Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
iskra
Το ιταμό τελεσίγραφο Σόιμπλε
στην Ελλάδα, που τορπίλισε το Eurogroup, επιταχύνει τις εξελίξεις γύρω
από το ελληνικό δράμα και μας φέρνει μπροστά σε ένα αποφασιστικής
σημασίας, κομβικό σημείο. Μέσα στις επόμενες ώρες και μέρες μπορεί να κριθεί σε μεγάλο βαθμό η μοίρα του κινήματος και της Αριστεράς για πολλά χρόνια.
Χρειάζεται καθαρό μυαλό, ψύχραιμη, μακριά από φοβικά σύνδρομα και
συναισθηματισμούς εκτίμηση του εσωτερικού και διεθνούς συσχετισμού
δυνάμεων και αλύγιστη αποφασιστικότητα για να περάσουμε αυτόν τον πρώτο,
κρίσιμο κάβο.
Προσερχόμενος
στο Eurogroup, ο Σόιμπλε έριξε την πρώτη τορπίλη, δηλώνοντας προκλητικά
ότι «λυπάται» τους Έλληνες για την «ανεύθυνη» κυβέρνησή τους. Στη
συνέχεια ανατίναξε τις γέφυρες συνδιαλλαγής που προσπαθούσε να στήσει η
Γαλλία και απαίτησε από την ελληνική κυβέρνηση να αυτοεξευτελιστεί
υπογράφοντας δήλωση μετανοίας για παράταση του Μνημονίου και παραίτηση
από την εφαρμογή του κοινωνικού της προγράμματος. Όλα αυτά διαμηνύουν με
τον πιο καθαρό τρόπο ότι ο τορπιλισμός του Eurogroup ήταν προειλημμένη απόφαση μιας Γερμανίας, η οποία συμπεριφέρεται απροσχημάτιστα όχι ως ηγεμόνας, αλλά ως δεσμοφύλακας της ευρωζώνης.
Αυτά
είναι περίπου αυτονόητα. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι γιατί
και με ποια στρατηγική στόχευση ενεργεί το Βερολίνο. Η απάντησή μας
είναι: όχι από αλαζονική αίσθηση δύναμης, αλλά από ανησυχία για τις
εξελίξεις που τείνουν να ξεφύγουν από τον έλεγχό τους. Εκφοβίζουν γιατί φοβούνται οι ίδιοι!
Το γεγονός ότι με τις προγαμματικές δηλώσεις της η κυβέρνηση, παρά τις
όποιες ταλαντεύσεις, έμεινε βασικά πιστή στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης,
κυρίως όμως η δυναμική παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα και το κύμα αλληλεγγύης προς την Ελλάδα που άρχισε να εξαπλώνεται στην Ελλάδα τρόμαξαν το Βερολίνο. Η γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη άρχισε να εμφανίζει συμπτώματα προϊούσας φθοράς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διαδήλωση του Παρισιού, πέραν του ΚΚΓ και
του Αριστερού Μετώπου, καλούσε η Collectif Roosvelt, όπου συμμετέχουν η
Ντανιέλ Μιτεράν, οι πρώην πρωθυπουργοί Μισέλ Ροκάρ και Ζαν- Μαρκ Ερό και
άλλα πρωτοκλασσάτα στελέχη του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ακόμη και στο εσωτερικό της Γερμανίας, η συντριβή της Χριστιανοδημοκρατίας στο Αμβούργο, με παράλληλη ενίσχυση Σοσιαλιστών, Αριστεράς και ευρωσκεπτικιστικού AfD διαμηνύουν την αμφίπλευρη αμφισβήτηση της Μέρκελ.
Το τελεσίγραφο του Βερολίνου στο Eurogroup είχε στόχο να ανακόψει αυτές τις τάσεις και να «χαμηλώσει» την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα,
ώστε να τη σύρει σε νέες διαπραγματεύσεις από χειρότερες θέσεις, με πιο
ασφυκτικά χρονικά περιθώρια. Στόχος είναι ένας πρώτος συμβιβασμός πιο
κοντά στις απαιτήσεις του Βερολίνου, που θα αποδομήσει την εσωτερική και
διεθνή στήριξη της κυβέρνησης, για να ακολουθήσει επί έξι μήνες, μέχρι
την τελική διευθέτηση, το «μαρτύριο της σταγόνας», όπου η απειλή του bankrun
θα βρίσκεται μονίμως στην ημερήσια διάταξη και θα χρησιμοποιείται ως
μοχλός για την ακύρωση κάθε προοδευτικού κοινωνικού μέτρου.
Σ’αυτό το φόντο, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει οδό υποχώρησης. Οι γέφυρες ανατινάχτηκαν, τα καράβια κάηκαν! Η μέχρι τέλους αποφασιστικότητα απέναντι στο τελεσίγραφο του Βερολίνου είναι μονόδρομος,
αν δεν θέλει να αυτοκτονήσει πολιτικά και να δει το τεράστιο ρεύμα της
λαϊκής στήριξης να μετατρέπεται σε ρεύμα απογοήτευσης και κατακραυγής,
που θα ενισχύσει τα πιο αντιδραστικά ή και νεοφασιστικά ρεύματα.
Η πρώτη, υψηλής συβολικής σημασίας απάντηση θα είναι η επιλογή του προέδρου της Δημοκρατίας.
Ελπίζουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποφύγει μια λύση από το παλιό, χρεοκοπημένο
πολιτικό προσωπικό που λιντσαρίστηκε εκλογικά από τον ελληνικό λαό και
θα επιλέξει μια προσωπικότητα που θα συμβολίζει τους δημοκρατικούς αγώνες και την πολιτιστική ακτινοβολία του έθνους των εργαζομένων, στέλνοντας τα σωστά μηνύματα και στο λαό και στους εκβιαστές του.
Αν οι
Γερμανοί επιμείνουν στο τελεσίγραφο μέχρι την κρίσιμη Παρασκευή, η
κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα οφείλει να τερματίσει αμέσως το γερμανικό
«μαρτύριο της σταγόνας» και να οδηγήσει τα πράγματα σε μια άμεση πολιτική «κάθαρση» γιατί από εκεί και πέρα ο χρόνος θα μετρά σε βάρος της. Δεν βλέπουμε άλλο δρόμο κάθαρσης από την προκήρυξη δημοψηφίσματος μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα με το ερώτημα αν ο ελληνικός λαός εξουσιοδοτεί την κυβέρνησή του να επιμείνει πάση θυσία στην ανυποχώρητη εφαρμογή των προγραμματικών δεσμεύσεων που ενέκρινε ο ίδιος και ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων.
Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, μια τέτοια πορεία θα φέρει στην ημερήσια διάταξη το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ αν η Γερμανία επιμείνει στην ωμή αδιαλλαξία της- πράγμα κάθε άλλο παρά βέβαιο. Η κυβέρνηση δεν πρέπει να φοβηθεί
αυτό το ενδεχόμενο, παρότι δεν το επέλεξε. Ασφαλώς, ο ελληνικός λαός θα
προτιμούσε την πιο ανώδυνη λύση, πολύ περισσότερο που έχει ήδη στην
πλάτη του πέντε τρομερά δύσκολα χρόνια. Αν βρεθεί όμως απάναντι στο
δίλημμα ευρώ με Μνημόνια εφ όρου ζωής ή αισθητή βελτίωσης της ζωής με έξοδο από τη φυλακή της ευρωζώνης,
η απάντησή του- το πιστεύουμε ακράδαντα- μπορεί να είναι, πρέπει να
είναι και θα είναι εκείνη που θα συμβαδίζει με τα συμφέροντά του, την
αξιοπρέπεια και την ιστορία του.
Σ’αυτή τη
δύσκολη, αλλά επιβεβλημένη πορεία, η Ελλάδα μπορεί να βρει ισχυρά
στηρίγματα στο διεθνή στίβο, όπως έδειξαν ήδη οι πρώτες κρούσεις της στο
εξωτερικό. Η γεωπολιτική συγκυρία στην ευρύτερη περιοχή, από την Ουκρανία μέχρι τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, είναι πολύ ευνοϊκή για την Ελλάδα,
καθώς διευρύνει κατά πολύ τα περιθώρια ελιγμών, τακτικών συμμαχιών και
εκμετάλλευσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Αρκεί να δει κανείς τα
σχεδόν καθημερινά άρθρα προβελβημένων αρθρογράφων των New York Times
και των Financial Times που καλούν τον Αλέξη Τσίπρα να μην υποχωρήσει στη Γερμανία.
Το κυριότερο, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει δικαίωμα να απογοητεύσει
τον ελληνικό λαό και τις διερυνόμενες, μαχόμενες δυνάμεις των λαών της Ευρώπης
που βλέπουν στον αγώνα μας και το δικό τους αγώνα, στις ελπίδες μας και
τις δικές τους ελπίδες, στο μέλλον μας και το δικό τους μέλλον. Αυτή είναι η μεγάλη, η τεράστια εφεδρεία της Ελλάδας
και αυτή είναι που θα γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα στην πλευρά του
δίκιου των πολλών, απέναντι στην αυτοκρατορική ωμότητα των λίγων.