλήξει τη 17Ν»
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποφασίζει να απαντήσει επιθετικά (μέσω της «Εφ.Συν.») στις επιστολές που από την επομένη της δίκης δημοσιεύονται σε διάφορες εφημερίδες έχοντας ως κύριο ή μόνο στόχο τον ίδιο, και, σε αντίθεση με ό,τι μέχρι σήμερα έκανε, δεν διστάζει να μιλήσει έξω από τα δόντια για τα πρόσωπα και τον ρόλο τους, έστω κι αν για ακόμη μια φορά αποφεύγει να τα κατονομάσει. Με επιστολή του δείχνει ευθέως τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ως «υποβολέα» και της τελευταίας επιστολής του Βασίλη Τζωρτζάτου, με την οποία ο συντάκτης της, με αφορμή τον τραγικό θάνατο του νεαρού Αξαρλιάν, μέμφεται τους δράστες της ενέργειας κατά του τότε υπουργού Γ. Παλαιοκρασσά εμφανίζοντάς τους ως «κυνικούς και ιδιοτελείς ληστές και δολοφόνους». Χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, ο Δημήτρης Κουφοντίνας μιλάει για «το γνωστό δίδυμο» που «ανέλαβε υπηρεσία» σε «πλήρη συνεργασία με τον εχθρό» κι έγινε «ο καλύτερος σύμμαχος της επιχείρησης “ευτελισμός 17Ν”», αλλά και για «δειλούς και ποταπούς που πρόδωσαν ιδέες αλλά και την προσωπική τους ιστορία».
Κατερίνα Κατή
Ολόκληρη η επιστολή του Δημήτρη Κουφοντίνα έχει ως εξής:
Μόλις ξεκίνησε η διαδρομή του βιβλίου μου «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη», ξέσπασε η αναμενόμενη επίθεση από τους «πρόθυμους» δημοσιογράφους στα ΜΜΕ της διαπλοκής και των μνημονίων. Χτυπώντας το βιβλίο, χτυπούσαν τη 17Ν, αλλά και κάθε δυναμική αντίσταση. Τη στόχευση αυτής της επίθεσης αποκάλυψε σε πρόσφατο άρθρο του ο Γ. Μομφεράτος («Καθημερινή», 4/5/2014): Τα μέλη της 17Ν έπρεπε να παρουσιάζονται ως «ληστές και δολοφόνοι», γράφει. Κυνικοί και ιδιοτελείς. Και τα ΜΜΕ, αυτά, επικεντρωθήκαν και πάλι στην ενέργεια κατά Παλαιοκρασσά στην οποία βρήκε τραγικό θάνατο ο Θ. Αξαρλιάν, στο μοναδικό τέτοιο λάθος της 17Ν.
Ομως, γρήγορα αυτή η επίθεση κόπασε. Πρώτον, επειδή ξέρουν, όπως παραδέχθηκε στο ίδιο άρθρο ο Γ. Μομφεράτος, ότι αυτή η τακτική περί «ληστών και δολοφόνων» έχει αποτύχει. Και δεύτερον και σπουδαιότερο, επειδή γρήγορα διαπίστωσαν ότι φέρνει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Πραγματικά, απέναντι σε έναν λαό καθημαγμένο, μια χώρα που αιμορραγεί ακατάπαυστα από όλες τις ανοιχτές φλέβες της, όσο χτυπούν ένα βιβλίο που ιστορεί μια μικρή διαδρομή αντίστασης, τόσο περισσότερο αυτό διαδίδεται. Εχοντας φτάσει πλέον σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, της Κύπρου, της ομογένειας, όπου γης.
«Το γνωστό δίδυμο»
Αλλά όταν σώπασαν οι «πρόθυμοι» δημοσιογράφοι, πήραν τη σκυτάλη άλλοι «πρόθυμοι». Το γνωστό δίδυμο, ο πρώτος με τη γραφή του, ο δεύτερος με την υπογραφή του, με μια επιστολή τους, ανέλαβαν υπηρεσία. «Πήρε ο ένας το μυστρί, ο άλλος το πηλοφόρι» κι εκτόξευσαν τη λάσπη τους στην ίδια κατεύθυνση με τα ΜΜΕ. Ιδιος ο στόχος, ανομολόγητος εδώ όμως, το βιβλίο. Ιδια ακριβώς η τακτική: τα μέλη της 17Ν είναι «ληστές και δολοφόνοι» κυνικοί και ιδιοτελείς. Ιδια, ακόμη, «έπαιζαν» όπως τα ΜΜΕ, δίχως σεβασμό στον ανθρώπινο πόνο της οικογένειας.
Τα ΜΜΕ αποδέχθηκαν με άκρατη αγαλλίαση το δώρο του Υποβολέα (με υπογραφή Β.Τζ). Οργίασαν κατά της 17Ν, πατώντας στην υποτιθέμενη «γνώση από τα μέσα» που τους προσφέρθηκε πρόθυμα. Η επιχείρηση «ευτελισμός της 17Ν» δεν μπορούσε να βρει καλύτερο σύμμαχο από τον Υποβολέα. Το «Εθνος» της 5/5 συνόψιζε πανηγυρίζοντας πρωτοσέλιδα: Η αποκαθήλωση της 17Ν!
Πανηγύριζε και το γνωστό δίδυμο. Εχοντας διαπράξει και αυτό το ανοσιούργημα, ολοκλήρωναν την προδοσία, την πλήρη (αντικειμενική και υποκειμενική) συνεργασία με τον εχθρό, παρέχοντάς του τα όπλα για την άκοπη ιδεολογική επίθεση κατά της 17Ν. Ποιο άραγε αντίτιμο να περιμένουν;
Πώς όμως μπορείς να αντιμετωπίσεις αυτήν την επιστολή που αποκαλύπτει ένα μείγμα ψυχικής μαυρίλας, απύθμενου μίσους και προσωπικής εμπάθειας; Πώς να απαντήσεις στη λάσπη, χωρίς να λασπωθείς κι ο ίδιος; Πώς να αντικρίσεις τον βούρκο μιας υστερίας επιπέδου ακάλυπτου πολυκατοικίας, όπου ξεχειλίζει η αποφορά, η εγωπάθεια που δεν διστάζει να μεταβληθεί σε ηροστράτειο κρετινισμό;
Αν παραμερίσουμε τα δυσώδη εμέσματα, εκείνο που μένει σ’ αυτήν την επιστολή είναι μια δειλή, απεγνωσμένη προσπάθεια να μην αντιμετωπιστεί η αλήθεια, η ευθύνη της οργάνωσης και του κέντρου της (που είχε πάντα την πλήρη εποπτεία της οργάνωσης και της δράσης, μέχρι το τέλος, και για τα πάντα): Για την επιλογή της συγκεκριμένης ενέργειας ως έκφρασης της λογικής «χτύπημα στην καρδιά του κράτους». Για τον λανθασμένο σχεδιασμό της. Για την πεισματική επιμονή να γίνει οπωσδήποτε, παρότι οι τόσες απόπειρες, σχεδόν καθημερινές, επί ένα μήνα, αποκάλυψαν τους κινδύνους που έκρυβε, μέχρι που δημιουργήθηκε εκείνο το μοιραίο και θανάσιμο τυφλό σημείο στον χώρο και τον χρόνο, που έφερε την τραγική απώλεια. Οσο για την εφεύρεση από τον συντάκτη μιας «δεύτερης ομάδας τσιλιαδόρων, που παραβρίσκονταν στο σημείο», είναι να απορείς αν αντιλαμβάνεται τι γράφει. Αν υπήρχε «ομάδα τσιλιαδόρων» στο σημείο, έπρεπε να κάνει τη δουλειά της, να «κρατά τσίλιες», και αν είδε κάτι που έπρεπε να αποτρέψει την ενέργεια, όφειλε να ειδοποιήσει αμέσως την ομάδα της ενέργειας και όχι απλώς να «αποχωρήσει». Τότε, η ευθύνη της είναι βαρύτατη, γιατί θα μπορούσε να εμποδίσει το κακό.
Μαζί όμως με την προδοσία και την καταισχύνη του Υποβολέα να τροφοδοτεί την επίθεση κατά της 17Ν, με «ληστές και δολοφόνους» κυνικούς και ιδιοτελείς, προσθέτει και τη δυσωδία περί «φραξιονισμού». Εύγε! Αργησε βέβαια δώδεκα χρόνια, αλλά ανακάλυψε το εύκολο αυτό καταφύγιο της ανευθυνότητας, που έρχεται από τις πιο μαύρες σελίδες της σκουριασμένης και αγκυλωμένης αριστεράς. Τώρα, βέβαια, πώς γίνεται οι φραξιονιστές να βγάζουν όλη τη δουλειά της οργάνωσης και να αναλαμβάνουν όλο το βάρος της εκπροσώπησης της 17Ν, όσο (και παραπάνω από όσο) τους αναλογούσε, ας το απαντήσουν εκείνοι που συστηματικά βρωμίζουν, υπονομεύουν και ευτελίζουν εκείνη την οργάνωση που ορισμένοι από εμάς πονέσαμε και αγαπήσαμε, επειδή τη θεωρήσαμε το πιο πρόσφορο μέσο, τότε, για τον ευγενέστερο σκοπό: την κοινωνική χειραφέτηση. Και στο όνομα αυτού του σκοπού θα φυλάξουμε την ιστορία της, αναλαμβάνοντας ακέραιες τις ευθύνες μας, όπως πάντα, και κάνοντας με πλήρη ειλικρίνεια την απαραίτητη και γόνιμη αυτοκριτική.
Οσο για τον Υποβολέα, για αυτό που αντικρίζει καθημερινά στον πολιτικό καθρέφτη του, τον μόνο που μπορεί να αιτιάται είναι τον ίδιο του τον εαυτό.
Το καλοκαίρι των συλλήψεων του 2002, όλοι και καθένας μας, βρεθήκαμε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα, το μεγάλο «ναι» ή το μεγάλο «όχι». Τη «δοκιμασία της φωτιάς» για το εσωτερικό μέταλλο του καθένα.
Πολλοί έσπασαν. Οπως ο Τζωρτζάτος, που υπέγραψε δήλωση μετάνοιας και αποκήρυξης της 17Ν. Και ΚΑΤΕΔΩΣΕ. Μίλησε, είπε ονόματα, υπέγραψε φωτογραφίες άλλων, έγραψε πάνω τους, με χέρι που δεν έτρεμε, ψευδώνυμα. Εδειξε με το δάκτυλο του προδότη τον Ηρακλή Κωστάρη, τον Κώστα Καρατσώλη και όχι μόνο, σ’ αυτήν την όπερα μπούφα. Το στίγμα του καταδότη θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή.
«Το στίγμα του ποταπού»
Αλλους πάλι θα τους καταδιώκει για πάντα το στίγμα του ποταπού. Του προδότη ιδεών και αξιών, της προσωπικής τους ιστορίας, του ρόλου που τους είχε απονείμει η ιστορία μας. Κι αυτοί έσκυψαν, γύρισαν την πλάτη στο κάλεσμά της. Μπροστά στο δικαστήριο απαρνήθηκαν, όχι τρις αλλά δεκατρείς και διαρκώς καταδίκαζαν τη 17Ν, τα κείμενά της, τη δράση της, τη λαϊκή αντιβία. Και ύστερα τη συκοφάντησαν, την ευτέλισαν, μίλησαν για ληστές και δολοφόνους, κυνικούς και ιδιοτελείς, συνεργάστηκαν με τον εχθρό για την αποκαθήλωση της 17Ν. Και με κεκτημένη ταχύτητα, καταδίκασαν και συκοφάντησαν νεότερες οργανώσεις του αντάρτικου πόλης. Και από πάνω τολμούν να αναφέρονται στον ΕΛΑΣ και σε λαϊκούς ηγέτες, από εκείνους που σήκωσαν θαρραλέα το ανάστημά τους, ανέλαβαν πλήρως τις πολιτικές ευθύνες τους κι ακόμα προτίμησαν να αντικρίσουν το εκτελεστικό απόσπασμα, να φύγουν με το όνομα του κόμματος στα χείλη, χωρίς ποτέ να τ’ απαρνηθούν.
Δώδεκα χρόνια τώρα η πνευματική παραγωγή του Υποβολέα εξαντλείται στο πώς θα πλήξει τη 17Ν. Φτάνει πια!
Τα τελευταία, ιδιαίτερα, χρόνια όταν η χώρα γύρω σωριάζεται σε ερείπια, ένας λαός παραζαλισμένος από την κολοσσιαία και πρωτοφανή επίθεση «σοκ και δέους» εναντίον του, θα περιμένει από εκείνους που είχαν την ηθική αρμοδιότητα να βγουν και να μιλήσουν, να εγείρουν συνειδήσεις, να συγκαλέσουν στη σωτήρια δράση.
Οσο αφορά εμένα, με τις μικρές δυνάμεις μου θα συνεχίσω στον ίδιο δρόμο που χάραξα από την πολιτική γέννα της 17 Νοέμβρη. Οπως ταιριάζει σε όσους αξιώθηκαν μια τέτοια εμπειρία.
Οι άλλοι, ας συνεχίσουν να βρωμίζουν, να ασχημονούν. Και η Ιστορία, με τα δικά της αλάθητα κριτήρια, θα τοποθετήσει τον καθένα εκεί όπου του αξίζει.
Δημήτρης Κουφοντίνας 6-5-2014
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποφασίζει να απαντήσει επιθετικά (μέσω της «Εφ.Συν.») στις επιστολές που από την επομένη της δίκης δημοσιεύονται σε διάφορες εφημερίδες έχοντας ως κύριο ή μόνο στόχο τον ίδιο.
Ο Δ. Κουφοντίνας απαντά με σκληρή γλώσσα, μέσω της «Εφ.Συν.», στην επιστολή Τζωρτζάτου δείχνοντας ως υποβολέα της τον Αλ. Γιωτόπουλο
→«12 χρόνια τώρα η πνευματική παραγωγή του Υποβολέα εξαντλείται στο πώς θα πλήξει τη 17Ν»
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποφασίζει να απαντήσει επιθετικά (μέσω της «Εφ.Συν.») στις επιστολές που από την επομένη της δίκης δημοσιεύονται σε διάφορες εφημερίδες έχοντας ως κύριο ή μόνο στόχο τον ίδιο, και, σε αντίθεση με ό,τι μέχρι σήμερα έκανε, δεν διστάζει να μιλήσει έξω από τα δόντια για τα πρόσωπα και τον ρόλο τους, έστω κι αν για ακόμη μια φορά αποφεύγει να τα κατονομάσει. Με επιστολή του δείχνει ευθέως τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ως «υποβολέα» και της τελευταίας επιστολής του Βασίλη Τζωρτζάτου, με την οποία ο συντάκτης της, με αφορμή τον τραγικό θάνατο του νεαρού Αξαρλιάν, μέμφεται τους δράστες της ενέργειας κατά του τότε υπουργού Γ. Παλαιοκρασσά εμφανίζοντάς τους ως «κυνικούς και ιδιοτελείς ληστές και δολοφόνους». Χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, ο Δημήτρης Κουφοντίνας μιλάει για «το γνωστό δίδυμο» που «ανέλαβε υπηρεσία» σε «πλήρη συνεργασία με τον εχθρό» κι έγινε «ο καλύτερος σύμμαχος της επιχείρησης “ευτελισμός 17Ν”», αλλά και για «δειλούς και ποταπούς που πρόδωσαν ιδέες αλλά και την προσωπική τους ιστορία».
Κατερίνα Κατή
Ολόκληρη η επιστολή του Δημήτρη Κουφοντίνα έχει ως εξής:
«12 χρόνια τώρα η πνευματική παραγωγή του Υποβολέα εξαντλείται στο πώς θα πλήξει τη 17Ν»
Μόλις ξεκίνησε η διαδρομή του βιβλίου μου «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη», ξέσπασε η αναμενόμενη επίθεση από τους «πρόθυμους» δημοσιογράφους στα ΜΜΕ της διαπλοκής και των μνημονίων. Χτυπώντας το βιβλίο, χτυπούσαν τη 17Ν, αλλά και κάθε δυναμική αντίσταση. Τη στόχευση αυτής της επίθεσης αποκάλυψε σε πρόσφατο άρθρο του ο Γ. Μομφεράτος («Καθημερινή», 4/5/2014): Τα μέλη της 17Ν έπρεπε να παρουσιάζονται ως «ληστές και δολοφόνοι», γράφει. Κυνικοί και ιδιοτελείς. Και τα ΜΜΕ, αυτά, επικεντρωθήκαν και πάλι στην ενέργεια κατά Παλαιοκρασσά στην οποία βρήκε τραγικό θάνατο ο Θ. Αξαρλιάν, στο μοναδικό τέτοιο λάθος της 17Ν.
Ομως, γρήγορα αυτή η επίθεση κόπασε. Πρώτον, επειδή ξέρουν, όπως παραδέχθηκε στο ίδιο άρθρο ο Γ. Μομφεράτος, ότι αυτή η τακτική περί «ληστών και δολοφόνων» έχει αποτύχει. Και δεύτερον και σπουδαιότερο, επειδή γρήγορα διαπίστωσαν ότι φέρνει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Πραγματικά, απέναντι σε έναν λαό καθημαγμένο, μια χώρα που αιμορραγεί ακατάπαυστα από όλες τις ανοιχτές φλέβες της, όσο χτυπούν ένα βιβλίο που ιστορεί μια μικρή διαδρομή αντίστασης, τόσο περισσότερο αυτό διαδίδεται. Εχοντας φτάσει πλέον σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, της Κύπρου, της ομογένειας, όπου γης.
«Το γνωστό δίδυμο»
Αλλά όταν σώπασαν οι «πρόθυμοι» δημοσιογράφοι, πήραν τη σκυτάλη άλλοι «πρόθυμοι». Το γνωστό δίδυμο, ο πρώτος με τη γραφή του, ο δεύτερος με την υπογραφή του, με μια επιστολή τους, ανέλαβαν υπηρεσία. «Πήρε ο ένας το μυστρί, ο άλλος το πηλοφόρι» κι εκτόξευσαν τη λάσπη τους στην ίδια κατεύθυνση με τα ΜΜΕ. Ιδιος ο στόχος, ανομολόγητος εδώ όμως, το βιβλίο. Ιδια ακριβώς η τακτική: τα μέλη της 17Ν είναι «ληστές και δολοφόνοι» κυνικοί και ιδιοτελείς. Ιδια, ακόμη, «έπαιζαν» όπως τα ΜΜΕ, δίχως σεβασμό στον ανθρώπινο πόνο της οικογένειας.
Τα ΜΜΕ αποδέχθηκαν με άκρατη αγαλλίαση το δώρο του Υποβολέα (με υπογραφή Β.Τζ). Οργίασαν κατά της 17Ν, πατώντας στην υποτιθέμενη «γνώση από τα μέσα» που τους προσφέρθηκε πρόθυμα. Η επιχείρηση «ευτελισμός της 17Ν» δεν μπορούσε να βρει καλύτερο σύμμαχο από τον Υποβολέα. Το «Εθνος» της 5/5 συνόψιζε πανηγυρίζοντας πρωτοσέλιδα: Η αποκαθήλωση της 17Ν!
Πανηγύριζε και το γνωστό δίδυμο. Εχοντας διαπράξει και αυτό το ανοσιούργημα, ολοκλήρωναν την προδοσία, την πλήρη (αντικειμενική και υποκειμενική) συνεργασία με τον εχθρό, παρέχοντάς του τα όπλα για την άκοπη ιδεολογική επίθεση κατά της 17Ν. Ποιο άραγε αντίτιμο να περιμένουν;
Πώς όμως μπορείς να αντιμετωπίσεις αυτήν την επιστολή που αποκαλύπτει ένα μείγμα ψυχικής μαυρίλας, απύθμενου μίσους και προσωπικής εμπάθειας; Πώς να απαντήσεις στη λάσπη, χωρίς να λασπωθείς κι ο ίδιος; Πώς να αντικρίσεις τον βούρκο μιας υστερίας επιπέδου ακάλυπτου πολυκατοικίας, όπου ξεχειλίζει η αποφορά, η εγωπάθεια που δεν διστάζει να μεταβληθεί σε ηροστράτειο κρετινισμό;
Αν παραμερίσουμε τα δυσώδη εμέσματα, εκείνο που μένει σ’ αυτήν την επιστολή είναι μια δειλή, απεγνωσμένη προσπάθεια να μην αντιμετωπιστεί η αλήθεια, η ευθύνη της οργάνωσης και του κέντρου της (που είχε πάντα την πλήρη εποπτεία της οργάνωσης και της δράσης, μέχρι το τέλος, και για τα πάντα): Για την επιλογή της συγκεκριμένης ενέργειας ως έκφρασης της λογικής «χτύπημα στην καρδιά του κράτους». Για τον λανθασμένο σχεδιασμό της. Για την πεισματική επιμονή να γίνει οπωσδήποτε, παρότι οι τόσες απόπειρες, σχεδόν καθημερινές, επί ένα μήνα, αποκάλυψαν τους κινδύνους που έκρυβε, μέχρι που δημιουργήθηκε εκείνο το μοιραίο και θανάσιμο τυφλό σημείο στον χώρο και τον χρόνο, που έφερε την τραγική απώλεια. Οσο για την εφεύρεση από τον συντάκτη μιας «δεύτερης ομάδας τσιλιαδόρων, που παραβρίσκονταν στο σημείο», είναι να απορείς αν αντιλαμβάνεται τι γράφει. Αν υπήρχε «ομάδα τσιλιαδόρων» στο σημείο, έπρεπε να κάνει τη δουλειά της, να «κρατά τσίλιες», και αν είδε κάτι που έπρεπε να αποτρέψει την ενέργεια, όφειλε να ειδοποιήσει αμέσως την ομάδα της ενέργειας και όχι απλώς να «αποχωρήσει». Τότε, η ευθύνη της είναι βαρύτατη, γιατί θα μπορούσε να εμποδίσει το κακό.
Μαζί όμως με την προδοσία και την καταισχύνη του Υποβολέα να τροφοδοτεί την επίθεση κατά της 17Ν, με «ληστές και δολοφόνους» κυνικούς και ιδιοτελείς, προσθέτει και τη δυσωδία περί «φραξιονισμού». Εύγε! Αργησε βέβαια δώδεκα χρόνια, αλλά ανακάλυψε το εύκολο αυτό καταφύγιο της ανευθυνότητας, που έρχεται από τις πιο μαύρες σελίδες της σκουριασμένης και αγκυλωμένης αριστεράς. Τώρα, βέβαια, πώς γίνεται οι φραξιονιστές να βγάζουν όλη τη δουλειά της οργάνωσης και να αναλαμβάνουν όλο το βάρος της εκπροσώπησης της 17Ν, όσο (και παραπάνω από όσο) τους αναλογούσε, ας το απαντήσουν εκείνοι που συστηματικά βρωμίζουν, υπονομεύουν και ευτελίζουν εκείνη την οργάνωση που ορισμένοι από εμάς πονέσαμε και αγαπήσαμε, επειδή τη θεωρήσαμε το πιο πρόσφορο μέσο, τότε, για τον ευγενέστερο σκοπό: την κοινωνική χειραφέτηση. Και στο όνομα αυτού του σκοπού θα φυλάξουμε την ιστορία της, αναλαμβάνοντας ακέραιες τις ευθύνες μας, όπως πάντα, και κάνοντας με πλήρη ειλικρίνεια την απαραίτητη και γόνιμη αυτοκριτική.
Οσο για τον Υποβολέα, για αυτό που αντικρίζει καθημερινά στον πολιτικό καθρέφτη του, τον μόνο που μπορεί να αιτιάται είναι τον ίδιο του τον εαυτό.
Το καλοκαίρι των συλλήψεων του 2002, όλοι και καθένας μας, βρεθήκαμε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα, το μεγάλο «ναι» ή το μεγάλο «όχι». Τη «δοκιμασία της φωτιάς» για το εσωτερικό μέταλλο του καθένα.
Πολλοί έσπασαν. Οπως ο Τζωρτζάτος, που υπέγραψε δήλωση μετάνοιας και αποκήρυξης της 17Ν. Και ΚΑΤΕΔΩΣΕ. Μίλησε, είπε ονόματα, υπέγραψε φωτογραφίες άλλων, έγραψε πάνω τους, με χέρι που δεν έτρεμε, ψευδώνυμα. Εδειξε με το δάκτυλο του προδότη τον Ηρακλή Κωστάρη, τον Κώστα Καρατσώλη και όχι μόνο, σ’ αυτήν την όπερα μπούφα. Το στίγμα του καταδότη θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή.
«Το στίγμα του ποταπού»
Αλλους πάλι θα τους καταδιώκει για πάντα το στίγμα του ποταπού. Του προδότη ιδεών και αξιών, της προσωπικής τους ιστορίας, του ρόλου που τους είχε απονείμει η ιστορία μας. Κι αυτοί έσκυψαν, γύρισαν την πλάτη στο κάλεσμά της. Μπροστά στο δικαστήριο απαρνήθηκαν, όχι τρις αλλά δεκατρείς και διαρκώς καταδίκαζαν τη 17Ν, τα κείμενά της, τη δράση της, τη λαϊκή αντιβία. Και ύστερα τη συκοφάντησαν, την ευτέλισαν, μίλησαν για ληστές και δολοφόνους, κυνικούς και ιδιοτελείς, συνεργάστηκαν με τον εχθρό για την αποκαθήλωση της 17Ν. Και με κεκτημένη ταχύτητα, καταδίκασαν και συκοφάντησαν νεότερες οργανώσεις του αντάρτικου πόλης. Και από πάνω τολμούν να αναφέρονται στον ΕΛΑΣ και σε λαϊκούς ηγέτες, από εκείνους που σήκωσαν θαρραλέα το ανάστημά τους, ανέλαβαν πλήρως τις πολιτικές ευθύνες τους κι ακόμα προτίμησαν να αντικρίσουν το εκτελεστικό απόσπασμα, να φύγουν με το όνομα του κόμματος στα χείλη, χωρίς ποτέ να τ’ απαρνηθούν.
Δώδεκα χρόνια τώρα η πνευματική παραγωγή του Υποβολέα εξαντλείται στο πώς θα πλήξει τη 17Ν. Φτάνει πια!
Τα τελευταία, ιδιαίτερα, χρόνια όταν η χώρα γύρω σωριάζεται σε ερείπια, ένας λαός παραζαλισμένος από την κολοσσιαία και πρωτοφανή επίθεση «σοκ και δέους» εναντίον του, θα περιμένει από εκείνους που είχαν την ηθική αρμοδιότητα να βγουν και να μιλήσουν, να εγείρουν συνειδήσεις, να συγκαλέσουν στη σωτήρια δράση.
Οσο αφορά εμένα, με τις μικρές δυνάμεις μου θα συνεχίσω στον ίδιο δρόμο που χάραξα από την πολιτική γέννα της 17 Νοέμβρη. Οπως ταιριάζει σε όσους αξιώθηκαν μια τέτοια εμπειρία.
Οι άλλοι, ας συνεχίσουν να βρωμίζουν, να ασχημονούν. Και η Ιστορία, με τα δικά της αλάθητα κριτήρια, θα τοποθετήσει τον καθένα εκεί όπου του αξίζει.
Δημήτρης Κουφοντίνας 6-5-2014