Ήταν κάποτε μια επιχειρηματίας,
που ζούσε μες στη χλιδή χάρη στα πολύ καλά κέρδη που της απεφερε η
ομολογουμένως πολύ αξιόλογη επιχείρησή της.
Χριστούγεννα στην Ελβετία, πρωτοχρονιά στη Βιέννη, Πάσχα στη Μάλτα και καλοκαίρι στον Άγιο Μαυρίκιο.
Μη φανταστείτε, δεν ήταν μεγαλοκαρχαρίας. Ήταν από το 10% περίπου του
πληθυσμού, το οποίο ζει στις παρυφές της μεγαλοαστικής τάξης.
Συναγελάζεται μαζί τους αλλά κυκλοφορεί χωρίς προστασία στο δρόμο.
Κανείς όμως δε γνώριζε ότι τα λεφτά που ξόδευε ΔΕΝ ήταν δικά της.
Ήταν μεγάλος ο τζίρος της επιχείρησης μεν, αλλά μονίμως ξεχνούσε κάτι...
Να πληρώσει τις εισφορές στο ΙΚΑ, να πληρώσει κάποιους φόρους, να πληρώσει το ενοίκιο στον ιδιοκτήτη του ακινήτου...
Πού και πού ξεχνούσε να πληρώσει και το μισθό των εργαζομένων της και
τους έδινε εκ των υστέρων ένα έναντι για να ξεχνούν τα χάλια τους.
Κάποια στιγμή ήρθε η Κρίση και τα μέτρα της, που αφού χτύπησαν το σύνολο
σχεδόν του πληθυσμού, ήταν αναμενόμενο ότι εν συνεχεία θα χτυπούσαν και
την πελατεία της.
Μειώθηκε λοιπόν ο τζίρος της επιχείρησης και ταυτόχρονα αυξάνονταν οι
φόροι με κάθε νέα μέτρα, αλλά η επιχείρηση παρέμενε ακόμη αρκετά
κερδοφόρος.
Αλλά εκείνη και η οικογένειά της δεν θέλησαν να χάσουν ούτε δράμι από τη χλιδή τους.
Και αφού στένευε συνεχώς η οικονομική κατάσταση, αποφάσισε να ξεχάσει διά παντός τις υποχρεώσεις της προς το Κράτος.
Δεν ξαναπλήρωσε ποτέ ΙΚΑ και κάποιες οφειλές προς την Εφορία τις ξέχασε διά παντός.
Στένευε ακόμη περισσότερο όμως η κατάσταση και ο γιος της ήθελε να πάει στην Ελβετία για Χριστούγεννα.
Αλλά δεν είχε ρευστό για να του δώσει.
Πιάνει λοιπόν μια υπάλληλό της και την εκβιάζει ότι αν δεν της δώσει τα
15.000 ευρώ που γν΄ριζε ότι έχει στην άκρη για ώρα ανάγκης, θα την
απολύσει πάραυτα.
Αν πάλι της τα δώσει, τότε της υπόσχεται πως θα την κρατήσει στη δουλειά τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια.
Και όσο για τα λεφτά, θα της τα επέστρεφε σε πολύ σύντομο διάστημα.
Επικαλέστηκε τις υποχρέωσεις της προς το ΙΚΑ για να δικαιολογήσει τη
βιασύνη της για τα λεφτά.
Την είχε χρόνια υπάλληλο τη συγκεκριμένη.
Η υπάλληλος της κλάφτηκε ότι δεν μπορεί να της τα δώσει, γιατί είναι
νιόπαντρη, έχει ανάγκες και ότι αυτά τα λεφτά είναι όλες κι όλες οι
οικονομίες της.
Η απάντηση που έλαβε ήταν αφοπλιστική.
"Ή τη δουλειά ή τα λεφτά"!
Υπό το βάρος του εκβιασμού, υπό το φόβο του εφιάλτη της ανεργίας με
άγνωστη διάρκεια και με την ελπίδα της τήρησης της υπόσχεσης της
εργοδότριας, η υπάλληλος λύγισε και αναγκαστικά της τα έδωσε.
Πέρασε λίγος καιρός και η κοπέλα άρχισε να της ζητάει τα λεφτά, αφού
έβλεπε ότι ο τζίρος παρέμενε σε καλά επίπεδα. Να της τα επέστρεφε έστω
λίγα-λίγα για να ξαναγεμίσει ο κουμπαράς.
Η επιχειρηματίας επικαλούνταν οικονομική δυσπραγία και δεν της τα επέστρεφε.
Κάποια στιγμή -και υπό την πίεση του συζύγου της- η υπάλληλος απαίτησε την άμεση επιστροφή -μέρους έστω- των δανεικών.
Η επιχειρηματίας τώρα πια δεν ήξερε τίποτα για τα δανεικά που της τσαμπούναγε.
"Ποια δανεικά;"
Αποδείξεις δεν υπήρχαν έτσι κι αλλιώς.
Μετά από λίγες ημέρες, της ανακοινώθηκε η απόλυσή της.
Η απάντηση στο εκβιαστικό δίλημμα "τη δουλειά ή τα λεφτά" ήταν αφοπλιστική.
"Ούτε τη δουλειά ούτε τα λεφτά"!
Πέρασε λίγος καιρός και η
επιχειρηματίας, προκειμένου να συνεχίσει τη χλιδάτη ζωή της, αυτή και η
οικογένειά της, ξαναχρειάστηκε ρευστό.
Τότε προσέγγισε την έμπιστη καθαρίστριά της.
Καθάριζε χρόνια την επιχείρηση.
Ο άντρας της είχε μείνει άνεργος και το σπίτι συντηρούνταν από τον
κουτσουρεμένο της μισθό και είχαν καβάτζα 10.000 ευρώ από την πρώην
δουλειά του άντρα της.
Η επιχειρηματίας το γνώριζε και κάποια μέρα της τα ζήτησε.
Της είπε
"αφού ξέρεις ότι σε δύο μέρες έρχονται οι πληρωμές,
διευκόλυνέ με σήμερα που πρέπει οπωσδήποτε να πληρώσω το ΙΚΑ και θα σου
τα δώσω μεθαύριο. Μεταξύ μας τώρα; Τόσα χρόνια είσαι εδώ!".
Η καθαρίστρια της απάντησε φοβισμένα ότι αυτά τα λεφτά είναι όλη τους η
περιουσία και πως αν τα χάσουν, χάθηκαν. Ποιος ξέρει τι μπορεί να
χρειαστεί αύριο!
Η επιχειρηματίας αφού δεν τα κατάφερε με το καλό, την έπιασε και με το κακό.
Προφανώς την εκβίασε και της είπε ότι αν δεν της δείχνει εμπιστοσύνη, τότε θα την απολύσει.
Η καθαρίστρια εγκλωβισμένη στον εκβιασμό της εργοδότριας αλλά και της
γενικότερης Κρίσης, πήγε άμεσα και σήκωσε τα λεφτά και της τα έδωσε την
ίδια μέρα με πόνο ψυχής.
Η επιχειρηματίας δεν έχασε χρόνο.
Πριν συμβούν τα ίδια όπως και με την προηγούμενη, της ανακοίνωσε μετά από λίγες ημέρες την
απόλυσή της.
Και έτσι το εκβιαστικό δίλημμα
"ή τη δουλειά ή τα λεφτά", είχε και πάλι την ίδια απάντηση:
"ούτε τα λεφτά ούτε τη δουλειά"!
Και η καθαρίστρια πήγε σπίτι της, άνεργη πλέον, να κάνει παρέα στον
άνεργο άντρα της και χωρίς πια την καβάτζα των 10.000 ευρώ, για ωρα
ανάγκης.
Αν τους συμβεί οτιδήποτε, μέχρι να βρει ένας εκ των δύο δουλειά, τότε ποιος ξέρει...
Στο μεταξύ το χρέος της επιχειρηματία στο ΙΚΑ είχε φτάσει σε τριψήφιο νούμερο χιλιάδων ευρώ.
Και κάτι ψιλά (δεκάδες χιλιάδες ευρώ) προς την Εφορία.
Το πολιτικό βύσμα (γνωστού καταστροφικού κόμματος) που είχε και την
κάλυπτε επί χρόνια για την απάτη των απλήρωτων εισφορών της, την
ενημέρωσε ότι τώρα πια δεν μπορεί να κάνει τίποτα, γιατί έχει σφίξει ο
κλοιός γύρω τους και δεν μπορεί πια να ρισκάρει την πολιτική του ύπαρξη.
Τώρα η επιχειρηματίας επιχειρεί να πουλήσει την επιχείρησή της όσο-όσο.
Ψάχνει τη φόρμουλα για τα χρέη της των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, αλλά ακόμη δεν μπορεί να βρει τη λύση.
Πιθανόν να μπει λουκέτο και να μείνει κι άλλος κόσμος στο δρόμο.
Κι όλα αυτά για να μη χάσει το παραμικρό δράμι χλιδής μια οικογένεια πλουσίων.
Την ίδια στιγμή αγνοείται η τύχη της υπαλλήλου και της καθαρίστριας.
Ποιος ξέρει...
Ξαναβρήκαν από τότε ποτέ δουλειά;
Τα βγάλανε πέρα μετά την οικονομική καταστροφή που προκάλεσε ο εκβιασμός από την εργοδότριά τους;
Ποιος ξέρει;
Κι έζησε αυτή (η επιχειρηματίας) καλά κι αυτές (οι απολυμένες) αγνοούνται...
Ίσως να τους έμεινε κι ένα μάθημα τώρα πια:
Να μάθουν να λένε καμιά φορά και
ΟΧΙ στους εκβιασμούς.
Όταν κάποιος σου θέτει ένα εκβιαστικό δίλημμα, είναι έτοιμος να προχωρήσει και στα δύο ενδεχόμενα.
Κι αν εσύ υποχωρήσεις στο ένα, τότε σύντομα θα γνωρίσεις και το άλλο.
Αναρτήθηκε από
Μαζεστίξ στις
1:11 μ.μ.