Του Κώστα Βαξεβάνη
Υπάρχουν δυο πολιτικές πρακτικές οι οποίες δηλώνουν εντελώς
διαφορετικά πράγματα. Στην πρώτη, ο Στρατούλης απολογείται στα κανάλια
για αυτά που του καταλογίζουν. Στη δεύτερη, τα κανάλια, απολογούνται γι’
αυτά που αποφασίζει και κάνει ο Στρατούλης. Αυτή η δεύτερη εκδοχή,
είναι νομίζω η επιθυμία της πλειοψηφίας των κατοίκων αυτής της χώρας. Οι
ντουντούκες της διαπλοκής, οι φορείς της διαφθοράς και οι εκφραστές
μιας ξεπερασμένης άδικης Ελλάδας, να αρχίσουν να βγάζουν ανακοινώσεις
διαμαρτυρίας γι αυτά που τους κάνει η κυβέρνηση.
Δυστυχώς πιστεύω πως συμβαίνει το πρώτο. Υπουργοί και υφυπουργοί, εμφανίζονται στα κανάλια με την αγωνία να εξηγήσουν τις καλές προθέσεις τους και λιγότερο την πολιτική τους, με το άγχος να αρέσουν με όσα λένε και λιγότερο με όσα κάνουν. Όπως ακριβώς όμως συνέβαινε προεκλογικά το 2012, πριν ολοκληρώσουν την πετυχημένη τους τηλεοπτική εικόνα, τα κανάλια έχουν διαμορφώσει τη δικιά τους γι αυτούς. Όσο η κυβέρνηση δεν προβαίνει στο ευεργετικό πογκρόμ για την κοινωνία, όσο δεν υποβάλει σε «δόγμα του σοκ» από την ανάποδη το σύστημα της ολιγαρχίας και της διαφθοράς, τόσο αυτό θα ανακαλύπτει τον τρόπο να επιβιώνει. Και δυστυχώς και τον τρόπο να γίνεται συμπαθές σε αυτούς που φοβούνται μην τυχόν και γίνουν αντιπαθείς στην τηλεόραση.
Δεν ονειρεύομαι καμιά επίθεση στα «θερινά ανάκτορα». Δεν είμαι οπαδός της άλωσης του κράτους και της μετατροπής του σε κομματικό κράτος. Πολύ περισσότερο δεν πιστεύω πως η πολιτική γράφεται με επιθετικότητα για την επιθετικότητα που θα ικανοποιεί το πολιτικό και ιδεολογικό «εγώ». Πιστεύω επίσης πως πρέπει να εμφανίζεις στοιχεία πολιτικής διαστροφής ή ανασφάλειας για να θεωρείς πως πρέπει να περάσεις την πολιτική σου από τα φίλτρα και τα πάνελ των Αυτιάδων ώστε να χαρακτηριστεί αποδοτική.
Αυτή τη στιγμή όμως υπάρχει ένα δεδομένο. Η κυβέρνηση θεωρεί πως πρέπει ενδεχομένως να βρει την απαραίτητη επικοινωνιακή φόρμουλα για να αρέσει, την ώρα που όσοι την ψήφισαν αλλά και όσοι πλέον την υποστηρίζουν, περιμένουν να μην αρέσει. Δηλαδή να αρέσει στην κοινωνία.
Οι ισχυροί προβληματισμοί για την επικοινωνιακή πολιτική, απλώς φανερώνουν πρόβλημα ή σύγχυση στην πολιτική. Η πολιτική λοιπόν πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Σύγκρουση με τα συμφέροντα που έφεραν τη χώρα εδώ που την έφεραν. Το επιχείρημα πως χρειάζεται προσεκτικές κινήσεις για να μην εκτραπεί η κατάσταση και να μην θορυβηθούν φίλοι και εχθροί στο εξωτερικό είναι απλώς ένα σύνδρομο φόβου που σιγά σιγά μπορεί να γίνει κακή πολιτική φύση.
Άλλωστε στο εξωτερικό, εκτός από τους μερκελιστές και τους οπαδούς της λιτότητας, υπάρχουν και οι δύσπιστοι. Όσοι δηλαδή πιστεύουν πως οι ολιγάρχες δεν πρόκειται να χτυπηθούν.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο διαπραγματευτικό ατού, από μια κυβέρνηση που έχει τη στήριξη του λαού της. Από μια κυβέρνηση δηλαδή που κάθε μέρα εισπράττει το χειροκρότημα του κόσμου για όσα πρωτοφανή κάνει και ταυτόχρονα γίνεται πιο ισχυρή και δημοφιλής εξαιτίας ακριβώς αυτού του λόγου.
Η αποκάλυψη πως μέσα στην Αστυνομία στήθηκε μια προβοκάτσια με στόχο τον Πανούση και την κυβέρνηση με επίκεντρο την υπόθεση με τους μετανάστες, δεν αθωώνει την κυβέρνηση. Στον κρατικό μηχανισμό αυτή τη στιγμή υπηρετούν άνθρωποι η οποίοι πρόσφεραν τον καλύτερο εαυτό τους στην εξάρτηση και τις κυβερνήσεις της υποταγής. Το να τους βαφτίζεις τεχνοκράτες οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν αν λάβουν «καλές πολιτικές εντολές» είναι μια ψευδαίσθηση.
Τέτοιοι σύμβουλοι, ακόμη και αν τους επενδύσεις με θεωρίες καλής θέλησης, θα συνεχίσουν να υπηρετούν το σύστημα και να ανατρέπουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Η χειρότερη υπηρεσία τους δεν είναι οι προβοκάτσιες, αλλά η αναποτελεσματικότητα και ο φόβος που καλλιεργούν σε σένα τον φορέα της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής. Ότι δηλαδή ψαλιδίζουν την προοπτική της κυβέρνησης και την προσμονή του κόσμου με συστημικούς καθωσπρεπισμούς του στυλ «ξέρετε δεν γίνεται κύριε υπουργέ», «είναι επικίνδυνο αυτό σούπερ υφυπουργέ» και άλλα τέτοια στα οποία έχουν εκπαιδευτεί.
Στο Υπουργείο του Γιάννη Πανούση, έστησαν αυτό που έστησαν. Το ίδιο θα κάνουν παντού γιατί θα πάψουν να φοβούνται και θα θεωρήσουν την κυβέρνηση χειρίσιμη και σε απόγνωση.
Η κυρία Σαββαΐδου, πρώην στέλεχος της Price Water House, της εταιρείας δηλαδή που ξέπλυνε το χρήμα της ελληνικής ολιγαρχίας, έγινε Γραμματέας Εσόδων και παραμένει στη θέση της. Η κυρία Στρατινάκη η οποία όπως αποκάλυψε το HOT DOC, ήταν ο εντολοδόχος της τρόικας και θεσμοθέτης των πιο ακραίων μέτρων του Σαμαρά, επίσης παραμένει στη θέση της.
Δεκάδες τραπεζίτες οι οποίοι ήταν και παραμένουν οι πρωταγωνιστές της τραπεζοκλεπτοκρατίας, μοιράζουν θέσεις σε νέες τράπεζες.
Χθες ενδεχομένως να ήταν νωρίς, αλλά αύριο θα είναι αργά. Η απειρία και η αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης, πολύ δε περισσότερο οι διακαναλικές ερωτοτροπίες με τη διαπλοκή πρέπει να αντικατασταθούν από όλα εκείνα τα αυθεντικά στοιχεία που έφεραν την κυβέρνηση στην εξουσία. Η λύση βρίσκεται εκεί έξω. Σε όσα θέλει η κοινωνία και έχουν ανάγκη οι άνθρωποι.
Το ταμπούρωμα μέσα στο Μαξίμου, έστω και με το επιχείρημα πως «τώρα ασχολούμαστε με το μεγάλο πρόβλημα στο εξωτερικό», δημιουργεί λάθος εικόνα και λάθος πολιτική. Επίσης δίνει λάθος μήνυμα στους αντιπάλους.
Οι Εισαγγελίες είναι γεμάτες από δικογραφίες που αφορούν τους ολιγάρχες και τους τραπεζίτες που έφαγαν τα λεφτά της χώρας. Δεν προχωράνε γιατί η διαπλοκή γνωρίζει τον τρόπο να τις μπλοκάρει. Η πολιτική απόφαση που θα βάλει όλα αυτά τα θέματα στην επικαιρότητα, το απλό ερώτημα προς τη Δικαιοσύνη «τι γίνεται με όλες αυτές τις υποθέσεις», θα δημιουργήσει τη φυσική ευεργετική ροή για τη Δικαιοσύνη και τη Δημοκρατία.
Πρέπει ο πρωθυπουργός να ξηλώσει την προκρούστεια κλίνη που συστηματικά κατασκευάζει η διαφθορά για να ξαπλώσει η κυβέρνηση, με το επιχείρημα πως είναι ένα αναπαυτικό κρεββάτι πολιτικής μακροημέρευσης. Πρέπει οι υπουργοί να φύγουν από τα τηλεπαράθυρα και να μπούνε στα λεωφορεία, στις ουρές του ΙΚΑ, στο δρόμο. Προς θεού χωρίς κάμερες. Πρέπει να κάνουν το ακόμη πιο δύσκολο, να αναζητήσουν στα υπουργεία ,και τις υπηρεσίες τους έντιμους, άξιους και ανιδιοτελείς ανθρώπους για να στελεχώσουν τον μηχανισμό που θα ανατρέψει τη διαφθορά. Δεν μπορεί μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να κάνει την παραδοχή πως τη χώρα μπορούν να διοικήσουν αποτελεσματικά μόνο οι πυλώνες της διαπλοκής. Πως τις Τράπεζες μπορούν να ελέγχουν οι ίδιοι άνθρωποι επειδή άλλαξαν πολιτικό πρόσημο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εμμείνει στα στοιχεία που τον ανέδειξαν. Στην ανάγκη ανατροπής. Στην αποκατάσταση της κοινωνίας. Στην τιμωρία αυτών που έκλεψαν και αδίκησαν τη χώρα.
Το ξέρω πως είναι νωρίς για να μιλάμε για ευθύνες, αλλά οι καλύτεροι λογαριασμοί με την ευθύνη, την προσωπική σου ευθύνη, γίνονται όταν δεν την ξεχνάς, όχι όταν τη διαπραγματεύεσαι με συμβούλους και μάλιστα αποδεδειγμένα διεφθαρμένους.
Ο κόσμος δεν πείθεται για την πολιτική όταν την διαφημίζεις στα τηλεπαράθυρα, αλλά όταν τη βλέπει να εφαρμόζεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πήρε την εξουσία για να κάνει τον τερματοφύλακα απέναντι στην επιχειρηματολογία της πολιτικής. Την πήρε για να βάλει γκολ. Βάλτε.
Δυστυχώς πιστεύω πως συμβαίνει το πρώτο. Υπουργοί και υφυπουργοί, εμφανίζονται στα κανάλια με την αγωνία να εξηγήσουν τις καλές προθέσεις τους και λιγότερο την πολιτική τους, με το άγχος να αρέσουν με όσα λένε και λιγότερο με όσα κάνουν. Όπως ακριβώς όμως συνέβαινε προεκλογικά το 2012, πριν ολοκληρώσουν την πετυχημένη τους τηλεοπτική εικόνα, τα κανάλια έχουν διαμορφώσει τη δικιά τους γι αυτούς. Όσο η κυβέρνηση δεν προβαίνει στο ευεργετικό πογκρόμ για την κοινωνία, όσο δεν υποβάλει σε «δόγμα του σοκ» από την ανάποδη το σύστημα της ολιγαρχίας και της διαφθοράς, τόσο αυτό θα ανακαλύπτει τον τρόπο να επιβιώνει. Και δυστυχώς και τον τρόπο να γίνεται συμπαθές σε αυτούς που φοβούνται μην τυχόν και γίνουν αντιπαθείς στην τηλεόραση.
Δεν ονειρεύομαι καμιά επίθεση στα «θερινά ανάκτορα». Δεν είμαι οπαδός της άλωσης του κράτους και της μετατροπής του σε κομματικό κράτος. Πολύ περισσότερο δεν πιστεύω πως η πολιτική γράφεται με επιθετικότητα για την επιθετικότητα που θα ικανοποιεί το πολιτικό και ιδεολογικό «εγώ». Πιστεύω επίσης πως πρέπει να εμφανίζεις στοιχεία πολιτικής διαστροφής ή ανασφάλειας για να θεωρείς πως πρέπει να περάσεις την πολιτική σου από τα φίλτρα και τα πάνελ των Αυτιάδων ώστε να χαρακτηριστεί αποδοτική.
Αυτή τη στιγμή όμως υπάρχει ένα δεδομένο. Η κυβέρνηση θεωρεί πως πρέπει ενδεχομένως να βρει την απαραίτητη επικοινωνιακή φόρμουλα για να αρέσει, την ώρα που όσοι την ψήφισαν αλλά και όσοι πλέον την υποστηρίζουν, περιμένουν να μην αρέσει. Δηλαδή να αρέσει στην κοινωνία.
Οι ισχυροί προβληματισμοί για την επικοινωνιακή πολιτική, απλώς φανερώνουν πρόβλημα ή σύγχυση στην πολιτική. Η πολιτική λοιπόν πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Σύγκρουση με τα συμφέροντα που έφεραν τη χώρα εδώ που την έφεραν. Το επιχείρημα πως χρειάζεται προσεκτικές κινήσεις για να μην εκτραπεί η κατάσταση και να μην θορυβηθούν φίλοι και εχθροί στο εξωτερικό είναι απλώς ένα σύνδρομο φόβου που σιγά σιγά μπορεί να γίνει κακή πολιτική φύση.
Άλλωστε στο εξωτερικό, εκτός από τους μερκελιστές και τους οπαδούς της λιτότητας, υπάρχουν και οι δύσπιστοι. Όσοι δηλαδή πιστεύουν πως οι ολιγάρχες δεν πρόκειται να χτυπηθούν.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο διαπραγματευτικό ατού, από μια κυβέρνηση που έχει τη στήριξη του λαού της. Από μια κυβέρνηση δηλαδή που κάθε μέρα εισπράττει το χειροκρότημα του κόσμου για όσα πρωτοφανή κάνει και ταυτόχρονα γίνεται πιο ισχυρή και δημοφιλής εξαιτίας ακριβώς αυτού του λόγου.
Η αποκάλυψη πως μέσα στην Αστυνομία στήθηκε μια προβοκάτσια με στόχο τον Πανούση και την κυβέρνηση με επίκεντρο την υπόθεση με τους μετανάστες, δεν αθωώνει την κυβέρνηση. Στον κρατικό μηχανισμό αυτή τη στιγμή υπηρετούν άνθρωποι η οποίοι πρόσφεραν τον καλύτερο εαυτό τους στην εξάρτηση και τις κυβερνήσεις της υποταγής. Το να τους βαφτίζεις τεχνοκράτες οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν αν λάβουν «καλές πολιτικές εντολές» είναι μια ψευδαίσθηση.
Τέτοιοι σύμβουλοι, ακόμη και αν τους επενδύσεις με θεωρίες καλής θέλησης, θα συνεχίσουν να υπηρετούν το σύστημα και να ανατρέπουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Η χειρότερη υπηρεσία τους δεν είναι οι προβοκάτσιες, αλλά η αναποτελεσματικότητα και ο φόβος που καλλιεργούν σε σένα τον φορέα της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής. Ότι δηλαδή ψαλιδίζουν την προοπτική της κυβέρνησης και την προσμονή του κόσμου με συστημικούς καθωσπρεπισμούς του στυλ «ξέρετε δεν γίνεται κύριε υπουργέ», «είναι επικίνδυνο αυτό σούπερ υφυπουργέ» και άλλα τέτοια στα οποία έχουν εκπαιδευτεί.
Στο Υπουργείο του Γιάννη Πανούση, έστησαν αυτό που έστησαν. Το ίδιο θα κάνουν παντού γιατί θα πάψουν να φοβούνται και θα θεωρήσουν την κυβέρνηση χειρίσιμη και σε απόγνωση.
Η κυρία Σαββαΐδου, πρώην στέλεχος της Price Water House, της εταιρείας δηλαδή που ξέπλυνε το χρήμα της ελληνικής ολιγαρχίας, έγινε Γραμματέας Εσόδων και παραμένει στη θέση της. Η κυρία Στρατινάκη η οποία όπως αποκάλυψε το HOT DOC, ήταν ο εντολοδόχος της τρόικας και θεσμοθέτης των πιο ακραίων μέτρων του Σαμαρά, επίσης παραμένει στη θέση της.
Δεκάδες τραπεζίτες οι οποίοι ήταν και παραμένουν οι πρωταγωνιστές της τραπεζοκλεπτοκρατίας, μοιράζουν θέσεις σε νέες τράπεζες.
Χθες ενδεχομένως να ήταν νωρίς, αλλά αύριο θα είναι αργά. Η απειρία και η αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης, πολύ δε περισσότερο οι διακαναλικές ερωτοτροπίες με τη διαπλοκή πρέπει να αντικατασταθούν από όλα εκείνα τα αυθεντικά στοιχεία που έφεραν την κυβέρνηση στην εξουσία. Η λύση βρίσκεται εκεί έξω. Σε όσα θέλει η κοινωνία και έχουν ανάγκη οι άνθρωποι.
Το ταμπούρωμα μέσα στο Μαξίμου, έστω και με το επιχείρημα πως «τώρα ασχολούμαστε με το μεγάλο πρόβλημα στο εξωτερικό», δημιουργεί λάθος εικόνα και λάθος πολιτική. Επίσης δίνει λάθος μήνυμα στους αντιπάλους.
Οι Εισαγγελίες είναι γεμάτες από δικογραφίες που αφορούν τους ολιγάρχες και τους τραπεζίτες που έφαγαν τα λεφτά της χώρας. Δεν προχωράνε γιατί η διαπλοκή γνωρίζει τον τρόπο να τις μπλοκάρει. Η πολιτική απόφαση που θα βάλει όλα αυτά τα θέματα στην επικαιρότητα, το απλό ερώτημα προς τη Δικαιοσύνη «τι γίνεται με όλες αυτές τις υποθέσεις», θα δημιουργήσει τη φυσική ευεργετική ροή για τη Δικαιοσύνη και τη Δημοκρατία.
Πρέπει ο πρωθυπουργός να ξηλώσει την προκρούστεια κλίνη που συστηματικά κατασκευάζει η διαφθορά για να ξαπλώσει η κυβέρνηση, με το επιχείρημα πως είναι ένα αναπαυτικό κρεββάτι πολιτικής μακροημέρευσης. Πρέπει οι υπουργοί να φύγουν από τα τηλεπαράθυρα και να μπούνε στα λεωφορεία, στις ουρές του ΙΚΑ, στο δρόμο. Προς θεού χωρίς κάμερες. Πρέπει να κάνουν το ακόμη πιο δύσκολο, να αναζητήσουν στα υπουργεία ,και τις υπηρεσίες τους έντιμους, άξιους και ανιδιοτελείς ανθρώπους για να στελεχώσουν τον μηχανισμό που θα ανατρέψει τη διαφθορά. Δεν μπορεί μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να κάνει την παραδοχή πως τη χώρα μπορούν να διοικήσουν αποτελεσματικά μόνο οι πυλώνες της διαπλοκής. Πως τις Τράπεζες μπορούν να ελέγχουν οι ίδιοι άνθρωποι επειδή άλλαξαν πολιτικό πρόσημο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εμμείνει στα στοιχεία που τον ανέδειξαν. Στην ανάγκη ανατροπής. Στην αποκατάσταση της κοινωνίας. Στην τιμωρία αυτών που έκλεψαν και αδίκησαν τη χώρα.
Το ξέρω πως είναι νωρίς για να μιλάμε για ευθύνες, αλλά οι καλύτεροι λογαριασμοί με την ευθύνη, την προσωπική σου ευθύνη, γίνονται όταν δεν την ξεχνάς, όχι όταν τη διαπραγματεύεσαι με συμβούλους και μάλιστα αποδεδειγμένα διεφθαρμένους.
Ο κόσμος δεν πείθεται για την πολιτική όταν την διαφημίζεις στα τηλεπαράθυρα, αλλά όταν τη βλέπει να εφαρμόζεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πήρε την εξουσία για να κάνει τον τερματοφύλακα απέναντι στην επιχειρηματολογία της πολιτικής. Την πήρε για να βάλει γκολ. Βάλτε.