Δρυός πεσούσης
24/12/2012
Την μεθεπόμενη μέρα, καθώς ετοιμαζόμουν να πάω στο αεροδρόμιο με προορισμό την Αθήνα, η καμαριέρα του ξενοδοχείου όλο χαρά μου είπε με είχε δει στην τηλεόραση το προηγούμενο βράδυ. Πράγματι, άνοιξα τον υπολογιστή μου και είδα το κλιπ της συνέντευξης, το οποίο στο μεταξύ μου είχε στείλει ο κ. Fink. Προβλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων στις 9μμ ως δεύτερο θέμα. Ο υπέρτιτλος: «Τα 500 εκ. δολάρια της μητέρας του έλληνα πρωθυπουργού της κρίσης». Στην αρχή το ρεπορτάζ αναφέρει τα σχετικά δημοσιεύματα και γρήγορα η κάμερα έρχεται σε μένα να αρνούμαι την ουσία της κατηγορίας με τα λόγια που προανέφερα. Το ρεπορτάζ τότε κλείνει με τον κ. Fink να λέει, σωστά, ότι «ο κ. Βαρουφάκης, που γνωρίζει καλά την περίπτωση, θεωρεί πως πρόκειται για κακοήθεις φήμες. Όμως αυτό είναι το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα: οι φήμες κυριαρχούν επί της πραγματικότητας.» Όσο όμως σωστή και να ήταν η τελευταία αυτή αναφορά του Αυστριακού δημοσιογράφου, ποια νομίζετε ότι ήταν η εντύπωση που αποκόμισαν οι τηλεθεατές συνολικά; Όπως και να το είδαν, άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκαν οι χειρότερες προκαταλήψεις τους για όλους μας συλλήβδην, για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Λίγες μέρες μετά την επιστροφή μου στην Αθήνα, βρέθηκα σε στούντιο του Σκάι, σε μια μεταμεσονύκτια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης. Μεταξύ των άλλων ερωτήσεων, μου τέθηκε και το ερώτημα: «Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε δόλο;», ερώτημα προφανώς αναφερόμενο στην πάγια θέση μου ότι επρόκειτο για κυβέρνηση που έσφαλε εγκληματικά και κατ’ εξακολούθηση. Απάντησα «όχι, σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω ότι υπήρξε δόλος από τον κ. Παπανδρέου», και συνέχισα καταθέτοντας την άποψή μου για τα λάθη του τότε πρωθυπουργού και των υπουργών του. Την ίδια ώρα το twitter και τα διάφορα blogs άρχισαν να βουίζουν με μηνύματα και κείμενα που με έψεγαν ότι «αθωώνω τον Παπανδρέου και την οικογένειά του», «συγκαλύπτω τα σκάνδαλα των CDS του αδελφού του», αδυνατώ να πω «κακή κουβέντα για κάποιον με τον οποίο είχα συνεργαστεί».
Όσοι έχετε παρακολουθήσει, από το protagon ή αλλού, την στάση μου καθ’ όλη την διάρκεια της κυβέρνησης Παπανδρέου γνωρίζετε καλά ότι δεν είχα ποτέ καμία αναστολή στο να την «λούζω» σχεδόν καθημερινά με την πιο σκληρή κριτική που μπορεί να ασκηθεί εντός του πλαισίου της κοσμιότητας. Πίστευα, και εξακολουθώ να πιστεύω, ότι στην κυβέρνηση Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου αξίζει η πολιτική καταδίκη – ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα την κρίνει πολύ σκληρά και πως η διαχείρηση της Κρίσης από αυτήν θα αποτελεί καλό case-study για το πως δεν πρέπει να διαχειρίζεται κανείς μια Κρίση. Όμως, άλλο η πολιτική καταδίκη και εντελώς άλλο η συκοφαντία. Άλλο το να κρίνεις πως η κυβέρνηση Παπανδρέου ενστερνίστηκε την λάθος ανάλυση των αιτίων της Κρίσης, πως αρνήθηκε να ασκήσει βέτο (ως όφειλε) σε ευρωπαϊκές πολιτικές που αποδείχθηκαν καταστροφικές για ολόκληρη την Ευρώπη, πως έλεγε ψέμματα κατά συρροήν στον ελληνικό λαό και στους εταίρους μας, πως συντάχθηκε με την εντόπια Κλεπτοκρατία Τραπεζιτών-ΜΜΕ-Εργολάβων (έως ότου οι τελευταίοι τους εγκατέλειψαν)... και εντελώς διαφορετικό το να λες ότι ο τέως πρωθυπουργός οδήγησε εσκεμμένα την χώρα στην πτώχευση ώστε, μαζί με τον αδερφό του, να κερδίσουν αμύθητες περιουσίες από την εξαργύρωση των CDS του... Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Αυτού του είδους η συκοφαντία καταφέρνει δύο αβάστακτα πλήγματα στην ήδη πληγωμένη κοινωνία μας. Πρώτον, όταν η κάθε ανυπόστατη και συκοφαντική κατηγορία εκτοξεύεται χωρίς την παραμικρή κύρωση (και μάλιστα γίνεται αποδεκτή άνευ αποδείξεων από μεγάλο μέρος της κοινωνίας), τότε όλοι μας (ένοχοι και αθώοι) μπορούμε να χαρακτηριστούμε ένοχοι ανά πάσα στιγμή (όπως έκανε με το ισοπεδωτικό του «μαζί τα φάγαμε» ο κ. Πάγκαλος) οπότε, εν τέλει, όλοι (ένοχοι και αθώοι) βρίσκονται στο απυρόβλητο. Δεύτερον, η συκοφαντία δίνει ηθικό άλλοθι σε εκείνους που έριξαν την χώρα στον γκρεμό, όπως π.χ. οι κκ. Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου. Αντί να αναγκαστούν, με το πέρασμα του χρόνου, να έρθουν αντιμέτωποι με τα λάθη και τα πολιτικά τους ατοπήματα, με το μέγα κακό που έκαναν στον τόπο, νιώθουν δικαίωση όταν ακούν τους αντιπάλους τους να τους κατηγορούν για πράγματα που δεν έχουν κάνει. Αντί να νιώθουν ντροπή, οι συκοφάντες τους δίνουν την δυνατότητα να νιώσουν κατατρεγμένοι, αδικημένοι και, συνεπώς, κατά μια έννοια... ηθικά δικαιωμένοι. Να πως η συκοφαντία, πέραν του ότι κατακρημνίζει την έννοια της δικαιοσύνης, αποτελεί τον χειρότερο εχθρό της δίκαιης πολιτικής καταδίκης.
Επί προσωπικού
Εξήγησα γιατί εξοργίζομαι με τις ανυπόστατες κατηγορίες που, συκοφαντώντας τους, δίνουν άλλοθι στους πολιτικά ένοχους και παράλληλα δηλητηριάζουν την τραυματισμένη κοινωνία μας. Δηλώνω ότι θα κάνω
http://www.protagon.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου