Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Electric CATASTROIKA (νέο video) και «Αρπαχτές» δισ. με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ

Ο ηλεκτρισμός και το νερό είναι “φυσικά μονοπώλια“. Δεν προσφέρονται για ιδιωτικοποίηση και “υγιή ανταγωνισμό”. Δείτε αυτό το video, ακόμη κι αν έχετε ήδη δει την “CATASTROIKA”, γιατί πολλά που έφερε στο φως η CATASTROIKA πέρασαν μάλλον απαρατήρητα:

 

Για τις σκανδαλώδεις μεθοδεύσεις ξεπουλήματος της ΔΕΗ δεν διαμαρτύρεται μόνο η αριστερά. Ακόμη και ο δεξιός δημοσιογράφος Γιώργος Κύρτσος έγραψε πύρινο άρθρο τον περασμένο Ιούλιο, με πολλά στοιχεία:

[Γιώργος Κύρτσος] “…Ο κ. Σαμαράς υποχρεώνεται από αυτούς που τον ελέγχουν μέσω μνημονίου ή τον καθοδηγούν μέσω διαπλοκής σε μία εξαιρετικά δύσκολη πολιτική αναμέτρηση με αβέβαιο αποτέλεσμα. Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, εάν τελικά επιχειρηθεί, δεν θα είναι τόσο ένα πλήγμα κατά των συντεχνιών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που άλλωστε αναπτύχθηκαν από τον «πράσινο» και τον «γαλάζιο» συνδικαλισμό, όσο ένα πλήγμα κατά της εθνικής οικονομίας, των δημόσιων οικονομικών και των περισσότερων καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί η ιστορία των μετοχοποιήσεων της ΔΕΗ, αλλά και ο τρόπος διαχείρισής της στο πλαίσιο που ορίζει η διαπλεκόμενη εξουσία…”
[...]
Διαπλεκόμενη υπονόμευση
Τα τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις προετοίμασαν το έδαφος για τη συνολική ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ υπονομεύοντας, στο μέτρο του δυνατού, τη λειτουργία της. Το όλο σύστημα «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί σε όφελος των ιδιωτικών επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας και σε βάρος της ΔΕΗ.
[...]

Βίντεο:Επεισόδια στην Αγ. Βαρβάρα


 απο enikos
Σε πεδίο μάχης μετατράπηκε το κέντρο της Αγ. Βαρβάρας, όταν η Οικονομική Αστυνομία επιχείρησε να κάνει ελέγχους στα καταστήματα της περιοχής.
Το γεγονός προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των ιδιοκτητών, οι οποίοι έβαλαν φωτιές και έστησαν οδοφράγματα.

Δείτε το βίντεο από τον ALPHA

Η φιλανθρωπία της Χρυσής Αυγής. Μια ιστορία τόσο παλιά όσο και η Κου Κλούξ Κλαν.

Magnify Image
΄Εχει γίνει πολύ κουβέντα τελευταίως και θα γίνει πολύ περισσότερη όσο η κατάσταση στην χώρα θα χειροτερεύει, για τις κινήσεις “φιλανθρωπίας” των Χρυσαυγιτών. Παντοπωλεία, συσσίτια, διανομές τροφίμων, πάντα από Έλληνες για Έλληνες.
Ίσως όλα αυτά να είναι κάτι το πρωτόγνωρο για εμάς αλλά είναι συνηθισμένη τακτική των απανταχού φασιστικών μορφωμάτων, να δείχνουν ένα “άλλο πρόσωπο” για να πλησιάζουν τις κοινωνίες. Διότι φυσικά το πραγματικό πρόσωπο του φασισμού, κανείς δεν θέλει να το δει. Ούτε φυσικά οι φασίστες να το δείξουν.
Δεν θα μιλήσουμε για τα ελληνικά φαινόμενα της φιλανθρωπίας και τους τρόπους που την μεταχειρίστηκε η αντίδραση, όπως την έζησε η ελληνική κοινωνία το ’50. Εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι διαφορετικό από τα “Φιλόπτωχα” της αστικής τάξης και τις “Άπορες Κορασσίδες” της Φρειδερίκης.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με την συνεχή προσπάθεια “νομιμοποίησης” των πρακτικών βίας της ρατσιστικής οργάνωσης, στα μάτια της κοινωνίας. Σκοπός της είναι η δημιουργία φιλικού κλίματος στην κοινή γνώμη, η προσέλκυση νέων μελών και τελικά η κοινωνική αποδοχή.
Όπως όλοι οι ομοϊδεάτες της Χρυσής Αυγής έκαναν. Και κάνουν.
Εκατόμβη “ευεργετημένων” νεκρών.
“Από καλοσύνη και αδελφική αγάπη είναι φτιαγμένη η ποιότητα της ψυχής μου. Ανιδιοτελής, πατριωτική υπηρεσία έχει το μυαλό μου και αλάνθαστος ο στόχος της καρδιάς. Να ζήσουμε, όχι για εμάς αλλά για τους άλλους” αυτό είναι το σύνθημά της ζωής μου, η υπέρτατη φιλοδοξία μου και το στολίδι μου. Αγαπώ τον συνάνθρωπό μου και έχω αγωνιστεί όλη μου τη ζωή για αυτό. Και αυτό είναι κάτι που καθιστά τον βίο μου, μια ανιδιοτελή, ευεργετική υπηρεσία. ” Ο συνταγματάρχης Γουίλιαμ Τζόζεφ Σίμονς, που μας άφησε αυτά τα λόγια, ήταν ο ιδρυτής και πρώτος Ανώτερος Μάγιστρος της αναγεννημένης και σκληρότερης Κου Κλουξ Κλαν το 1915.
Ήταν η εποχή που η έκρηξη της εγκληματικότητας έφερε ξαφνική άνοδο της Κου Κλουξ Κλαν τη δεκαετία του ’20. Τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο όνομα της φυλετικής καθαρότητας και του πατριωτισμού, ήταν άθλια. Απαγχονισμοί, μαστιγώσεις, ακρωτηριασμοί, πισσάρισμα με πούπουλα, απαγωγές, κάψιματα με οξύ, μαζί με μια νέα τακτική εκφοβισμού, τις καύσεις των σταυρών. Η Κλαν είχε γίνει μια σαφής απειλή για τους έγχρωμους. Ένας δημόσιος κίνδυνος.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Tuskegee, περισσότεροι από 4700 άνθρωποι κατακρεουργήθηκαν μεταξύ 1882 και 1959 στις εκστρατείες τρομοκρατίας της Κου Κλουξ Κλαν. Ο αριθμός που σκοτώθηκαν από λιντσαρίσματα στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, υπερβαίνει τον αριθμό των ανθρώπων που σκοτώθηκαν στη φρικτή επίθεση στο Περλ Χάρμπορ (2333 νεκροί) και από τον τυφώνα Κατρίνα μαζί (1836 νεκροί).
«Κοινωνικά Δίκτυα» της Κου Κλούξ Κλαν;

Το βιβλίο “Ιστορία της Κου Κλουξ Κλαν”, του συνταγματάρχη Winfield Jones, 1921, (σελ. 88-89) παραθέτει τις 19 συνολικά «ανθρωπιστικές εκδηλώσεις» της ΚΚΚ μεταξυ 1920-1921.
Αυτές ποικίλλουν από δωρεές σε χήρες αστυνομικών και στον Ερυθρο Σταυρο, έως σε ορφανοτροφεία. Ακόμα και μικροποσά όπως “στις 24 Νοεμβρίου, στο Χέντερσον, του Τέξας. Η Κλαν έδωσε 50 δολάρια σε δύο νέγρους που βρίσκονταν σε συνθήκες ένδειας”. Το φιλοδώρημα “του μεγάλου στον μικρο”, όπως αποκαλούσαν τους έγχρωμους τότε.
Ενδεικτικό αυτής της δραστηριότητας είναι ότι την την ίδια χρονική περίοδο στην Ατλάντα μόνον, η Κλαν δανείζει 15.000 δολάρια, σε μικροεπαγγελματίες που χρειάζονται κεφάλαια για τις επιχειρήσεις τους. Η Κλαν δάνεισε πολλές περισσότερες χιλιάδες δολάρια σε μικροεπαγγελματίες σε όλη τη χώρα. (Εδώ δεν μπορούμε να μην σκεφτούμε συνειρμικά, την σύνδεση της ακροδεξιάς με την συμμορία των τοκογλύφων στην Θεσσαλονίκη, η οποία εξαρθρώθηκε τον Ιανουάριο του 2012).
Στο βιβλίο “Ο αμερικανισμός με Κουκούλα, η Ιστορία της Κου Κλουξ Κλαν”, του David M. Chalmers,διαβάζουμε αρκετά επίσης παραδείγματα «ρατσιστικής φιλανθρωπίας».
Η Κλαν χάρισε Βίβλους, έκανε εισφορές σε νοσοκομεία, σε σχολεία, χάριζε σημαίες… Επίσης στο Γιόρκ της Πενσυλβάνια, διοργάνωσε δύο συσσίτια με κρέας και φασολάδα για τα (λευκά) θύματα της Ύφεσης. Οι ρατσιστές έδωσαν επίσης χρήματα στον Ερυθρό Σταυρό. (Σελίδα 306).
Ο Ερυθρός Σταυρός δέχθηκε την “εισφορά”, καθώς μπορεί να την εξέλαβε ως “ανταποδοτικό τέλος”, για τον φόρτο εργασίας των νοσοκομείων του, λόγω των πογκρόμ της ΚΚΚ.
Φιλανθρωπία με άγημα

Ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες New Hampshire Sunday News (29 Μαΐου 1983), Daily Pantagraph (17 Σεπτεμβρίου, 1924) καθώς και το βιβλίο “Κουκούλες: Η ιστορία της Κου Κλουξ Κλαν”, του Robert Ingalls (σελ.39) διαβάζουμε σχετικά με ένα νέο είδος “ευεργεσίας”.
Τα μέλη της ΚΚΚ, εισέβαλλαν σε γεμάτες εκκλησίες, Βαπτιστών κυρίως, σε στρατιωτκό σχηματισμό, ως λόχος. Αφού διέκοπταν την Λειτουργία, επιδεικνύοντας δύναμη και “φιλανθρωπική” αλαζονεία, άφηναν χρήματα και αποχωρούσαν συντεταγμένα.
Οι πιστοί, μαύροι Βαπτιστές, δεν είχαν περιθώρια να μην δεχθούν το “αγημα φιλανθρωπίας” των ρατσιστών, οι οποίοι διέκοψαν με τον τσαμπουκά την Λειτουργία για να τους…φιλοδωρήσουν.
Μάλιστα στο Galesburg, ένα συντεταγμένο σώμα 100 ανδρών με κουκούλες και ρόμπες, άφησε μαζί με τα 65 δολάρια στον πάστορα και την εξής σημείωση, “Η Κλαν είναι φίλος σου”. Σε περίπτωση που το είχε ξεχάσει......

Εδω η συνεχεια
http://mavrhlista.wordpress.com/

Διέγραψαν τον ιδρυτή τους κι έφυγαν από τη ΔΗΜΑΡ

"Ελεύθεροι πολίτες" είναι το δορυφορικό πολιτικό σχήμα που είχε συστήσει ο ανεξάρτητος τότε βουλευτής Βασίλης Οικονόμου για να προσδεθεί στο άρμα της ΔΗΜΑΡ και να επιτύχει την επανεκλογή του.
Τα υπόλοιπα ιδρυτικά μέλη συνήλθαν σε Ολομέλεια και  διέγραψαν τον κ. Οικονόμου ενώ η Διοικούσα Επιτροπή του σχήματος αποφάσισε να τερματιστεί η συνεργασία του με τη ΔΗΜΑΡ λόγω της "σταθερής και συνεχούς μνημονιακής πολιτικής"
που ακολουθεί το κόμμα του Φώτη Κουβέλη



 http://www.lykavitos.gr/

Εκατό σκαλοπάτια κι ένα πλατύσκαλο.


γραφει ο αρισταρχος
Σελίδα 8
stairsΕπειδή η ώρα ήταν μεσημεριάτικη συμφώνησαν να πάνε το απόγευμα κατά τις επτά. Προθυμοποιήθηκε να περάσει να τους πάρει ο ίδιος. Έτσι κι έγινε. Επτά ακριβώς ήρθε και έφυγαν οι τρεις τους με δύο αυτοκίνητα. Του Μανώλη και του άλλου.
Ο ήλιος ήταν ακόμη πολύ ψηλά και η ζέστη αφόρητη. Ήδη το νησί ήταν γεμάτο τουρίστες που γυρνούσαν ανέμελα δεξιά αριστερά χαζεύοντας μαγαζιά  και αξιοθέατα. Και οι κάτοικοι μόλις από την μεσημεριανή σιέστα έπαιρναν το καφεδάκι τους καθισμένοι στις νοτισμένες από το πότισμα  αυλές χωρίς να περνάει τίποτε αόρατο από τα μάτια τους. Η παλιά καλή Ελλάδα.
Ο δρόμος που πήραν ήταν ο ίδιος μ’ αυτόν για το ξενοδοχείο. Μπροστά πήγαινε ο κύριος Δημήτρης, έτσι τους συστήθηκε, και πίσω αυτοί. Άφησαν πίσω τους το ξενοδοχείο και έτρεχαν δίπλα στην θάλασσα για πολύ ώρα. Η ματιά της πέρασε πάνω από τα κύματα στην οριογραμμή του ορίζοντα και έφτασε μέχρι παιδιά της, τον αδερφό της, το σπίτι, την πατρίδα. Κι ύστερα αποτραβήχτηκε πάνω στον δρόμο μπροστά τους σε μια διασταύρωση. Ο Δημήτρης έβγαλε φλας δεξιά, ακολούθησαν κι αυτοί. Ό δρόμος ήταν αρκετά ίσιος χωρίς πολλές στροφές και τα τριάντα χιλιόμετρα πνιγμένα στις ελιές έφυγαν γρήγορα κάτω από τις ρόδες τους.
Εκεί στις παρυφές ενός λόφου γεμάτο με πορτοκαλιές και μανταρινιές απολάμβανε την λιακάδα μια αγροικία πανέμορφη. Διώροφη με κεραμοσκεπή και επενδεδυμένη με πέτρα στο μεγαλύτερο μέρος της. Εντυπωσιακή η είσοδος με μια τεράστια καγκελόπορτα που την άνοιξε ένας εργάτης. Δεξιά κι αριστερά είχε διασκευασμένα parking. Τους περίμενε εκεί μια κοπέλα οικιακή βοηθός. Την χαιρέτησε ευγενικά ο Δημήτρης και ξεκίνησαν όλοι μαζί με τα πόδια για το σπίτι. Μπροστά τους ανοίγονταν ένας μακρύς διάδρομος στρωμένος με Καρυστινή πέτρα και φλαμουριές στα δεξιά κι αριστερά που δεν άφηναν τον ήλιο να περνάει ούτε μια αχτίδα του. Στην μέση της διαδρομής ένα μικρό μονοπάτι 5-6 μέτρων στρωμένο κι αυτό με πέτρα και διανθισμένο με περίεργα στρόγγυλα κεραμικά οδηγούσε σε ένα μικρό φουτουριστικό κάτασπρο παρεκκλήσι με μαύρο σήμαντρο και στην είσοδό του με χρυσά κυκλικά γράμματα ”Αγία Κυριακή”.
Έκανε η γυναίκα βιαστικά τον σταυρό της και προχώρησαν προς την είσοδο του σπιτιού. Εντυπωσιακή η κυριάρχηση της πέτρας σε όλα τα διακοσμητικά. Βρύσες, παρτέρια, γλάστρες και στο βάθος ένα τεράστιο κιόσκι-ψησταριά όπου και τους οδήγησαν. Η ψησταριά έβλεπε την Νότια πλευρά προς το βουνό και μ’ ένα ζιγκ ζαγκωτό τοιχίο χώριζε από το υπόλοιπο που είχε δύο σαλονάκια. Ένα μπαμπού κι ένα fer forge με τραπέζι οβάλ και επάνω του πράσινο μάρμαρο Από πάνω του κρέμονταν δύο τεράστιες μανόλιες και στην είσοδο της κατασκευής τους υποδέχτηκε ένα όμορφο συντριβανάκι διακοσμημένο με άγαλμα του Νότου που απ’ το κανάτι του έτρεχε κελαρύζοντας νερό.  Κυρίαρχο θέμα οι γλάστρες και τα καλοφροντισμένα παρτέρια φορτωμένα λουλούδια. Το γούστο και η καλαισθησία ήταν διάχυτα απλωμένα παντού και στις μικρότερες λεπτομέρειες. Ένας παράδεισος σαράντα τετραγωνικών.
Εκεί τους οδήγησε η νεαρή βοηθός και κει τον είδαν. Καθόταν σε μια πολυθρόνα μ’ ένα μαύρο μπαστούνι ανάμεσα στα πόδια του  κι ένα ψαθάκι στο κεφάλι. Σκελετωμένο πρόσωπο με αφύσικα μεγάλο μουστάκι και δυό μικρά μάτια χαμένα βαθιά στις κόγχες τους που σ’ έκαναν μάλλον να τα μαντεύεις. Έκανε αρκετή προσπάθεια να σηκωθεί κι έδιωξε δυό φορές την οικιακή βοηθό που έτρεξε να τον βοηθήσει. Τελικά κατάφερε να στήσει το ισχνό του σώμα σε όρθια κατάσταση. Φορούσε καφέ κουστούμι και σταυρωτό σακάκι με άσπρο μαντηλάκι. Θύμιζε γκραβούρα της δεκαετίας πενήντα. Αλλά όπως και να το κάνουμε έδινε την εντύπωση τύπου bon viveur.
-Σεις είστε η έκπληξη του Δημήτρη; Ρώτησε με μια ψιλή ξεψυχισμένη φωνή και ταυτόχρονα τους έτεινε το χέρι.
Τον χαιρέτησαν ευγενικά με χαμόγελο πιάνοντας το στεγνό απλωμένο χέρι τόσο απαλά θαρρείς και ήταν κρυστάλλινο.
-Είστε ο κύριος Αλέξανδρος, έτσι δεν είναι; Ρώτησε ο Μανώλης με την βαριά του προφορά.
Χαμογέλασε αυτός και είπε.
-Βλέπω τα Ελληνικά τα μάθαμε στο ίδιο σχολείο. Μόνο που εγώ τάμαθα πολύ πριν από εσάς. Πως αλήθεια σας λένε; Κι αυτή η ωραία κυρία πρέπει να είναι η σύζυγος, έ;
Ύστερα από κάποιες ανταλλαγές φιλοφρονημάτων περί τα συμπατριωτικά αποφάσισε η γυναίκα να προχωρήσει στα βαθιά. Άλλωστε γι αυτό ήρθε τόσο δρόμο, τόσες μέρες, τόσα έξοδα, τόση αγωνία. Έτσι πήρε βαθιά ανάσα και ξεκίνησε .
-Ξέρετε κύριε Αλέξανδρε ποια είμαι εγώ; Το πατρικό μου επώνυμο είναι Α…
Δεν απόσωσε την κουβέντα της. Ο Αλέξανδρος της έκανε μια κίνηση με το χέρι για να σταματήσει. Ύστερα  πέταξε ένα γρήγορο “ξέρω, ξέρω ποια είσαι και πως σε λένε” και γύρισε προς την οικιακή του βοηθό. “Μαρία φέρε κάτι να τσιμπήσουμε και κανένα ποτό στον …Μανώλη είπαμε; Τι φυλή είσαι ρε Μανώλη;” Και μην περιμένοντας απάντηση φώναξε με την ισχνή του φωνή “Μαρία φέρε κι εκείνη την φωτογραφία πάνω στο γραφείο. Ξέρεις ποιά. Ύστερα χαμηλώνοντας πάλι την φωνή του συνέχισε. Εγώ κοντεύω τα ενενήντα και θέλω ζεστούλα αλλά εσείς αν δεν μπορείτε πάμε μέσα που έχει κλιματιστικό” και γυρίζοντας στον φίλο του συνέχισε “Δημήτρη θα μείνεις;” Εκείνος σηκώθηκε τούπιασε το χέρι με ένα χαμογελαστό “όχι”. Έσφιξε ύστερα το χέρι του Μανώλη και της γυναίκας του μ’ ένα “χάρηκα τα λέμε” κι έφυγε.
Η Μαρία έφερε ένα κάδρο με μια φωτογραφία μέσα του και τόδωσε στον γέρο. Εκείνος την κοίταξε αμίλητος αρκετή ώρα, ύστερα κοίταξε σοβαρά κατευθείαν στα μάτια της γυναίκας και είπε αργά αργά.
-Είσαι η κόρη του Άκη. Η μικρή του κορούλα. Εκείνο με τις ξανθιές μπούκλες. Την φωτογραφία σου την κουβαλούσε πάντα επάνω του και μου την έδειχνε με τα μάτια του βουρκωμένα από την συγκίνηση. Σ’ αγαπούσε πάρα πολύ, σε λάτρευε. Είσαι ολόιδια με κείνον. Από την πρώτη στιγμή που σε είδα σε κατάλαβα ποια είσαι. Ύστερα άπλωσε την φωτογραφία προς το μέρος της και πρόσθεσε. Δες τον πατέρα σου …
Συνεχίζεται …

Ενας ηλεκτρονικός φονιάς εξομολογείται!

«Ρώτησα τον διπλανό μου "μόλις σκοτώσαμε ένα μικρό παιδί;"»
Ενας ηλεκτρονικός φονιάς εξομολογείται!
Ενα κλικ εδώ, θάνατος στην άλλη άκρη του κόσμου. Η αίθουσα τηλε-διακυβέρνησης των μη επανδρωμένων βομβαρδιστικών (drones) των ΗΠΑ στο Νέο Μεξικό.




Ακούγεται σαν μια από τις γνωστές «μαύρες ιστορίες» που κυκλοφορούν στις παρέες: ένας άντρας πατάει ένα κουμπί στο Νέο Μεξικό κι ένας άλλος άνθρωπος πέφτει, δευτερόλεπτα μετά, νεκρός στην άλλη άκρη του κόσμου. Δεν είναι όμως αποκύημα φαντασίας: είναι πραγματικότητα και συνέβη σε έναν αμερικανό στρατιώτη.
Ο 27χρονος Μπράντον Μπράιαντ από τη Μοντάνα υπηρέτησε για έξι χρόνια στην Αεροπορία των ΗΠΑ (USAF), με ειδικότητα χειριστή UAV Predator, τα γνωστά μη-επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) που πετάνε επί 24ώρους βάσεως πάνω από «ευαίσθητες» γεωπολιτικά περιοχές, όπως το Αφγανιστάν.

Κλεισμένος μέσα στα σκοτεινά κοντέινερ στο Νέο Μεξικό, απ' όπου διεξάγεται ο χειρισμός των UAV, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πραγματική περιοχή επιχειρήσεων, ο Μπράιαντ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των έξι αυτών ετών, μεταξύ 2005-2011, βλέποντας στον υπολογιστή του ανθρώπινους στόχους που είχαν εστιάσει πάνω τους τα υπέρυθρα «μάτια» των ιπτάμενων drones -και κατόπιν, πατώντας ένα απλό κουμπί που θα σήμανε και την εξολόθρευσή τους. Επαθε νευρικό κλονισμό, παραιτήθηκε και σήμερα ζει στο πατρικό του στη Μοντάνα αγωνιζόμενος να συνέλθει με τη βοήθεια ψυχιατρικής αγωγής.

«Είδα άνδρες, γυναίκες και παιδιά να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια μου όλο αυτό το διάστημα» ανέφερε ο Μπράιαντ σε συνέντευξη του στο γερμανικό περιοδικό Spiegel. «Ποτέ δε πίστευα ότι θα μπορούσα να σκοτώσω τόσο πολύ κόσμο. Για την ακρίβεια, πίστευα ότι δεν μπορούσα να σκοτώσω κανέναν!», εξομολογείται ενθυμούμενος την πρώτη φορά που έγινε δολοφόνος, όταν εκτόξευσε ένα βλήμα Hellfire σκοτώνοντας δύο ανυποψίαστους ανθρώπους στο Αφγανιστάν.

«Είδα δυο αντρες να πέφτουν νεκροί κι έναν άλλον, με κομμένο το ένα του πόδι, να σφαδάζει στο έδαφος, την ώρα που πίδακες αίματος έπεφταν στην άσφαλτο» λέει προσθέτοντας πως «έκλαψα στο δρόμο όταν γύριζα σπίτι εκείνη την ημέρα και πήρα τηλέφωνο να μιλήσω στη μητέρα μου. Ένιωθα αποκομμένος από την ανθρωπότητα για περισσότερο από μια εβδομάδα».

Κατατάχτηκε στην Αεροπορία τυχαία, μόλις άκουσε ότι τα δίδακτρα για φοίτηση στο Πανεπιστήμιο ήταν δωρεάν. Βγήκε πρώτος στη τάξη του και τοποθετήθηκε σε μια στρατιωτική μονάδα συλλογής πληροφοριών, μαθαίνοντας να αναλύει δεδομένα από αεροφωτογραφίες και μετεωρολογικά δεδομένα ενώ στη συνέχεια, σε ηλικία 20 ετών, αναβαθμίστηκε σε χειριστή αισθητήρων (δηλαδή Β' κυβερνήτη) που διαθέτουν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη UAV Predator.

Μια όμως αποστολή πάνω από το Αφγανιστάν είναι καρφωμένη στο κεφάλι του και δεν θα την ξεχάσει μέχρι να πεθάνει. Στόχος ήταν ένα οίκημα σε απόσταση 10.000 χλμ. από αυτόν, στο ορεινό Αφγανιστάν, που οι ντόπιοι το χρησιμοποιούσαν ως στάνη για πρόβατα και κατσίκες.

Ο χειριστής που καθόταν δίπλα του εκτόξευσε τον πύραυλο πιέζοντας ένα κουμπί και οι επόμενες στιγμές του φάνηκαν αιώνας ολόκληρος. «Συνολικά πέρασαν 16 δευτερόλεπτα μέχρι να φτάσει το στόχο του, αλλά μου φάνηκε σαν αργή κίνηση. Μέχρι και τη τελευταία στιγμή θα μπορούσα να αστοχήσω αν ήθελα, να στρέψω αλλού τον πύραυλο», διηγείται ο 27χρονος χειριστής, συνεχίζοντας «όμως, 3 δεύτερα πριν ο πύραυλος ανατινάξει το σπίτι, ένα παιδί εμφανίστηκε στη γωνία του δρόμου. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι μια λάμψη, το σπίτι να καταρρέει και το παιδί να εξαφανίζεται. Μου ήρθε εμετός. Ρώτησα τον διπλανό μου: «μόλις σκοτώσαμε ένα μικρό παιδί;» για να πάρω απάντηση, από τα μικρόφωνα, από κάποιον ανώτερο στρατιωτικό «όχι, αυτό που σκοτώσατε ήταν ένας σκύλος». «Ένας σκύλος σε δυο πόδια;», αναρωτήθηκα».

Έπειτα από την αποστολή αυτή, ο Μπράιαντ αποξενώθηκε πλήρως από φίλους, οικογένεια, ακόμη και την κοπέλα του και υπέφερε από συστηματική έλλειψη ύπνου βρίσκοντας διέξοδο στη γυμναστική. Μέχρι που μια μέρα, εν ώρα υπηρεσίας, άρχισε να φτύνει κυριολεκτικά αίμα πάνω στα μόνιτορ, κατέρρευσε σωματικά και μεταφέρθηκε επειγόντως σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Μπορεί να μην είχε ρίξει ούτε μία σφαίρα αλλά η διάγνωση των στρατιωτικών γιατρών ήταν σαφής: διαταραχή μετα-τραυματικού στρες μάχης.

Λίγο μετά κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε να συνεχίσει αυτό που κάνει με αποτέλεσμα τελικά να παραιτηθεί από την Αεροπορία και να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του προσπαθώντας να ξεχάσει τι έζησε για έξι χρόνια. Και θυμάται τη στιγμή που αποφάσισε να τα αφήσει όλα πίσω του και να αρχίσει μια καινούργια ζωή: «Ηταν η μέρα που έπρεπε να πάω και να υπογράψω την επόμενη σύμβαση εργασίας μου. Δεν μπόρεσα να το κάνω. Ήταν η μέρα που, μπαίνοντας στο θάλαμο επιχειρήσεων, έπιασα τον εαυτό μου να ρωτάει τους συνάδελφους μου «μάγκες, ποιους γαμ... θα σκοτώσουμε σήμερα;»».

Η ψυχική του υγεία δεν έχει αποκατασταθεί. Καθημερινά παλεύει, με τη βοήθεια ειδικών, για να διαχειριστεί τις ενοχές και την αδυναμία του να αναγνωρίσει ελαφρυντικά στον εαυτό του για την εξ αποστάσεως φονική εργασία που έκανε επί έξι ολόκληρα χρόνια.