Σάββατο, 17 Αυγούστου 2013 09:06
Προσπαθούσα να καταλάβω τι μου θυμίζουν οι διάφορες συγκεντρώσεις
διαμαρτυρίας έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί στη κατοχική Ελλάδα του σήμερα.
Τελικά ήταν απλό. Fight club. Ισως όταν βλέπαμε τη σχετική ταινία δεν
φανταζόμασταν ποτέ πόσο γρήγορα θα βρεθούμε σ΄αυτή τη κατάσταση. Μόνο
που στη δική μας περίπτωση δεν θα ήταν η λέσχη του καυγά, αλλά η λέσχη
της αυτολύπησης...
Στη ταινία ο ήρωας, θλιβερό δημιούργημα μια κοινωνίας που κρέμονται
διαφημιστικά ταμπελάκια στη καθέ της κίνηση, τριγυρνάει σαν ερείπιο στις
διάφορες συγκεντρώσεις "ανώνυμων" και μοιράζεται το πόνο τους.
Αλκοολικοί, ναρκομανείς, αυτοκτονικοί, παχύσαρκοι, ασθενείς τερματικοί
και μη διαφόρων κατηγοριών, αγκαλιάζονται μαζί του, του λένε το πόνο
τους, παριστάνει πως είναι ένας από αυτούς μέχρι να φτιάξει τη δική του
επανάσταση, όπου θα μπορεί να χτυπάει ξανά και ξανά τον ίδιο του τον
εαυτό αλύπητα... μέχρι τελικής πτώσης.
Στην ουσία κάτι τέτοιο δημιουργείται σιγά σιγά, που αρχίζει και παίρνει θλιβερές διαστάσεις. Δίπλα....
στα κορμάκια που λικνίζονται στα παραλιακά μπαράκια, στους ανέμελους ηλιοκαμμένους ταξιδιώτες, στους φοβισμένους μουγγούς καρπαζοεισπράκτορες εργαζόμενους, στους "τι θα απογίνω" παραδομένους ανέργους, στους ασθενείς που ψάχνουν μια αγκαλιά περισσότερο από μια θεραπεία, στα κυρήγματα μίσους από τη μία , στα κυρήγματα άδολης αγάπης τύπου ειμαστε όλοι αγκαλιά από την άλλη, σε μια Πολιτεία ανύπαρκτη που σέρνεται από τα βρακιά των ισχυρών παικτών ντόπιων και ξένων, στους νεκροζώντανους γενικότερα σε όλη την επικράτεια...
στήνονται από τη μια μικρές λέσχες οργης που εκτονώνονται σε πορείες και συναντήσεις ενάντια στους δονκιχτικούς ανεμόμυλους τους, κια από την άλλη ομάδες ανώνυμων που μοιράζονται την αυτολύπηση, πασαλείβοντας με ελεημοσύνες τις μέρες. Με την υπόλοιπη κοινωνία αμέτοχη να παρακολουθεί τη Πολιτεία να αναδεικνύει όποτε και όπως θέλει τη πραγματικότητα έτσι ώστε να ταιριάζει στα νυσταγμένα πλέον δελτία ειδήσεων, που το οτοκιου τους κυκλοφορεί σε φωτοτυπίες στο δρόμο πριν καν ανοίξουν το στόμα τους.
Η ελληνική αντίδραση στη επέλαση των επικυρίαρχων είναι ίδια άνοιξη, καλοκαίρι, φθινώπορο, χειμώνα....
Περιμένει ένα επεισόδιο, μια αυτοκτονία, ένα θάνατο, μια δολοφονία να σχηματίσει τις ομάδες ανώνυμων διαμαρτυρόμενων που θα αγκαλιαστούν μέσα στη θλίψη, και τις αυτοσχέδιες λέσχες οργής που θα ονειρεύονται να σπάσουν τη μούρη στο αφεντικό, χτυπώντας ξανά και ξανα τη μούρη τους, ενίοτε χτυπώντας και κανέναν αδύναμο, ακίνδυνο που θα περνάει τυχαία στο δρόμο... για να έχει μια στάμπα αλήθειας η φαντασίωση....
Με λένε Μήτσο, κι έχω τρία χρόνια που χτυπήθηκα από τις τράπεζες, αλλά είμαι ακόμα εδώ, και θέλω μια μεγάλη αγκαλιά να πω το πόνο μου , η ένα υπόγειο να χτυπηθούμε αλύπητα μεταξύ μας, μέχρι να καταφέρω να συνειδητοποιήσω τι κρύβεται πίσω από το καθρέφτη...
Στην ουσία κάτι τέτοιο δημιουργείται σιγά σιγά, που αρχίζει και παίρνει θλιβερές διαστάσεις. Δίπλα....
στα κορμάκια που λικνίζονται στα παραλιακά μπαράκια, στους ανέμελους ηλιοκαμμένους ταξιδιώτες, στους φοβισμένους μουγγούς καρπαζοεισπράκτορες εργαζόμενους, στους "τι θα απογίνω" παραδομένους ανέργους, στους ασθενείς που ψάχνουν μια αγκαλιά περισσότερο από μια θεραπεία, στα κυρήγματα μίσους από τη μία , στα κυρήγματα άδολης αγάπης τύπου ειμαστε όλοι αγκαλιά από την άλλη, σε μια Πολιτεία ανύπαρκτη που σέρνεται από τα βρακιά των ισχυρών παικτών ντόπιων και ξένων, στους νεκροζώντανους γενικότερα σε όλη την επικράτεια...
στήνονται από τη μια μικρές λέσχες οργης που εκτονώνονται σε πορείες και συναντήσεις ενάντια στους δονκιχτικούς ανεμόμυλους τους, κια από την άλλη ομάδες ανώνυμων που μοιράζονται την αυτολύπηση, πασαλείβοντας με ελεημοσύνες τις μέρες. Με την υπόλοιπη κοινωνία αμέτοχη να παρακολουθεί τη Πολιτεία να αναδεικνύει όποτε και όπως θέλει τη πραγματικότητα έτσι ώστε να ταιριάζει στα νυσταγμένα πλέον δελτία ειδήσεων, που το οτοκιου τους κυκλοφορεί σε φωτοτυπίες στο δρόμο πριν καν ανοίξουν το στόμα τους.
Η ελληνική αντίδραση στη επέλαση των επικυρίαρχων είναι ίδια άνοιξη, καλοκαίρι, φθινώπορο, χειμώνα....
Περιμένει ένα επεισόδιο, μια αυτοκτονία, ένα θάνατο, μια δολοφονία να σχηματίσει τις ομάδες ανώνυμων διαμαρτυρόμενων που θα αγκαλιαστούν μέσα στη θλίψη, και τις αυτοσχέδιες λέσχες οργής που θα ονειρεύονται να σπάσουν τη μούρη στο αφεντικό, χτυπώντας ξανά και ξανα τη μούρη τους, ενίοτε χτυπώντας και κανέναν αδύναμο, ακίνδυνο που θα περνάει τυχαία στο δρόμο... για να έχει μια στάμπα αλήθειας η φαντασίωση....
Με λένε Μήτσο, κι έχω τρία χρόνια που χτυπήθηκα από τις τράπεζες, αλλά είμαι ακόμα εδώ, και θέλω μια μεγάλη αγκαλιά να πω το πόνο μου , η ένα υπόγειο να χτυπηθούμε αλύπητα μεταξύ μας, μέχρι να καταφέρω να συνειδητοποιήσω τι κρύβεται πίσω από το καθρέφτη...